Στις 4800 μονάδες του S&P 500 στις αρχές του Απριλίου, αναζητούσα να βρω πιθανές αγορές από insiders αλλά και από τον αγαπημένο μου σοφό! Ωστόσο, μια παράξενη σιγή ιχθύος επικρατούσε και οι πωλήσεις των περισσότερων insiders συνέχιζαν ακάθεκτες. Δεν μπορεί σκέφτηκα, κάπου, κάποιος κάτι θα «τσίμπησε» στα χαμηλά επίπεδα! Κι όμως, κανένας δεν τσίμπησε! Στον αντίποδα σύμφωνα και με τα τελευταία στοιχεία της Bank of America, οι επενδυτές συνέχισαν να επενδύουν κεφάλαια σε περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου, με 30,7 δισεκατομμύρια δολάρια να εισρέουν σε μετρητά, 20,8 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα και 16,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε μετοχές την τελευταία εβδομάδα.
Οι τεχνολογικοί και χρηματοοικονομικοί κλάδοι κατέγραψαν εισροές 1,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων έκαστος, οι περισσότερες και για τους δύο τομείς εδώ και μήνες, ενώ οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών κατέγραψαν τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία εισροή τους από τον Ιανουάριο του 2023, στα 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι ιδιώτες πελάτες της BofA, οι οποίοι διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία ύψους 4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, κατέχουν πλέον το 64,0% σε μετοχές, στο υψηλότερο από τον Μάρτιο του 2022 και μόλις το 10,7% σε μετρητά, το χαμηλότερο από τον Οκτώβριο του 2021. Μια παρόμοια εικόνα επικρατεί και στην Ευρώπη, όπου οι επενδυτές «ξύπνησαν» έπειτα από τον βαθύ λήθαργο των τελευταίων ετών και αγοράζουν τις «ευκαιρίες του αιώνα μας»!
Στη συνέχεια της ανάλυσης της BofA, ο αναλυτής Michael Hartnett δήλωσε ότι η πλειοψηφία των επενδυτών αναμένει ότι τα κέρδη του δεύτερου τριμήνου θα εκπλήξουν θετικά και αναμένουν αυξανόμενες προβλέψεις για κεφαλαιουχικές δαπάνες (capex) μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι υπάρχει «λιγότερο σίγουρη» πεποίθηση ότι η ώθηση των κερδών ανά μετοχή (EPS) που οφείλεται στην Τεχνητή Νοημοσύνη θα υλοποιηθεί ευρέως σε ολόκληρο τον εταιρικό τομέα αυτό το τρίμηνο.
Οι υπόλοιποι στρατηγικοί αναλυτές σημείωσαν ότι εάν ο S&P 500 κινηθεί πάνω από τις 6300 μονάδες τον Ιούλιο, πιθανότατα θα ενεργοποιήσει ένα «σήμα πώλησης». «Οι αγορές με υπεραγορές μπορούν να παραμείνουν υπεραγορασμένες, καθώς η απληστία είναι πιο δύσκολο να ξεπεραστεί από τον φόβο», έγραψε ο Hartnett σε σημείωμα. Η ερευνητική ομάδα της τράπεζας περιέγραψε τα σενάρια της αγοράς ως «φούσκα ή ύφεση», με τον καλοκαιρινό κίνδυνο να στρεβλώνεται προς τον S&P 500, φτάνοντας τις 7.000 μονάδες αντί να πέσει στις 5.000 μονάδες. Προς ώρας η αγορά διαψεύδει οποιαδήποτε εκτίμηση πτωτικής κίνησης, παρόλο που οι συνθήκες είναι κάτι παραπάνω από ιδανικές.
Τι βλέπει η Yardeni Research
Από τους πιο αισιόδοξους οίκους του 2022, που με εξέπληξε ευχάριστα με τη διορατικότητά της, ήταν η Yardeni Research, που με προχθεσινή της ανάλυση υποστηρίζει ότι η χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ ενδέχεται να εμφανίζει σημάδια υπερβολικής αποτίμησης, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με το εάν επίκειται μια ακόμη διόρθωση, ή ακόμα χειρότερα.
Σε σημείωμα την Παρασκευή, ο Yardeni επεσήμανε την «άφθονη ευφορία» που είναι ορατή στον τριμηνιαίο Δείκτη Buffett, ο οποίος συγκρίνει τη συνολική αγοραία αξία των εταιρικών μετοχών των ΗΠΑ με το ονομαστικό ΑΕΠ. Η εταιρεία εξήγησε ότι μια εβδομαδιαία προσέγγιση για τη μέτρηση, τον δείκτη S&P 500 διαιρούμενη με τα προθεσμιακά έσοδα ανά μετοχή, έφτασε στο 3,03 την εβδομάδα της 9ης Ιουλίου, ισάξια με το επίπεδό του λίγο πριν ξεκινήσει η τελευταία διόρθωση τον Φεβρουάριο.
