Μετά τα πολυαναμενόμενα στοιχεία για τις νέες θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ την Παρασκευή έγινε κατανοητό ότι η αγορά εργασίας έχει αποδυναμωθεί σημαντικά και δεν παρουσιάζει πολλές νέες ευκαιρίες για όσους αναζητούν εργασία.
Η αμερικανική οικονομία δημιούργησε πολύ μικρότερο των εκτιμήσεων αριθμό θέσεων εργασίας τον Αύγουστο. Πιο συγκεκριμένα οι νέες θέσεις εργασίας διαμορφώθηκαν στις 22.000 από 79.000 τον Ιούλιο έναντι 75.000 νέων θέσεων εργασίας που εκτιμούσαν οι αναλυτές.
Οι θέσεις στον ιδιωτικό τομέα ανέβηκαν κατά 38.000, αλλά στο Δημόσιο μειώθηκαν κατά 16.000. Στα εργοστάσια οι θέσεις μειώθηκαν κατά 12.000, ενώ οι μέσες ώρες εργασίας εβδομαδιαίως στον ιδιωτικό τομέα ανήλθαν σε 34,2.
Οι αναθεωρήσεις των προηγούμενων μηνών υποδεικνύουν επίσης μια αγορά εργασίας ασθενέστερη απ' ό,τι είχε αναφερθεί τότε.(σ.σ: Είναι θέμα χρόνου να δούμε αναρτήσεις σχετικές με την αξιοπιστία των στοιχείων από τον Τραμπ στο ΤruthSocial).
Ο Ιούνιος αναθεωρήθηκε προς τα κάτω κατά 27.000, από +14.000 σε -13.000, ενώ ο Ιούλιος αναθεωρήθηκε προς τα πάνω κατά 6.000, από +73.000 σε +79.000. Αυτό σημαίνει ότι η απασχόληση και για τους δύο μήνες συνολικά είναι κατά 21.000 θέσεις χαμηλότερη απ' ό,τι είχε ανακοινωθεί.
Εν τω μεταξύ, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε στο 4,3%, όσο ανέμεναν και οι αναλυτές, από 4,2% τον προηγούμενο μήνα. Πρόκειται για υψηλό 4ετίας.
Την ίδια στιγμή το μέσο ωρομίσθιο ενισχύθηκε 0,3% σε μηνιαία βάση, όσο ανέμεναν οι αναλυτές και σε ετήσια βάση κατέγραψε άνοδο 3,7%, επίσης σύμφωνα με τις προβλέψεις.
Σημαντική λεπτομέρεια ότι το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό διαμορφώθηκε στο 62,3%.
Τι κρατάμε από τα παραπάνω στοιχεία;
Πρώτον, η αμερικανική οικονομία έχασε 13.000 θέσεις εργασίας τον Ιούνιο. Πρόκειται για τον πρώτο μήνα απώλειας θέσεων εργασίας από τον Δεκέμβριο του 2020. Αυτή η απώλεια τερματίζει το συνεχόμενο σερί αύξησης θέσεων εργασίας που διήρκεσε 53 μήνες, από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Μάιο του 2025.
Δεύτερον, η αμερικανική οικονομία πρόσθεσε μόλις 22.000 θέσεις εργασίας τον Αύγουστο και το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε στο 4,3%.
Αν εξαιρέσουμε την περίοδο της πανδημίας, η οικονομία των ΗΠΑ έχει να προσθέσει τόσες λίγες θέσεις εργασίας τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους από το 2010.
Ως εκ τούτου, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η έκθεση Απασχόλησης του Αυγούστου επιβεβαίωσε ότι η αγορά εργασίας στις ΗΠΑ έχει αρχίσει να «επιβραδύνει» σημαντικά.
Άλλωστε και τα υπόλοιπα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν αυτή την εβδομάδα υποδεικνύουν ότι για όσους αναζητούν εργασία στις ΗΠΑ αυτή την περίοδο, οι συνθήκες είναι μάλλον δύσκολες.
Τον Ιούλιο, ο αριθμός των ανέργων ξεπέρασε τον αριθμό των θέσεων εργασίας για πρώτη φορά από τον Απρίλιο του 2021, σύμφωνα με στοιχεία της BLS που δημοσιεύθηκαν την Τετάρτη.
Το συμπέρασμα είναι ότι οι εργοδότες προσλαμβάνουν με τον πιο αργό ρυθμό –αν εξαιρέσουμε πάντα την περίοδο της πανδημίας- από το 2013.
