Τα ομόλογα εφεξής θα δίνουν το τέμπο
Shutterstock
Shutterstock

Τα ομόλογα εφεξής θα δίνουν το τέμπο

Οι εξελίξεις από τον πόλεμο Ισράηλ – Χαμάς και οι ανακοινώσεις των τριμηνιαίων αποτελεσμάτων τις επόμενες ημέρες από τα μεγαλύτερα ονόματα της τεχνολογίας διαμορφώνουν και αυτή την εβδομάδα μια ιδιαίτερα ρευστή κατάσταση, με πολλούς ευρωπαϊκούς δείκτες να κινούνται πλέον κάτω από τον μέσο κινητό των 200 ημερών, ενώ η μητέρα των αγορών δίνει τη δική της μάχη για τη διακράτηση του, στις 4240 μονάδες.

Για όσους πάντως ασχολούνται με τις ημερήσιες διακυμάνσεις, μια παρατηρητική ματιά στις τελευταίες συνεδριάσεις της Wall μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «το κουμάντο» αυτόν τον καιρό για την εναλλαγή του πρόσημου των αγορών τον κάνει η αγορά των ομολόγων.

Δείτε τη χθεσινή συνεδρίαση. Όσο η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς ήταν σε θετικό έδαφος –μάλιστα κάποια στιγμή ήταν για άλλη μια φορά πάνω από το ψυχολογικό όριο του  5% - οι χρηματιστηριακοί δείκτες ήταν σε αρνητικό έδαφος.

Μόλις η τιμή των ομολόγων πήρε την ανιούσα και οι αποδόσεις κινήθηκαν με αρνητικό πρόσημο, η εικόνα στη Wall Street βελτιώθηκε αισθητά, με τους δείκτες να σβήνουν τις αρχικές τους απώλειες και να σημειώνουν ενδοσυνεδριακά άνοδο έως και 0,36%.

Βλέπετε, η αγορά έχει αρχίσει να αναγνωρίζει το γεγονός ότι τα ομόλογα είναι καλύτερα συντονισμένα με τα όσα συμβαίνουν σε μακροοικονομικό επίπεδο και έτσι τις τελευταίες δύο εβδομάδες επί της ουσίας κινείται στον ρυθμό τους. 

Στη χθεσινή μας ανάλυση εξηγήσαμε γιατί οι αποδόσεις στα ομόλογα αυξάνονται παρά τα σχετικά καλά πρόσφατα νέα για τον πληθωρισμό, αλλά και γιατί η συμπεριφορά τους είναι στην ουσία το παράθυρο των αγορών στο μέλλον. 

Η αγορά των ομολόγων όμως έχει εδώ και έβδομάδες  έναν ακόμα καίριο ρόλο, αυτόν του υποβολέα. 

Για να γίνουμε περισσότερο κατανοητοί θα αναφέρουμε τις πρόσφατες δηλώσεις  της Πρόεδρου της Cleveland Fed, Mester, σύμφωνα με τις οποίες η Fed θα διατηρήσει πιθανότατα αμετάβλητο το επιτόκιο αναφοράς στις δύο επόμενες συσκέψεις της,  δεδομένου ότι οι υψηλές αποδόσεις στη λήξη ομολόγων κάνουν ήδη τη «δουλειά» της Fed και μάλιστα αρκετά αποτελεσματικά. 

Επομένως, δεν χρειάζονται πρόσθετες αυξήσεις επιτοκίου, καθώς ήδη οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες είναι επαρκώς περιοριστικές ώστε να συνεχισθεί η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.

Οι δηλώσεις της Mester, οι οποίες μας θύμισαν ανάλογες δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ πριν περίπου έναν μήνα, στην ουσία είναι η απόδειξη ότι το αυξημένο επίπεδο απόδοσης στη λήξη κρατικών ομολόγων θα αρχίσει να  επηρεάζει εφεξής τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής. 

