Η παρέμβαση Τραμπ βάζει τη μετοχή και πάλι στο ραντάρ των επενδυτών
Shutterstock
Shutterstock
Bayer

Η παρέμβαση Τραμπ βάζει τη μετοχή και πάλι στο ραντάρ των επενδυτών

Το τέλος του 2025 φέρνει ευχάριστα νέα στους πολύπαθους μετόχους της Bayer (BAYN XETRA). Μέσα σε δύο εβδομάδες, η μετοχή ανέβηκε κατά περίπου 40%, από την περιοχή των 26 ευρώ προς τα 34, ενώ η άνοδος από τα περσινά Χριστούγεννα είναι της τάξης του 85%. Κάποιος που δεν έχει παρακολουθήσει την πορεία της γερμανικής εταιρείας τα τελευταία χρόνια είναι λογικό να απορεί με τον χαρακτηρισμό που χρησιμοποιήσαμε για τους μετόχους της.

Πώς είναι δυνατόν να παραπονούνται οι μέτοχοι με τέτοια άνοδο; Η απορία του θα λυθεί πολύ εύκολα αν κοιτάξει λίγο πιο πίσω. Μπορεί στο τέλος του 2024 να ήταν στα 18,50 περίπου ευρώ αλλά στην αρχή της περσινής χρονιάς ήταν λίγο πάνω από το 36. Το ψηλό της μέσα στο 2023 ήταν κοντά στα 70 Ευρώ, όπως και το 2022, ενώ το 2018 ήταν πάνω από τα 100. Εκτός όλων αυτών, πρέπει να τονίσουμε πως μέχρι την εταιρική χρήση του 2022 το ετήσιο μέρισμα ήταν σταθερά πάνω από τα 2 Ευρώ και από το 2023 κόπηκε στα 0,11.

Απόλυτα δικαιολογημένος λοιπόν ο χαρακτηρισμός που χρησιμοποιήσαμε για τους μετόχους της εταιρείας. Μέσα σε μία περίοδο που όλα τα διεθνή χρηματιστήρια έχουν δώσει διψήφιες ετήσιες ποσοστιαίες αποδόσεις, η μετοχή αυτής της πολύ μεγάλης εταιρείας με σημαντική διεθνή παρουσία στην φαρμακευτική βιομηχανία, την αγροτεχνολογία και τα γενόσημα φάρμακα βρίσκεται κυριολεκτικά στον πάτο των αποδόσεων.

Η βασική αιτία αυτής της πολύ κακής πορείας της εταιρείας και της μετοχής είναι η εξαγορά της αμερικανικής Monsanto, πολύ ισχυρής εταιρείας στον τομέα της αγροτεχνολογίας, η οποία ολοκληρώθηκε το 2018 και κόστισε τότε 63 δισεκατομμύρια δολάρια (54 δισεκατομμύρια ευρώ με την σημερινή ισοτιμία).

Στην πραγματικότητα όμως έχει κοστίσει πολύ παραπάνω εξαιτίας των δικαστικών περιπετειών της στις ΗΠΑ σχετικά με το γνωστό ζιζανιοκτόνο Roundup. Η εταιρεία έχει ήδη πληρώσει ή έχει βάλει στην άκρη τουλάχιστον 10 δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημιώσεις προς αγρότες που προσέφυγαν στην αμερικανική δικαιοσύνη υποστηρίζοντας πως αρρώστησαν με καρκίνο σοβαρά εξαιτίας της χρήσης του.

Περίπου 130.000 υποθέσεις έχουν ήδη εκδικαστεί ενώ ακόμα 67.000 εκκρεμούν σε διάφορα δικαστήρια των ΗΠΑ και η διοίκηση της Bayer αδυνατεί να εκτιμήσει ποιο θα είναι το τελικό κόστος αυτής της ιστορίας και πότε θα απαλλαγεί από αυτό το βάρος. Η υπόθεση Roundup και η δυσκολία της εταιρείας να δημιουργήσει νέα φάρμακα που θα αντικαταστήσουν κάποια πολύ επιτυχημένα παλαιότερα των οποίων λήγει η προστασία από τα αντίστοιχα γενόσημα, ευθύνονται κατά κύριο λόγο για την πολύ κακή πορεία της εταιρείας και της μετοχής. 

