Κι όμως, η ανάκαμψη απειλεί τα «τρελά» κέρδη των αγορών

Κι όμως, η ανάκαμψη απειλεί τα «τρελά» κέρδη των αγορών

Αν ένας επενδυτής τοποθετούσε τις οικονομίες του στον μεγαλύτερο χρηματιστηριακό δείκτη του πλανήτη, τον S&P 500, και δεν άκουγε τις σειρήνες που εμφανίζονται κατά καιρούς λόγω των κρίσεων, θα απολάμβανε μακροπρόθεσμα κέρδη και ετήσια απόδοση της τάξης του 9,64%. Το 2020, ενώ ήταν ένα από τα έτη με την πιο ακραία αβεβαιότητα της σύγχρονης ιστορίας, οι αγορές σημείωσαν «τρελά» κέρδη, με τον S&P να καταγράφει υπερτριπλάσια άνοδο από τον μακροπρόθεσμο ετήσιο μέσο όρο, 31,5%.

Οι λόγοι είναι γνωστοί και σχετίζονται κυρίως με την μεγαλύτερη καταιγίδα ρευστότητας όλων των εποχών. Μέσα στο 2021 που τα μέτρα ενίσχυσης συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό, ο S&P 500 ενισχύεται μέχρι στιγμής κατά 11,3%.Αν και πρωταγωνιστής του 2020 ήταν ο Nasdaq, ο δείκτης S&P 500 είναι αυτός που συνδέεται περισσότερο με την κατάσταση των χρηματιστηρίων όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και παγκόσμια, καθώς αποτελείται από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του πλανήτη.

Μπορεί να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο τα επόμενα χρόνια; Η μεγάλη αισιοδοξία για την επιτάχυνση των εμβολιασμών και κατ’ επέκταση την ανάκαμψη της οικονομίας έχει οδηγήσει τους σημαντικότερους χρηματιστηριακούς δείκτες σε ιστορικά υψηλά, με τον S&P 500 να έχει γράψει κέρδη άνω του 5% τον Απρίλιο, φτάνοντας κοντά στις 4.200 μονάδες, επίπεδο που πολλοί αναλυτές έβλεπαν προς το τέλος του 2021.

Παρόμοιο σκηνικό και στην Αθήνα με τον ΓΔ να ενισχύεται κατά 5,2% τον τελευταίο μήνα και 12,5% από την αρχή του έτους.

Θα έλεγε κανείς ότι το λογικό είναι, από τη στιγμή που βλέπουμε φως στο βάθος του τούνελ αναφορικά με το τέλος της πανδημίας, να συνεχιστεί η ανοδική πορεία των αγορών στο υπόλοιπο του 2021 και το 2022, όσο δηλαδή θα διαρκέσει η ανάκαμψη και μέχρι να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.

Όμως και μόνο το γεγονός ότι ανεπτυγμένες αγορές όπως η Wall, έχουν ήδη ξεπεράσει κάθε προσδοκία, κάνει ορισμένους αναλυτές να πιστεύουν ότι οι αγορές δεν θα συνεχίσουν να «τρέχουν» με την ίδια ταχύτητα την επόμενη διετία, πόσω μάλλον αν αρχίσουν να αποσύρονται τα μέτρα στήριξης.

Σε αυτή την εκτίμηση συμβάλλουν επίσης οι πολύ υψηλές αποτιμήσεις οι οποίες πολλές φορές μοιάζουν απίστευτες, αλλά και η προοπτική σταδιακής κατάργησης των μέτρων στήριξης.

Η άνοδος που οφείλεται στις αποτιμήσεις και «ευθύνεται» κατά κύριο λόγο για το ράλι του 2020, δείχνει να μην έχει πολύ δρόμο ακόμη. Ο ρυθμός με τον οποίο τα μελλοντικά κέρδη προεξοφλήθηκαν μειώθηκε πολύ πέρσι, καθώς οι πραγματικές αποδόσεις «ασφαλών καταφυγίων», όπως τα ομόλογα, υποχώρησαν και τα spreads των εταιρικών ομολόγων συμπιέστηκαν.

Σύμφωνα με την Capital Economics, αυτός είναι ο λόγος που αυξήθηκαν τόσο πολύ οι χρηματιστηριακές αποτιμήσεις.

Πλέον, οι πραγματικές αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων έχουν αυξηθεί από την αρχή του έτους και αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω καθώς η οικονομία θα ανακάμπτει και οι επενδυτές θα προεξοφλούν ολοένα περισσότερο την αναπόφευκτη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.

Την ίδια ώρα, τα spreads των εταιρικών ομολόγων έχουν πλησιάσει στα προ πανδημίας επίπεδα και πολύ δύσκολα θα μειωθούν περισσότερο. Αυτό δεν θα μπορούσε να σημαίνει ότι η ανοδική κίνηση των χρηματιστηρίων θα πρέπει να προέλθει από την αύξηση των κερδών.

Ένας δεύτερος λόγος που… δυσκολεύει τη συνέχιση του ράλι είναι το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του ενθουσιασμού και της αισιοδοξίας για την ανάκαμψη έχει ήδη προεξοφληθεί από τις αγορές.

Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις των αναλυτών τοποθετούν τα εταιρικά κέρδη του 2022 περίπου 30% υψηλότερα από τα κέρδη του 2019, που σημαίνει ότι έχουν στενέψει πολύ τα περιθώρια για στήριξη των αγορών τον επόμενο χρόνο αφού θα πρέπει να δούμε αρκετές «εκπλήξεις» στο μέτωπο των αποτελεσμάτων.

Μία πρώτη γεύση πήραμε στην τρέχουσα περίοδο ανακοινώσεων, καθώς η μεγάλη αύξηση κερδών που σημειώθηκε δεν έδωσε τόσο μεγάλη ώθηση στις αγορές.

Ο τρίτος λόγος είναι οι αλλαγές που αναμένεται να δούμε στα μέτρα που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την προοπτική αύξησης των φόρων για τις επιχειρήσεις στις ΗΠΑ.

Παράλληλα, οι ρυθμιστικές αρχές ανά τον κόσμο σφίγγουν τον κλοιό σε θέματα ανταγωνισμού και παγκόσμιοι κολοσσοί βρίσκονται αντιμέτωποι με ηχηρά πρόστιμα στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη αλλά και αλλού.