Στην ουσία τα ομόλογα έχουν ήδη πάρει τη σκυτάλη από τους Κεντρικούς τραπεζίτες και έχουν αναλάβει την «επαγρύπνηση» τόσο όσον αφορά τις συνθήκες που δημιουργούνται  εν μέσω της προοπτικής των «υψηλών επιτοκίων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα», όσο και ενός ολοένα αυξανόμενου δημοσιονομικού ελλείμματος.

Βλέπετε, την Παρασκευή που μας πέρασε το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι η  ομοσπονδιακή κυβέρνηση έκλεισε το οικονομικό της έτος τον Σεπτέμβριο με δημοσιονομικό έλλειμμα σχεδόν 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό σημαίνει ότι το αμερικανικό εθνικό χρέος  φθάνει πλέον το ύψος των 33,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. 

Τουτέστιν, το χρέος της χώρας έχει διογκωθεί κατά περισσότερα από 10 τρισεκατομμύρια δολάρια από την έναρξη της πανδημίας Covid-19, όταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατέκλυσε την αγορά με ένα πλήθος δημοσιονομικών κινήτρων, προκειμένου  να στηρίξει την οικονομία να ανταπεξέλθει στις επιπτώσεις των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Η εξέλιξη του αμερικανικού χρέους παρά το γεγονός ότι δεν σχολιάζεται εμφανώς, εντούτοις προκαλεί υπόκωφες ανησυχίες δεδομένου ότι πριν από λίγους μήνες, οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούσαν ότι το έλλειμμα της κυβέρνησης των ΗΠΑ θα μειωθεί με την επιβράδυνση της ανάπτυξης.

Το αντίθετο όμως. Παρά την επιβράδυνση της ανάπτυξης το έλλειμμα μεγαλώνει και  αυτό είναι αρκετά ανησυχητικό για τους επενδυτές ομολόγων.

Για την ακρίβεια καταγράφεται μια αύξηση στο έλλειμμα κατά 23% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Οι λόγοι; Τα έσοδα μειώθηκαν, ενώ αυξήθηκαν οι δαπάνες για την κοινωνική ασφάλιση- Medicare- και για τους τόκους του ομοσπονδιακού χρέους.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου μάλιστα προειδοποιεί ότι με βάση την τρέχουσα φορολογική νομοθεσία και τη νομοθεσία για τις δαπάνες, τα ελλείμματα των ΗΠΑ μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα ανέλθουν  περίπου στα 2,13 τρισεκατομμύρια δολάρια προκειμένου να καλυπτούν τις δαπάνες για τόκους, υγεία και συντάξεις. Εν ολίγοις, θα προσεγγίσουν τα επίπεδα της εποχής της πανδημίας.

Η αγορά των ομολόγων είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη σε τέτοιες προβλέψεις και αυτόματα εισέρχεται στον λεγόμενο κώδικα «επαγρύπνησης», υπενθυμίζοντας με τον τρόπο της ότι τα ελλείμματα πρέπει να μειωθούν και πάνω από όλα να ελεγχθούν έγκαιρα.

Το παράδειγμα της Μ. Βρετανίας είναι σχεδόν νωπό, με τον προϋπολογισμό της πρώην πρωθυπουργού Liz Truss τον περασμένο Σεπτέμβριο ο οποίος περιελάμβανε μια σειρά από μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές,  να ακολουθείται με ευρύ ξεπούλημα στην αγορά των ομολόγων, σε ένα ξεκάθαρο μήνυμα των επενδυτών ότι δεν θα δείξουν ανοχή σε μια ανεύθυνη δημοσιονομική πολιτική. 

Η επαγρύπνηση των ομολόγων λοιπόν έχει ήδη επιστρέψει και η συγκεκριμένη αγορά  δίνει το τέμπο όχι μόνο στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, αλλά και στη δημοσιονομική και τη νομισματική πολιτική.Το μήνυμα δε ξεκάθαρο: Δεν πρέπει να ελεχθεί μόνο ο πληθωρισμός αλλά και τα ελλείμματα.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.