Ο Yardeni παρατήρησε ότι ενώ η εμπιστοσύνη παραμένει συγκρατημένη, «δεν φαίνεται να υπάρχει μεγάλη άνοδος... στις μετρήσεις της καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης» και οι αποτιμήσεις των μετοχών είναι μια άλλη ιστορία. «Είναι λοιπόν η χρηματιστηριακή αγορά παράλογα ευφορική και έτοιμη για μια ακόμη πτώση, δηλαδή, μια διόρθωση ή ακόμα και μια αγορά bear market;» ρωτούσε το σημείωμα. Ο Yardeni πιστεύει ότι η απάντηση εξαρτάται από το αν η επόμενη κρίση πυροδοτήσει έναν ακόμη γύρο φόβων για ύφεση ή μια πραγματική ύφεση. «Οι διορθώσεις συμβαίνουν όταν οι φόβοι για ύφεση μειώνουν τον πολλαπλασιαστή αποτίμησης... Οι bear markets εμφανίζονται όταν οι φόβοι για ύφεση προβλέπουν με ακρίβεια μια οικονομική ύφεση», εξήγησε ο Yardeni.
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, η οικονομική ανθεκτικότητα έχει στηρίξει τις αποτιμήσεις. «Πιστεύουμε ότι ο Δείκτης Buffett, καθώς και άλλοι δείκτες αποτίμησης της χρηματιστηριακής αγοράς, έχουν ανακάμψει στο σημείο που βρίσκονταν πριν από την τελευταία διόρθωση, επειδή οι επενδυτές έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην ανθεκτικότητα της οικονομίας», έγραψαν οι αναλυτές. Πρόσθεσαν ότι η ανθεκτικότητα της οικονομίας έχει συμβάλει στην συνεχιζόμενη υπεραπόδοση του «Magnificent-7» και ότι «όσο περισσότερο αναμένεται να αναπτυχθεί η οικονομία, τόσο υψηλότερος είναι πιθανό να είναι ο δείκτης Buffett και ο πολλαπλασιαστής P/E».
Συμπερασματικά, κλείνω το άρθρο με μια αναλυτική προσέγγιση της ιστορικότητας του «Δείκτη Μπάφετ». Στο ιστορικό γράφημα του δείκτη βλέπουμε ότι η κερδοσκοπική ευφορία τον οδήγησε δύο φορές επάνω από τα επίπεδα της φούσκας του 2000. Στο παρελθόν κράτησε στα υψηλά την περίοδο 1960-1970, (την περίοδο της μεγάλης ανάπτυξης μετά τον Β ’Παγκόσμιο) για να γκρεμιστεί αργότερα και να παραμείνει για 20 χρόνια (1975-1995, κρίση πληθωρισμού, πετρελαϊκή κλπ) σε χαμηλά επίπεδα, όπου οι αγοραστές τον οδήγησαν στην κορύφωση της φούσκας του 2000.
Εάν προσπαθήσουμε να διαβάσουμε τις διαφορές και ομοιότητες εκείνης της περιόδου, ώστε να επωφεληθούμε καθώς τις περισσότερες φορές η ιστορία επαναλαμβάνεται, θα αναφέρω ένα απλό παράδειγμα που ζήσαμε και εμείς στη χώρα μας. Θα τονίσω ότι το σημείο αναφοράς θα αποτελεί πάντοτε η «πραγματική διαθέσιμη ρευστότητα», αυτήν που κατέχω στη «τσέπη» μου! Το «πραγματικό χρήμα» συσσωρεύτηκε μια 20ετία και μπήκε στις αγορές για να δεκαπλασιαστεί σε ένα εξάμηνο και στη συνέχεια να δούμε μια τεράστια αναδιανομή του αέρινου πλούτου προς το 1% του πλανήτη, όταν οι τράπεζες έδωσαν απεριόριστη ρευστότητα στο σύστημα! Στη χώρα μας την έπαιρναν μόνοι τους οι περισσότεροι επενδυτές με τον γνωστό μας «αέρα», δέκα φορές πάνω από την αξία του χαρτοφυλακίου! Σήμερα, η ταχύτητα των κρίσεων, των γρήγορων αποδόσεων και της τεράστιας μόχλευσης, (του γνωστού μας «αέρα» από το 2000, σε μια πιο εξελιγμένη και νόμιμη μορφή), όλων των ειδών των προϊόντων συνηγορούν σε μια «βόμβα μεγατόνων» για το υπάρχων σύστημα. Πότε θα σκάσει; Όταν φυσικά κλείσουν οι «κάνουλες» της απεριόριστης ρευστότητας, όπως γίνεται πάντα!