Πόσο ανησυχητικά είναι τα νούμερα;
Σε μια πιο συγκεντρωτική παρατήρηση, η αύξηση των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ έχει μειωθεί κατά μέσο όρο σε 27.000 από τον Μάιο έως τον Αύγουστο, σε σύγκριση με 123.000 τους πρώτους τέσσερις μήνες του έτους.
Μπορεί τα παραπάνω νούμερα να είναι απογοητευτικά, όμως την ίδια στιγμή πρέπει να αναδείξουμε το γεγονός ότι οι απολύσεις είναι χαμηλές σε σχέση με τα ιστορικά δεδομένα, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι εργοδότες βρίσκονται σε μια περίοδο αναμονής εν μέσω οικονομικής αβεβαιότητας και αλλαγών πολιτικής, όπως οι δασμοί.
Επίσης, μπορεί το ποσοστό ανεργίας να βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων σχεδόν τεσσάρων ετών, όμως οι περισσότεροι οικονομολόγοι τονίζουν ότι εξακολουθεί να βρίσκεται σε απόλυτα υγιές επίπεδο σε σχέση με τα ιστορικά πρότυπα.
Ο προβληματισμός έγκειται λοιπόν στο κατά πόσον το ποσοστό αυτό θα παραμείνει εντός των «υγιών επιπέδων», δεδομένων των νέων συνθηκών που δημιουργούνται στην αμερικανική οικονομία από τις πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του CNBC, οι προσλήψεις σε ορισμένους τομείς όπως η υγειονομική περίθαλψη και η φιλοξενία παραμένουν «αξιοπρεπείς».
Ωστόσο, υπάρχει κίνδυνος οι προσλήψεις στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να επιβραδυνθούν περαιτέρω εν μέσω μειωμένης ομοσπονδιακής χρηματοδότησης από το Medicaid και την κοινωνική πρόνοια τους επόμενους μήνες.
Οι θέσεις εργασίας επιπλέον πλήττονται από την οικονομική αβεβαιότητα που δημιουργεί ο διεθνοποιημένος πόλεμος των δασμών καθιστώντας την αγορά ένα πραγματικά απαιτητικό περιβάλλον για όσους αναζητούν εργασία.
«Απογειώνονται» οι προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων
Η επιβράδυνση της αγοράς εργασίας ήταν εντός εκείνων των πλαισίων που την καθιστούν σχετικά «εύπεπτη» από την αγορά. Βλέπετε, τα νούμερα ήταν τόσο αδύναμα ώστε να αυξάνουν την πίεση στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να μειώσει τα επιτόκια στην επόμενη συνεδρίαση της, αλλά όχι τόσο αδύναμα ώστε να υποδεικνύουν σοβαρή ύφεση, κάτι που θα απελευθέρωνε μεγάλο κύμα πωλήσεων στην αγορά.
Σύμφωνα με το εργαλείο FedWatch του CME Group,τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των funds της Fed υποδηλώνουν πιθανή μείωση ενός τετάρτου της ποσοστιαίας μονάδας στις 17 Σεπτεμβρίου. Μετά τα στοιχεία μισθοδοσίας, οι traders έθεσαν σε εφαρμογή και την πιθανότητα μείωσης μισής μονάδας, από μηδενική πιθανότητα την προηγούμενη μέρα.Για την ακρίβεια οι επενδυτές στοιχηματίζουν τώρα ότι υπάρχει περίπου 10% πιθανότητα για μια μείωση επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα.
Οι προσδοκίες αυτές έδωσαν μια ανάσα στο αμερικανικό Treasury, με την τιμή των αμερικανικών ομολόγων να αυξάνεται κατακόρυφα μετά την ανακοίνωση των στοιχείων μισθοδοσίας.
Η απόδοση του διετούς ομολόγου, η οποία είναι ευαίσθητη στις προσδοκίες για τα επιτόκια, υποχώρησε εως και 0,11 ποσοστιαίες μονάδες στο 3,48%, ενώ αισθητή ήταν η υποχώρηση της απόδοσης και σε ολόκληρη την καμπύλη, με την αμερικανική 10ετία να αποκλιμακώνεται πέριξ του 4,07% κα την 30ετία πέριξ του 4,77%.
Μεγάλα τα κέρδη και για τον χρυσό, ο οποίος χθες επαναπροσέγγισε τα 3600 δολάρια/ουγγιά.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.