Στον ρυθμό του Κέβιν Χάσετ κινούνται από χθες βράδυ οι αγορές, καθώς οι πληροφορίες που θέλουν την κυβέρνηση Τραμπ να ακυρώνει τις συνεντεύξεις με τους υπόλοιπους υποψηφίους ενισχύουν τις εκτιμήσεις ότι ο σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου θα αντικαταστήσει τον Τζερόμ Πάουελ τον ερχόμενο Μάιο.
Την ώρα, λοιπόν, που όλα δείχνουν μείωση των επιτοκίων του δολαρίου την Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου, οι αναλυτές τρέχουν τα δικά τους σενάρια για την επόμενη ημέρα στη Fed. Οι εκτιμήσεις θέλουν τον Χάσετ να προχωρά στις περισσότερες μειώσεις επιτοκίων που αφενός «αντέχει» η αμερικανική οικονομία και αφετέρου δεν θέτουν σε κίνδυνο την ανεξαρτησία της Fed (μένει να αποδειχθεί το δεύτερο).
Επομένως, οι αγορές προετοιμάζονται για μία ευρύτερα πιο χαλαρή νομισματική πολιτική στην πορεία που είναι ένα από τα απαραίτητα «καύσιμα» για νέο ράλι. Κατά τον ίδιο τρόπο, η προβλεπόμενη μείωση της 10ης Δεκεμβρίου θα αποτελέσει καταλύτη για να εξαντληθούν όλες οι πιθανότητες καταγραφής του γνωστού Santa Rally προς τις γιορτές.
Η «μητέρα των μαχών» θα δοθεί στη διήμερη συνεδρίαση της Επιτροπής Ανοιχτής Αγοράς (FOMC – 9-10/12), του αρμόδιου οργάνου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ για τη νομισματική πολιτική. Η FOMC απαρτίζεται από 19 μέλη, εκ των οποίων τα 8 θεωρητικά ανήκουν στην ομάδα των «περιστεριών» και τάσσονται υπέρ της μείωσης των επιτοκίων, ενώ τα 6 ανήκουν στα «γεράκια» και προτιμούν μία πιο επιφυλακτική προσέγγιση. Τα 5 μέλη της Επιτροπής που σήμερα θεωρούνται ουδέτερα, οι Μάικλ Μπαρ (μέλος), Μέρι Ντέιλι (Fed Σαν Φρανσίσκο), Σούζαν Κόλινς (Fed Βοστώνης), Όστεν Γκούλσμπι (Fed Σικάγο) και Νιλ Κασκάρι (Fed Μινεάπολις), είναι τα στελέχη που θα κρίνουν το αποτέλεσμα, αν και οι αγορές προεξοφλούν με πιθανότητες σχεδόν 90% τη μείωση των επιτοκίων.
Υπάρχει βέβαια και ο Πάουελ, ο «καπετάνιος» της Fed για λίγους μήνες ακόμα. Ο επικεφαλής της Fed είχε μέχρι πρόσφατα τη δύναμη να… στρίψει το καράβι προς την κατεύθυνση που θεωρεί καλύτερη, αλλά πλέον βλέπει την Επιτροπή να κλίνει προς την πορεία που επιθυμεί ο Ντόναλντ Τραμπ. Στο τελευταίο εξάμηνο της θητείας του, ο Πάουελ δεν θέλει να κάνει λάθος κινήσεις. Οι ισορροπίες είναι λεπτές στην αμερικανική οικονομία, καθώς ο πληθωρισμός παραμένει «τσιμπημένος», η ανεργία έχει εμφανίσει ανοδικές τάσεις, ενώ η μεταποίηση συρρικνώθηκε για ένατο διαδοχικό μήνα τον Νοέμβριο.
Αν η Fed μειώσει περισσότερο απ’ ότι χρειάζεται τα επιτόκια, η αναθέρμανση του πληθωρισμού μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη, ενώ αν καθυστερήσει να τα μειώσει, κινδυνεύει να δει την ανεργία να εκτινάσσεται και την οικονομία να φλερτάρει με την ύφεση. Όλα αυτά βέβαια μπορεί να μην έχουν κανένα νόημα στην πορεία, καθώς η αλλαγή σκυτάλης στη Fed προοιωνίζει και αλλαγή πολιτικής.
Στην Ευρώπη οι συνθήκες είναι διαφορετικές και η ΕΚΤ βρίσκεται σε διαφορετικό σημείο του κύκλου χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής. Με τον πληθωρισμό των υπηρεσιών να αναθερμαίνεται στο 3,5% τον Νοέμβριο, δίνοντας ώθηση στον γενικό δείκτη τιμών καταναλωτή της Ευρωζώνης στο 2,2%, η απόφαση της Κριστίν Λαγκάρντ και των υπόλοιπων κεντρικών τραπεζιτών για τα επιτόκια θα είναι από τις πιο εύκολες των τελευταίων πολλών μηνών. Το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ (επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων) θα παραμείνει στο 2% «για όσο χρειαστεί».
Όπως έχει δηλώσει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, η ΕΚΤ βρίσκεται σε σημείο ισορροπίας και δεν υπάρχει λόγος να μειωθούν τα επιτόκια στην παρούσα φάση. Αν εντέλει ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη υποχωρήσει στην πορεία και η οικονομική δραστηριότητα εξασθενήσει, τότε τα «περιστέρια» του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ θα αναλάβουν και πάλι πρωτοβουλία για νέα χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Υπάρχει, όμως, ένας γρίφος για την ΕΚΤ. Θα επιτρέψουν τα «γεράκια» του διοικητικού συμβουλίου και το λόμπι του Βερολίνου μία νέα μείωση των επιτοκίων στην περίπτωση που ο πληθωρισμός υποχωρήσει – όπως αναμένεται λόγω των αποπληθωριστικών πιέσεων στις τιμές της ενέργειας; Πόσο θα πρέπει να απογοητεύσει η οικονομική δραστηριότητα στην πορεία; Διότι οι πιο «αυστηροί» κεντρικοί τραπεζίτες (Αυστρίας, Γερμανίας κλπ) πιστεύουν ότι στο 2% τα επιτόκια είναι ήδη «επεκτατικά» και δεν πρέπει να μειωθούν περαιτέρω.
