Η παράδοση «δείχνει» ράλι έως τις γιορτές αλλά και δύο κινδύνους
Αγορές

Η παράδοση «δείχνει» ράλι έως τις γιορτές αλλά και δύο κινδύνους

Έχοντας ιστορικά αποφέρει κέρδη στους επενδυτές περίπου 6 στις 10 φορές, ο Νοέμβριος αποτελεί έναν εξαιρετικό, από πλευράς επιδόσεων, μήνα για τον S&P 500 και τις παγκόσμιες μετοχές. 

Αν στην ιστορική τάση συνυπολογίσουμε τον αντίκτυπο που αναμένεται να έχει η θετική έκβαση των συνομιλιών ΗΠΑ-Κίνας για τους δασμούς και τους ελέγχους των εξαγωγών σπάνιων γαιών, καθώς και τα πολύ καλά μαντάτα από το μέτωπο των εταιρικών κερδών, τότε η τελική ευθεία του 2025 θα μπορούσε να πει κανείς πως θα μοιάζει για τους επενδυτές με… βόλτα στο πάρκο.

Εξάλλου, το δίμηνο Νοεμβρίου - Δεκεμβρίου θεωρείται παραδοσιακά ευνοϊκό για τις αγορές, διότι συνήθως λαμβάνει χώρα και το ράλι της εορταστικής περιόδου, γνωστό και ως Santa Clause rally. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε να κάνουμε με μία περίοδο κατά την οποία έχουν καταγραφεί σημαντικά ράλι, αλλά και έχουν αποκαλυφθεί τα τρωτά σημεία των αγορών. 

Εξετάζοντας τα στοιχεία της τελευταίας δεκαετίας, βλέπουμε πως ο κορυφαίος δείκτης των παγκόσμιων αγορών και της Wall Street, έχει κινηθεί ανοδικά στο τελευταίο δίμηνο του έτους 7 φορές και μόλις 3 φορές έχει υποχωρήσει. Πιο αναλυτικά, η κορυφαία επίδοση του S&P 500 για το δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου, σημειώθηκε το 2020 με κέρδη 14,86%, με δεύτερη καλύτερη επίδοση αυτή του 2023, με άνοδο 13,7% και η τρίτη το 2019 με κέρδη 8,53%. 

Στον αντίποδα, αρνητική επίδοση στο φινάλε του έτους καταγράφηκε το 2018, με φόντο τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, όταν ο S&P 500 έχασε 7,56%, ενώ το 2015 και το 2022, οι απώλειες περιορίστηκαν σε 1,7% και 0,83%, αντίστοιχα.

Σύμφωνα, μάλιστα, με την ιστοσελίδα Visual Capitalist, ο Νοέμβριος απολαμβάνει και μία πρωτιά. Είναι ο καλύτερος μήνας για τις αγορές, εμφανίζοντας την υψηλότερη μέση μηνιαία επίδοση από το 1950 έως σήμερα.  

Παρ’ όλα αυτά, τις τελευταίες ημέρες έχουν δει το φως της δημοσιότητας αρκετές εκθέσεις αναλυτών που προειδοποιούν για τους κινδύνους που ενδέχεται να απειλήσουν το ράλι μέσα στις επόμενες εβδομάδες.

Από την Citi και την JPMorgan, μέχρι την Bank of America και την Morgan Stanley, οι αναλυτές επισημαίνουν τις υψηλές αποτιμήσεις, τον επικίνδυνο εφησυχασμό των επενδυτών και τις υπόλοιπες εστίες αβεβαιότητας που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν sell-off. 

Μέχρι και για διόρθωση της τάξης του 10% έκανε λόγο ο Εντ Γιαρντένι, ένας παραδοσιακός ταύρος των αγορών. Ο Αμερικανοϊσραηλινός αναλυτής τόνισε ότι υπάρχουν πάρα πολλοί «ταύροι» σήμερα και όλα μοιάζουν υπερβολικά και… παρατραβηγμένα. 

Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, να αλλάξει το κλίμα; Όπως σημειώνει η Morgan Stanley, οι δύο κίνδυνοι σχετίζονται με την Fed και τις αποφάσεις που θα λάβει ο Τζερόμ Πάουελ στους τελευταίους μήνες της θητείας του. 

Ο πρώτος αφορά στον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων και ο δεύτερος στις συνθήκες ρευστότητας. Αν, για παράδειγμα, η Fed πατήσει φρένο στις μειώσεις, τότε έστω βραχυπρόθεσμα είναι πολύ πιθανό να αντιδράσουν οι αγορές αρνητικά. Η διόρθωση μπορεί να αποδειχθεί βραχύβια καθώς ο Πάουελ αποχωρεί την ερχόμενη άνοιξη, ωστόσο κάθε αλλαγή και επιδείνωση του κλίματος μπορεί να αποβεί μοιραία για το ράλι από τη στιγμή που υπάρχουν γενικότερα ανησυχίες για την οικονομία. 

Όσο για τη ρευστότητα, από την 1η Δεκεμβρίου η Fed θα βάλει τέλος στην «αποστράγγιση» και παράλληλα θα ξεκινήσει να επανεπενδύει τα έσοδα από τους τίτλους που λήγουν, διοχετεύοντας στην ουσία ρευστότητα στο σύστημα, αν και όχι με τη μορφή του καταλυτικού QE.

Η Fed άρχισε να συρρικνώνει τον ισολογισμό της τον Ιούνιο του 2022 μέσω του QT, με στόχο να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό και να «σφίξει» τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες. Η εν λόγω στρατηγική συνέβαλε στην πτώση των μετοχών το 2022 αλλά και στις απώλειες στην αγορά ομολόγων. 

Το τέλος του QT θεωρητικά θα διαμορφώσει το κατάλληλο περιβάλλον για στήριξη των μετοχών και επέκταση του ράλι, μέσω της βελτίωσης των συνθηκών ρευστότητας και της υποχώρησης των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων μεγαλύτερης διάρκειας. 

Οποιαδήποτε υποχώρησε ή καθυστέρηση στη διαδικασία θα μπορούσε να ενισχύσει απότομα τις ανησυχίες για την οικονομία και τη γενικότερη νομισματική πολιτική της μεγαλύτερης κεντρικής τράπεζας του κόσμου. Μην ξεχνάμε ότι οι αγορές «εθίστηκαν» στο φθηνό χρήμα την περασμένη δεκαετία, ενώ δεν είναι υπερβολή να πούμε πως ακόμα και σήμερα οι αγορές δέχονται ώθηση από την άπλετη ρευστότητα που διοχετεύτηκε όλα αυτά τα χρόνια. 

Υπενθυμίζεται ότι η Fed φούσκωσε τον ισολογισμό της κοντά στο αστρονομικό επίπεδο των 9 τρισ. δολαρίων για να υποστηρίξει την οικονομική ανάκαμψη στον απόηχο της πανδημίας και των lockdown, με αποκορύφωμα στα μέσα του 2022. Στόχος ήταν να αγοράσει μεγάλες ποσότητες ενυπόθηκων τίτλων μεγάλης διάρκειας καθώς και κρατικών ομολόγων, προκειμένου να συμβάλλει στη μείωση των μακροχρόνιων επιτοκίων και να καταστήσει φθηνότερο τον δανεισμό και τις επενδύσεις.