Πώς θα επιστρέψει στην κανονικότητα το Χρηματιστήριο Αθηνών

Πώς θα επιστρέψει στην κανονικότητα το Χρηματιστήριο Αθηνών

Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας διογκώνονται στην παρούσα φάση καθώς είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης εκτός επενδυτικής βαθμίδας  και ο μόνος τρόπος να καλύψει το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας  είναι η συνέχεια του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων τόσο σε ποσοτικό όσο και σε ποιοτικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο, ποια είναι η συμπεριφορά του Ελληνικού Χρηματιστηρίου, κατά πόσον συνάδει με τα οικονομικά μεγέθη και τις προσδοκίες των αναλυτών και με ποια χρονική ακολουθία κινείται;

Συνεδρίαση αποκόμισης κερδών η χθεσινή, με απώλειες -1,14% στον Γενικό Δείκτη μετά το προχθεσινό εκκωφαντικό +5,68%. Το profit taking  λειτούργησε σε όλο το φάσμα του ταμπλό με ΟΤΕ- ΤΙΤΑΝΑ και ΣΑΡΑΝΤΗ να κλείνουν με θετικό πρόσημο κρατώντας περιορισμένες τις απώλειες των δεικτών.

Ήδη προχθές, η FED ξεκίνησε με 25 μονάδες την πρώτη αύξηση επιτοκίων από ένα σύνολο επτά που προβλέπονται για τη φετινή χρονιά, με τον Jerom Powell να συμπληρώνει ότι  η οικονομία είναι πολύ ισχυρή και σε καλή κατάσταση, γεγονός που οδήγησε τους δείκτες της Wall ακόμα υψηλότερα.

Λόγω της μεγάλης μεταβλητότητας που αποτυπώνει την εποχή μας με την εκτόξευση του πληθωρισμού, το αυξημένο ενεργειακό κόστος και τις εξελίξεις του πολέμου, τα χρηματιστήρια έχουν αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον  ενεργοποιώντας το επενδυτικό κοινό, δυσκολεύοντας την ανάληψη ρίσκου αλλά και  δημιουργώντας ελκυστικότερες αποτιμήσεις.

Η  Ελλάδα τα τρία τελευταία χρόνια, προσπαθεί να γίνει μια «κανονική» χώρα.  Περνώντας από τις συμπληγάδες των μνημονίων την τελευταία δεκαετία, αύξησε κατά πολύ το δημόσιο χρέος της αλλά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οδηγήθηκε  σε μεταρρυθμίσεις σε ένα ευρύτερο φάσμα του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η εικόνα της ιδίως στην πρώτη φάση της πανδημίας, «πούλησε» θετικά προς τα έξω  και έδωσε το πάτημα στη χώρα να ξεκινήσει την προσπάθεια επανάκτησης της διεθνούς αξιοπιστίας της.  Η επιτυχημένη τουριστική περίοδος του 2021 συνέβαλε επίσης σε αυτό, με αποτέλεσμα τη χρονιά αυτή να ισοφαρίσει τις απώλειες της πανδημικής ύφεσης του 2020 με +8,3% του ΑΕΠ που «μάζεψε» και λίγο λόγω των πολύ αυξημένων τιμών ενέργειας του τελευταίου τριμήνου, διαφορετικά θα  είχε προσεγγίσει το +9%.

Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας διογκώνονται στην παρούσα φάση καθώς είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης εκτός επενδυτικής βαθμίδας  και ο μόνος τρόπος να καλύψει το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας  είναι η συνέχεια του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων τόσο σε ποσοτικό όσο και σε ποιοτικό επίπεδο. Η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας  για το 2022 και ενδεχομένως και για το 2023 σε συνδυασμό με τη σωστή χρήση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης  θα μπορούσε να  οδηγήσει τη χώρα στην πλήρη επανάκτηση της διεθνούς αξιοπιστίας της  που θα σφραγίσει και η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

Σε αυτό το πλαίσιο, ποια είναι η συμπεριφορά του Ελληνικού Χρηματιστηρίου, κατά πόσον συνάδει με τα οικονομικά μεγέθη και τις προσδοκίες των αναλυτών και με ποια χρονική ακολουθία κινείται;

Η άποψή μας είναι ότι αργά ή γρήγορα επιβεβαιώνεται το «Κανονική χώρα, κανονικό χρηματιστήριο». 

Συχνά το χρηματιστήριο λειτουργεί ως προεξοφλητικός μηχανισμός, άλλες φορές «αργεί» να ενσωματώσει τις   προοπτικές μιας οικονομία.

Συντρέχουν αρκετοί λόγοι γι΄ αυτό, ιδίως σε μια χώρα όπως η δική μας, που δεν έχει αποτινάξει τις παθογένειες του παρελθόντος ακόμα, ή καθυστερεί στην εξυγίανση του συστήματος.  Ο τραπεζικός τομέας είναι ευκρινές παράδειγμα : Κατά την περσινή χρονιά η 9μηνη συσσώρευση των μεγάλων δεικτών οφειλόταν σαφώς στη συμπεριφορά των τραπεζών, που έτρεχαν την εξυγίανση των ισολογισμών τους  συν δυο μεγάλες αυξήσεις κεφαλαίου των ALPHA και ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ενώ με την έναρξη της χρονιάς το ράλι μέχρι την έναρξη του πολέμου πυροδοτήθηκε από αυτούς ακριβώς τους τίτλους.  Η αγορά απέκτησε χρηματοροές, μεταβλητότητα, rotation, αυξημένους όγκους συναλλαγών  και τελικά θετική αυτονόμηση σε σχέση με τις μεγάλες αγορές που παραμένει μέχρι σήμερα :

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΗΜΑ ΓΔ- DAX 

Επομένως, και παρά τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία και πόσον μάλλον η δική μας  λόγω του μείγματος του ενεργειακού κόστους, του πληθωρισμού, των επιπτώσεων του πολέμου και του φόβου μιας επισιτιστικής κρίσης, η χώρα  οφείλει να συνεχίσει απρόσκοπτα στο δρόμο για την κανονικότητα, που στην περίπτωσή μας μεταφράζεται στην επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Η ροή κεφαλαίων θα πολλαπλασιαστεί στην περίπτωση αυτή  και  είναι πολύ πιθανόν η «προεξόφληση» να περάσει μέσα από το χρηματιστηριακό ταμπλό.