Oι επιπτώσεις από το «κανόνι» της Renovo στην BlackRock
Shutterstock
Shutterstock

Oι επιπτώσεις από το «κανόνι» της Renovo στην BlackRock

Το οικοσύστημα του εξωτραπεζικού και εναλλακτικού δανεισμού μέσω ιδιωτικών funds είναι εξαιρετικά διαδεδομένο τα τελευταία χρόνια. Ένα από τα σημαντικότερα και ισχυρότερα Private Credit Funds είναι αυτό της BlackRock, το οποίο τις τελευταίες ημέρες κατέκτησε τις επικεφαλίδες των χρηματιστηριακών αναλύσεων. Όχι, λόγω της ανάπτυξής του ή της κερδοφορίας του, αλλά λόγω της πτώχευσης της Renovo. Μιας πτώχευσης που κόστισε στην BlackRock $150 εκατ.  

Δεν είναι το μέγεθος της ζημίας που θορύβησε την αγορά, αφού τα $150 εκατ. μπροστά στα $63 δισ. της BlackRock Private Credit Fund (BDEBT) είναι ένα ιδιαίτερα μικρό μέγεθος, σχεδόν αμελητέο. Ωστόσο, είναι ένας μικρός συναγερμός που ηχεί σε μια ακμάζουσα, αλλά αδιαφανή σε γενικές γραμμές αγορά ιδιωτικών δανείων. Φωτίζοντας, έστω και οριακά μια ευπάθεια, που μπορεί να λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις. 

Η Renovo Home Partners, είναι μια εταιρεία στο χώρο της οικιστικής ανάπτυξης με έδρα το Ντάλας, που ιδρύθηκε το 2018 από το Audax Private Equity (με δάνειο) και ειδικεύεται στην παροχή υπηρεσιών ανακαίνισης και αναβάθμισης ακινήτων. Η εταιρεία είχε αντιμετωπίσει δυσκολίες ανάπτυξης κατά τη διάρκεια της πανδημίας, των υψηλών επιτοκίων, του πληθωρισμού και της επιβράδυνσης της αγοράς ακινήτων. Κι έτσι απευθύνθηκε σε μια κοινοπραξία ιδιωτικής δανειοδότησης αποτελούμενη από την BlackRock, τη MidCap Financial της Apollo Global Management και την Oaktree Capital Management. Με το μεγαλύτερο μέρος του δανείου να βρίσκεται στα χέρια της BlackRock. 

Στα τέλη του 2024 άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα προβλήματα, με τη Renovo να καθυστερεί τις πληρωμές τόκων, που αντιστοιχούσαν σε επιτόκια της τάξης του 9,5%. Τον Απρίλιο του 2025 οι δανειστές προχώρησαν σε αναδιάρθρωση του χρέους, με διαγραφή μέρους των τόκων, μετατρέποντας παράλληλα το χρέος σε μετοχές, εκτοπίζοντας με αυτόν τον τρόπο την Audax από το μετοχικό κεφάλαιο της Renovo. Στα τέλη Q2 η BlackRock κατέγραψε λογιστικές ζημίες από το αρχικό δάνειο της τάξης των $66 εκατ., αποτιμώντας ωστόσο τη θέση της στη Renovo στην έκθεση του Q3 στο 100%. Πιστοποιώντας με αυτόν τον τρόπο, την πλήρη αποπληρωμή του δανείου.

Οι τίτλοι τέλους έπεσαν στις 4 Νοεμβρίου 2025, όταν η Renovo και οι 18 θυγατρικές της, υπέβαλαν αίτηση πτώχευσης (εκκαθάρισης), στην Πολιτεία του Ντέλαγουερ. Η αίτηση ανέφερε υποχρεώσεις που πλησίαζαν τα $500 εκατ., έναντι περιουσιακών στοιχείων με αποτίμηση χαμηλότερη των $50 χιλιάδων, αφήνοντας τους πιστωτές ανικανοποίητους μετά την εκκαθάριση. 