Όμως, στις 23 Νοεμβρίου η Bayer ανακοίνωσε πως οι δοκιμές που γίνονται πάνω σε ένα πειραματικό φάρμακο για την πρόληψη των εγκεφαλικών επεισοδίων έφεραν πολύ ελπιδοφόρα αποτελέσματα και έτσι η μετοχή έκανε ένα καλό άλμα και από την περιοχή των 26 Ευρώ ξεπέρασε σύντομα τα 30. Την Δευτέρα που μας πέρασε, 1η Δεκεμβρίου, ήρθε ένα ακόμα καλό νέο, με την βοήθεια του οποίου η μετοχή έκανε ένα ακόμα άλμα, από τα 30 προς τα 34: ο νομικός σύμβουλος της αμερικανικής κυβέρνησης ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας να δεχθεί το αίτημα της Bayer, η οποία έχει ζητήσει από αυτό να εξετάσει το θέμα των δικαστικών προσφυγών από πολίτες που ζητούν τεράστιες αποζημιώσεις.

Η εταιρεία υποστηρίζει πως δεν έχει ευθύνη για τυχόν βλάβες στην υγεία όσων ισχυρίζονται πως έχουν αρρωστήσει εξαιτίας του ζιζανιοκτόνου, καθώς η ομοσπονδιακή υπηρεσία για την προστασία του περιβάλλοντος δεν έχει ζητήσει ποτέ από αυτήν να χαρακτηρίσει το Roundup ως επικίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία ούτε ως καρκινογόνο.

Η Bayer θεωρεί πως δεν μπορεί να διώκεται από τις πολιτείες και τα δικαστήριά τους για ένα ζήτημα που έχει κριθεί ήδη από τις ομοσπονδιακές αρχές. Ο D. John Sauer, ανώτατος δικηγόρος της αμερικανικής κυβέρνησης, του οποίου την άποψη για το ζήτημα είχε ζητήσει το Ανώτατο Δικαστήριο τον περασμένο Ιούνιο, προέτρεψε τους Δικαστές να ασχοληθούν με την υπόθεση για να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, έτσι ώστε τα εφετειακά δικαστήρια σε όλη την χώρα να έχουν πλέον μία καθαρή εικόνα για το πως θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις υποθέσεις που φθάνουν σε αυτά μετά τις εφέσεις που ασκεί η Bayer στις διάφορες αρνητικές για αυτήν αποφάσεις πρωτοβάθμιων δικαστηρίων.

Αν το Ανώτατο Δικαστήριο δεχθεί την προτροπή του Sauer, τότε δεν θα αργήσει να πιάσει στα χέρια του το θέμα. Σύμφωνα με τον Tony Jones της Rothschild & Co. Redburn, όπως διαβάσαμε σε προχθεσινό άρθρο του Bloomberg, το Δικαστήριο γενικά δέχεται μόνο το 1% παρόμοιων αιτήσεων, αλλά το ποσοστό ανεβαίνει στο 70% όταν η αίτηση υποστηρίζεται από τον δικηγόρο της κυβέρνησης. Κανείς δεν μπορεί βέβαια να είναι σίγουρος για το τι θα γίνει αλλά είναι βέβαιο πως οι πιθανότητες για μία ευνοϊκή εξέλιξη για την Bayer έχουν πλέον αυξηθεί κατά πολύ, κάτι που φαίνεται καθαρά από την αντίδραση της μετοχής. 

Αν τελικά το δικαστήριο αρνηθεί τελικά να εξετάσει την υπόθεση, τα πράγματα θα γίνουν πάλι άσχημα για την εταιρεία, όπως και στην περίπτωση που την εξετάσει και αποφανθεί αρνητικά για αυτήν. Αν όμως την εξετάσει και δεχθεί την ουσία της, τότε είναι βέβαιο πως πολλές χιλιάδες εκκρεμείς υποθέσεις θα απορριφθούν από τα διάφορα πολιτειακά δικαστήρια και πως θα μειωθεί δραστικά ο κίνδυνος για την εταιρεία.

