Πόσο θα κρατήσει η φρενίτιδα στις αγορές

Πόσο θα κρατήσει η φρενίτιδα στις αγορές

Ούτε ένα, ούτε δύο αλλά πέντε συνεχόμενα ιστορικά ρεκόρ κατέγραψε στην εβδομάδα που πέρασε ο S&P 500, υποδηλώνοντας ότι οι επενδυτές έχουν αφήσει για τα καλά πίσω την κρίση των δασμών. Ο κορυφαίος χρηματιστηριακός δείκτης έκλεισε την εβδομάδα με κέρδη 1,46%, ενισχύεται μέσα στο 2025 κατά 8,62% και φιγουράρει στο υψηλότερο επίπεδο στα χρονικά.

 Έχουν περάσει έξι μήνες από την ημέρα που ορκίστηκε ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και η Wall Street βρίσκεται εκεί που ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποσχεθεί, ήτοι σε ιστορικά υψηλά. Βέβαια, για να φτάσουν σε νέες κορυφές οι μετοχές πέρασαν από χίλια κύματα. Από τη μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς και τις απίστευτες δηλώσεις του Τραμπ για εξαγορά της Γροιλανδίας και προσάρτηση του Καναδά, μέχρι τις απειλές κατά του Ιράν και την πρόθεσή του να απολύσει τον Τζερόμ Πάουελ της Fed. 

Αφού, λοιπόν, πέρασε η… φουρτούνα και οι αγορές βρέθηκαν σε πιο ήρεμα ύδατα, οι χρηματιστηριακοί δείκτες πήραν την ανιούσα και μάλιστα με τέτοια φόρα που για πολλοστή φορά τα τελευταία χρόνια το ράλι δείχνει «ανίκητο». Την ίδια ώρα, δεν υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι στον ορίζοντα, τουλάχιστον όχι τόσο ορατοί όπως οι κίνδυνοι που απασχολούσαν τις αγορές στο πρώτο εξάμηνο του έτους. 

Άρα, θα έλεγε κανείς ότι οι προοπτικές είναι πολύ καλές και το ράλι θα συνεχιστεί με αμείωτο ρυθμό. 

Κι όμως, παρά τις θετικές εξελίξεις, οι αναλυτές κρατούν μικρό καλάθι για τις επιδόσεις του επόμενου 12μήνου, με την UBS να δίνει τιμή-στόχο για τον S&P 500 στις 6.500 μονάδες, με περιθώριο ανόδου δηλαδή μόλις της τάξης του 2%. Σύμφωνα με την ελβετική τράπεζα, τα στοιχεία για την αμερικανική οικονομία παραμένουν υγιή, παρά τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς και την ευρύτερη εμπορική πολιτική των ΗΠΑ. 

Από τη στιγμή, μάλιστα, που τα πρόσφατα στοιχεία για τις λιανικές πωλήσεις ξεπέρασαν τις προσδοκίες και οι καταναλωτικές δαπάνες ευθύνονται για το 70% της οικονομικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ, η JPMorgan επισημαίνει ότι η οικονομία είναι ανθεκτική. Επομένως, τα οικονομικά αποτελέσματα των εισηγμένων στη Wall Street θα έχουν ένα σύμμαχο στην πορεία και όσο θα γίνονται αισθητές οι επιπτώσεις των αυξημένων δασμών. 

Η UBS τονίζει δύο ακόμη σημαντικά στοιχεία που υποστηρίζουν την ανθεκτικότητα των εταιρικών αποτελεσμάτων. Το ένα είναι η αποδυνάμωση του δολαρίου. Όπως σημειώνει, κάθε μεταβολή της τάξης του 10% στο αμερικανικό νόμισμα μεταφράζεται περίπου σε 2,5% αύξηση των κερδών του S&P 500. Και ενώ εκτιμάται ότι το δολάριο θα δεχθεί κάποια στήριξη στην πορεία, η αποδυνάμωση θα συνεχιστεί και ενδεχομένως γίνει ακόμη πιο αισθητή προς το τέλος του έτους, όταν η αμερικανική οικονομία θα ρίξει ταχύτητα. 

Επιπλέον, το «One Big Beautiful» νομοσχέδιο του Τραμπ αναμένεται να ενισχύσει τις επενδύσεις. Και αυτό γιατί περιλαμβάνει πολιτικές που θα δώσουν ώθηση στις βραχυπρόθεσμες ταμειακές ροές αλλά και κίνητρα για επενδύσεις κεφαλαίου. Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις θα είναι σε θέση να αυξήσουν τις επαναγορές μετοχών, κάτι που θα ευνοήσει την αύξηση των κερδών. Η UBS προτιμά τους κλάδους IT, τραπεζών, υγείας, communication services και utilities. 

Επομένως, η bull market συνεχίζεται δυναμικά, ικανοποιώντας μία από τις δεσμεύσεις του Αμερικανού προέδρου. Ίσως, μάλιστα κάτι παραπάνω από δυναμικά καθώς η ανάκαμψη μετά το χαμηλό της 8ης Απριλίου είναι μία από τις γρήγορες και εντυπωσιακές στην ιστορία. 

Καλά όλα αυτά, αλλά γιατί οι αναλυτές δεν βιάζονται να δώσουν υψηλότερες τιμές-στόχους για τους χρηματιστηριακούς δείκτες;

Όπως δήλωσε και ο Τζέι Πάουλ, η αμερικανική οικονομία δείχνει υγιέστατη, δεδομένου ότι η ανεργία είναι στο 4,2% και το επίπεδο συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό σε υψηλό επίπεδο, την ώρα που ο πληθωρισμός εξασθενεί. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ένας μεγάλος κίνδυνος, τον οποίο αυτή τη στιγμή οι αγορές δείχνουν – ηθελημένα ή μη – να αγνοούν. Ο πληθωρισμός που θα προέλθει από τους αυξημένους δασμούς. 

Και κάτι ακόμη. Αναλυτές προειδοποιούν ότι η τόσο άμεση ανάκαμψη των μετοχών δεν υποστηρίζεται πλήρως από τα θεμελιώδη, ενώ οι αποτιμήσεις βρίσκονται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα. Που συνεπάγεται ότι οι επενδυτές ενδέχεται να αντιδράσουν έντονα αρνητικά στην περίπτωση μίας νέας μεγάλης αναταραχής. Όπως για παράδειγμα, στο σενάριο που τα αποτελέσματα γ’ ή δ’ τριμήνου αποδειχθούν χειρότερα των προσδοκιών. 

Αν, με άλλα λόγια, οι επενδυτές φοβηθούν ότι οι δασμοί «δαγκώνουν» περισσότερο απ’ ότι σήμερα εκτιμάται, θα ενισχυθούν ακαριαία οι ανησυχίες για την πορεία της οικονομίας και τότε μόνο οι μειώσεις επιτοκίων από την Fed θα μπορούσαν να βελτιώσουν το κλίμα. Μόνο που ο Πάουελ δεν δείχνει διατεθειμένος να πάει κόντρα στην οικονομική λογική…