Σύμφωνα με το Bloomberg, η Blackrock επιβεβαίωσε τη διαγραφή του συνολικού χρέους από τις λογιστικές της καταστάσεις. Και μάλιστα το ΔΣ του BlackRock Private Credit Fund (BDEBT) για να διασκεδάσει τις ανησυχίες των μετόχων, χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη ζημία ως «μη συστημική», αφού αφορούσε μόλις έναν δανειολήπτη.

Ο χαρακτηρισμός της ζημίας ως «μη συστημικής», δεν εφησύχασε τις αγορές. Κάθε άλλο μάλιστα. Διότι η αγορά του Private Credit μπορεί να είναι μεγάλη, έχοντας εκτοξευθεί στα $1,7 τρισ., με την BlackRock να διαχειρίζεται εξ αυτών τα $150 δισ., αλλά ενέχει κινδύνους. Μεταφέροντας τους κινδύνους αυτούς γενικότερα στην αγορά, αφού η ιδιωτική εξωτραπεζική πίστη, όπως αποδίδεται στα ελληνικά ο όρος Private Credit, προσφέρεται ως ένα καινοτόμο εναλλακτικό επενδυτικό προϊόν. Με αποτέλεσμα να βλέπουμε ακόμα και συντηρητικούς θεσμικούς επενδυτές όπως είναι τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφαλιστικές εταιρείες, να αγοράζουν μερίδια αυτών των funds, με την ίδια ευκολία που αγοράζουν ομόλογα.

Τα Private Credit, υπόσχονται μεγαλύτερες αποδόσεις από τα ομόλογα, αλλά με αυξημένο κίνδυνο. Και η περίπτωση της Renovo, μας υπενθύμισε αυτό ακριβώς. Ότι δεν υπάρχουν αγορές χωρίς κινδύνους, παρά μόνο στην επενδυτική φαντασία. Έτσι μέσα στο 2025, πτώχευσε η First Brands (ανταλλακτικά αυτοκινήτων), με τη ζημία της UBS να ξεπερνά τα $500 εκατ. Ακολούθησε η πτώχευση της Tricolor, που προκάλεσε ζημία ύψους $270 εκατ. στη JPMorgan και σε αρκετές περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ Το ίδιο και η Primalend και η Serta Simmons Bedding. Και σύμφωνα με τους εξειδικευμένους αναλυτές οι ανακτήσεις των κεφαλαίων μετά τις πτωχεύσεις, πλησιάζουν το 33%, έναντι των τραπεζικών δανείων που φτάνουν στο 52%.  

Το μεγάλο εγγενές πρόβλημα με τα ιδιωτικά δάνεια, είναι ο τρόπος αποτίμησης της αξίας τους. Διότι καθώς δεν υπάρχει μια δευτερογενής αγορά τέτοιων δανείων, όπως υπάρχει για παράδειγμα στα ομόλογα, οι αποτιμήσεις βασίζονται σε χρηματοοικονομικά μοντέλα και όχι σε πραγματικές αγοραίες τιμές. Σε αντίθεση με τις αγορές ομολόγων ή μετοχών ή ETFs, όπου κάθε μέρα συναντώνται οι αγοραστές με τους πωλητές, προσδιορίζοντας με ακρίβεια τις τιμές στο λεγόμενο «ταμπλό». Αυτό συνέβη και στην περίπτωση της Renovo. Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι τα Credit Funds φουσκώνουν τις αξίες και τις αποτιμήσεις, με σκοπό την ενίσχυση των αποδόσεων ώστε να προσελκύσουν επενδυτές. Στην περίπτωση της Renovo, το χρέος αποτιμήθηκε στην ονομαστική του αξία ακόμα και μετά τις διαγραφή μέρους του. Όμως «εξαφανίστηκε» λίγες εβδομάδες αργότερα.

Το ζητούμενο είναι το τι θα κάνουν οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές απέναντι σε αυτές τις πρακτικές «αδιαφανούς» αποτίμησης. Ειδικά σε μια περίοδο απορρύθμισης της Wall Street, όπως είχε αναφερθεί στο άρθρο «Η απορρύθμιση της Wall Street θα στηρίξει την ευφορία ή θα αυξήσει το ρίσκο;», εδώ.