Στο πρώτο ενδεχόμενο, δεν αποκλείεται να δούμε την Bayer να εγκαταλείπει οριστικά την παραγωγή του φυτοφαρμάκου, επιβεβαιώνοντας το σχετικό ρεπορτάζ του Bloomberg από την 7η Νοεμβρίου. Στο δεύτερο, θα αλλάξει εντελώς η επενδυτική εικόνα της επιχείρησης.

Όχι, μόνο γιατί οι επενδυτές θα πάψουν  να αποφεύγουν την μετοχή αφού η αβεβαιότητα σχετικά με το κόστος των δικαστικών αγώνων για το Roundup θα έχει μετριαστεί και ο τελικός λογαριασμός θα αποδειχθεί σημαντικά χαμηλότερος από αυτόν που φοβάται η αγορά.

Η επιστροφή της εταιρείας σε μία πιο φυσιολογική κατάσταση είναι πολύ πιθανόν να φέρει πάλι στην επιφάνεια τις συζητήσεις σχετικά με την πιθανή διάσπαση της εταιρείας σε τρία κομμάτια. Αυτές οι συζητήσεις είχαν φουντώσει παλαιότερα λόγω της παρουσίας ακτιβιστικών επενδυτών όπως το Inclusive Capital Partners, το Elliott Advisors και το Bluebell Capital Partners στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας.

Όμως, όπως αναφέρει σε προχθεσινό άρθρο της στο Reuters Breakingviews η Aimee Donnellan, η πολύ θολή και προβληματική εικόνα από το μέτωπο της Roundup οδήγησε αυτές τις σκέψεις στο περιθώριο αφού ο διευθύνων σύμβουλος Bill Anderson (ανέλαβε τον Ιούνιο του 2023) δεν μπορούσε να παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο στους επενδυτές.

Η Donnellan εκτιμά πως μία θετική εξέλιξη στις δικαστικές περιπέτειες, πέρα από την άνοδο στην τιμή της μετοχής, θα δώσει την δυνατότητα στον Anderson να εξετάσει σοβαρά την διάσπαση της εταιρείας σε τρία κομμάτια. Αυτό της φαρμακευτικής βιομηχανίας, αυτό της αγροτεχνολογίας με τους σπόρους, τα ζιζανιοκτόνα και τα παρασιτοκτόνα και αυτό των καταναλωτικών προϊόντων με πλήθος φαρμάκων που πωλούνται χωρίς συνταγή.

Σύμφωνα με σχετικά πρόχειρους υπολογισμούς της αρθρογράφου, η οποία συγκρίνει την τωρινή αποτίμηση του συνόλου της Bayer με τις αποτιμήσεις εταιρειών με παρόμοια αντικείμενα με τους τρεις βασικούς τομείς της, η αξία της «διασπασμένης» μετοχής Bayer θα μπορούσε να φτάσει κοντά στα 60 Ευρώ, από περίπου 34 που είναι αυτή την στιγμή, δηλαδή τουλάχιστον 70% πάνω. 

Δεν πρέπει φυσικά να ξεχνάμε πως πρόκειται για σχετικά πρόχειρους υπολογισμούς, ούτε πως προϋπόθεση για όλα αυτά είναι να πάνε κατ’ ευχήν τα πράγματα στην υπόθεση Roundup. Όμως για τολμηρούς και μελετηρούς επενδυτές, ακούγεται σαν ένα «στοίχημα» με αρκετό νόημα.

Ίσως, να είναι φρόνιμο για όσους το αποφασίσουν να περιμένουν μία διόρθωση της τιμής, μετά την πολύ μεγάλη πρόσφατη άνοδο. Ίσως, και να μην είναι, αφού η μετοχή ταλαιπωρείται ήδη εδώ και αρκετά χρόνια. Η ουσία της υπόθεσης είναι πως με τις τελευταίες εξελίξεις, περισσότεροι επενδυτές μπορούν πλέον να ασχοληθούν με αυτήν.