Η «εκεχειρία» στην ΕΚΤ και η τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας

Η «εκεχειρία» στην ΕΚΤ και η τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας

Ως «μη γενόμενη» αντιμετωπίζουν οι αγορές τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την ερχόμενη Πέμπτη 30 Οκτωβρίου και στρέφουν το βλέμμα αφενός στην πολύ πιο κρίσιμη διελκυστίνδα που αναμένεται να λάβει χώρα μέσα στους επόμενους μήνες και αφετέρου στις αποφάσεις της αρμόδιας Επιτροπής της Fed για τα επιτόκια. 

«Γεράκια» και «περιστέρια», βορράς και νότος, έχουν συμφωνήσει ότι η νομισματική πολιτική στην Ευρωζώνη θα παραμείνει αμετάβλητη τουλάχιστον μέχρι τον Δεκέμβριο (δεν πραγματοποιείται συνεδρίαση για τα επιτόκια τον Νοέμβριο). Στο μεταξύ, η ευρωπαϊκή οικονομία «φωνάζει» ότι χρειάζεται τόνωση η ανάπτυξη, παρά την αρχική ευφορία σχετικά με την αύξηση των αμυντικών δαπανών και τη δημοσιονομική χαλάρωση της Γερμανίας.

Η ΕΚΤ θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια προκειμένου να έχει και ένα όπλο στην πορεία και στην περίπτωση που κριθεί απαραίτητο, είτε να μειώσει τα επιτόκια για να τονώσει την οικονομική δραστηριότητα, είτε να τα αυξήσει για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. 

Οι προβλέψεις των αναλυτών της ΕΚΤ κάνουν λόγο για μέση ανάπτυξη της τάξης του 1% ή ελαφρώς υψηλότερη και για πληθωρισμό στο επίπεδο του 2% την επόμενη διετία. Θα μπορούσε, λοιπόν, να πει κάποιος πως όλα βαίνουν καλώς. Γι’ αυτό το λόγο, άλλωστε, περίπου 7 στους 10 αναλυτές «βλέπουν» αμετάβλητα επιτόκια φέτος και 6 στους 10 αναμένουν ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σταθερά καθ’ όλη τη διάρκεια του 2026, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters. 

Όμως η ανάκαμψη δεν πείθει, την ώρα που οι επιπτώσεις των δασμών θα αρχίσουν να γίνονται αισθητές στο προσεχές διάστημα, το ευρώ παραμένει ισχυρό προκαλώντας προβλήματα στις εξαγωγές, η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με πολιτική και δημοσιονομική κρίση και στη Γερμανία σημειώνονται καθυστερήσεις στην εφαρμογή των πολυαναμενόμενων δημοσιονομικών μέτρων στήριξης. 

Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να αναγκάσουν την Κριστίν Λαγκάρντ να προχωρήσει σε περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Η οποία συνεπάγεται νέα μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο και ακόμα μία τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο του 2026, αν και αυτό δεν αποτελεί σήμερα το βασικό σενάριο των αναλυτών. Σύμφωνα με τα πονταρίσματα των επενδυτών, οι πιθανότητες να μειωθούν ξανά τα επιτόκια στην Ευρωζώνη έως το ερχόμενο καλοκαίρι περιορίζονται στο 31%.

Η άτυπη διαμάχη μεταξύ των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης που τάσσονται υπέρ της περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων και εκείνων που αντιδρούν, υποστηρίζοντας ότι βρισκόμαστε ήδη σε «ουδέτερο» επίπεδο, φούντωσε τον Σεπτέμβριο, αλλά σήμερα δείχνει να έχει κοπάσει. 

Χαρακτηριστική του κλίματος είναι η δήλωση του νέου κεντρικού τραπεζίτη της Αυστρίας, Μάρτιν Κόχερ, του νεότερου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ – ανέλαβε καθήκοντα τον Σεπτέμβριο. Ο Κόχερ, ο οποίος θεωρείται ότι θα συνταχθεί με την ομάδα των «γερακιών», εκτίμησε ότι οι πιθανότητες είναι μοιρασμένες για το αν η επόμενη κίνηση της ΕΚΤ θα είναι μείωση ή αύξηση των επιτοκίων. Πάντως, τα περισσότερα στελέχη της ΕΚΤ, μαζί τους και ο δικός μας Γιάννης Στουρνάρας, τονίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι η κεντρική τράπεζα βρίσκεται σε «πολύ καλή θέση» ισορροπίας, με το επιτόκιο αναφοράς στο 2%. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι στις υφιστάμενες προβλέψεις της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό έως το 2027, περιλαμβάνεται και αντίκτυπος της τάξης των 0,2 ποσοστιαίων μονάδων από την εφαρμογή του νέου συστήματος για τους ρύπους ETS2. Στην περίπτωση δε, που σημειωθούν καθυστερήσεις στην εφαρμογή, θα αυξηθεί ο κίνδυνος να μην επιτευχθεί ο στόχος για τον πληθωρισμό. 

Η συνεδρίαση του Δεκεμβρίου είναι πάντα κρίσιμη καθώς αναμένεται να δοθούν στη δημοσιότητα και οι νέες προβλέψεις της ΕΚΤ έως το 2028, οι οποίες θα αποτελέσουν κάτι σαν οδικό χάρτη για τα επιτόκια, υπό την προϋπόθεση πάντα ότι δεν θα υπάρξουν απρόοπτα. Πάντως, οποιαδήποτε εκτίμηση στα νούμερα του Δεκεμβρίου για πληθωρισμό κάτω από το 1,7% θα μπορούσε να λύσει τα χέρια της Λαγκάρντ για νέα μείωση των επιτοκίων.