Η Bending Spoons, η AOL και επενδύσεις σε ζόμπι εταιρείες
Shutterstock
Shutterstock

Η Bending Spoons, η AOL και επενδύσεις σε ζόμπι εταιρείες

Πριν από έναν μήνα ελάχιστοι γνώριζαν την ιταλική Bending Spoons. Σήμερα την γνωρίζουν σχεδόν όλοι, μετά την ανακοίνωση της εξαγοράς της AOL. 

Για τους παλαιότερους, η AOL (America Online) ή ακόμα γνωστότερη από το «You’ve Got Mail», είναι μία από τις πιο εμβληματικές εταιρείες της πρώιμης εποχής του internet, της περιόδου 1990–2005. Η AOL ήταν η «πύλη» μέσω της οποίας εκατομμύρια Αμερικανών, αλλά και Ευρωπαίων πολιτών, είχαν εισέλθει για πρώτη φορά στο μαγικό τότε κόσμο του διαδικτύου.

Αξίζει να δούμε μερικά στοιχεία από την ιστορία της AOL που δίνουν ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα και σημασία στην εξαγορά της από την Bending Spoons. H εταιρεία είχε ιδρυθεί το 1985 ως Quantum Computer Services, η οποία παρείχε online υπηρεσίες στους χρήστες της Commodore 128, Amiga 500, της Apple II και IBM PC. Το 1991 μετονομάζεται σε America Online αρχίζοντας να προσφέρει  δωρεάν CD-ROM παντού, dial-up internet, AOL Mail και chat rooms σε περισσότερους από 30 εκατομμύρια χρήστες. Στο πλαίσιο του επιθετικού μάρκετινγκ που ακολουθούσε, προσέφερε μέσω των CD-ROM 1000 ώρες δωρεάν σύνδεσης στο διαδίκτυο, ξοδεύοντας στην ουσία από $300 έως $500 για να αποκτήσει ένα νέο συνδρομητή, τη στιγμή που η μηνιαία συνδρομή απέφερε έσοδα της τάξης των $21,95.

Τον Ιανουάριο του 2000, κοντά στην κορυφή της φούσκας «dot com», η AOL εξαγοράζει την Time Warner (CNN, Warner Bros, HBO, Time magazine κ.α.) με συνολικό κόστος $182 δισ. Μια εξαγορά που αποδείχθηκε καταστροφική. Καθώς μια εταιρεία internet ηλικίας 15 ετών χωρίς κέρδη αγόραζε έναν από τους μεγαλύτερους κολοσσούς «media» του πλανήτη. Πληρώνοντας το τίμημα της εξαγοράς μέσω ανταλλαγής μετοχών, δηλαδή με τον «αέρα» των φουσκωμένων μετοχών, αναλαμβάνοντας επιπλέον χρέη ύψους $35 δισ. 

Όταν έσκασε η λεγόμενη «dot com bubble», η μετοχή της AOL είχε υποχωρήσει κατά 95%, με αποτέλεσμα η χρηματιστηριακή αποτίμηση της AOL να φτάσει από τα  $163 δισ. στα $3,5 δισ. Παράλληλα, η ενοποιημένη εταιρεία εμφάνισε εταιρικές ζημίες ύψους $99 δισ. Ως  αποτέλεσμα, το 2009 ακολούθησε ο επίσημος διαχωρισμός των εταιρειών. Η AOL θεωρείται μέχρι σήμερα το απόλυτο σύμβολο της φούσκας του 2000 και η εξαγορά της Time Warner αναφέρεται ως η χειρότερη όλων των εποχών.

Το 2015 εξαγοράζεται από τη Verizon έναντι $4,4 δισ. και το 2021 πωλείται μαζί με την Yahoo στο Apollo Private Equity Fund για $5 δισ. Και σήμερα η AOL αγοράζεται από την Bending Spoons με το εκτιμώμενο τίμημα να βρίσκεται στα $1,5 δισ.

Αρκετοί αναλυτές αναφέρονται στην AOL, χαρακτηρίζοντάς την ως «εταιρεία ζόμπι». Και η αλήθεια είναι ότι τα στοιχεία της AOL δεν προκαλούν ενθουσιασμό. Διαθέτει περίπου 8 εκατ. καθημερινούς και 30 εκατ. μηνιαίους χρήστες email, ηλικίας κυρίως άνω των 55 ετών στις ΗΠΑ, με το AOL Mail να παραμένει μέσα στο top-10 των πιο χρησιμοποιούμενων «email providers» παγκοσμίως. Με δυο λόγια η AOL είναι σήμερα ένα «zombie» με τεράστια, πιστή, αλλά «γηραιά» βάση χρηστών, με σταθερά έσοδα, αλλά και μηδενικό κόστος μάρκετινγκ.

Ωστόσο, η Bending Spoons, διακρίνει εδώ ένα παράθυρο ευκαιρίας. Στο χαρτοφυλάκιό της διαθέτει ήδη εταιρείες όπως είναι η Vimeo, η Evernote, η Meetup, η Brightnote και η Verdict GlobalData. Βλέπουμε δηλαδή ότι η Bending Spoons αγοράζει παλαιές, ξεχασμένες και σε ημιθανή κατάσταση εταιρείες «ζόμπι» και τις βάζει στο χειρουργείο. Εκεί «κόβει» τα λειτουργικά κόστη με το μαχαίρι, ανεβάζει τις τιμές των συνδρομών, μεταφέρει τις  λειτουργίες τους σε ένα περιβάλλον κεντρικού ελέγχου και συντονισμού και μέσα σε 12-18 μήνες τις μετατρέπει σε μηχανές που «γεννούν» μετρητά. Αυτό που οι αγγλοσάξονες ονομάζουν «cash cows». Και το βασικότερο. Τις εταιρείες που αποκτά δεν τις πουλάει, αλλά τις κρατάει για πάντα στο χαρτοφυλάκιο της, ακολουθώντας την επίσης κλασσική αγγλοσαξονική ρήση: «to milk them».

H συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική ονομάζεται «venture zombies». Και δεν την εφαρμόζει μόνο η Bending Spoons, αλλά και η Constellation Software, η Tiny και η Curious. Στα μάτια των υπόλοιπων VCs, η στρατηγική αυτή είναι αποτυχημένη, με την παραδοσιακή έννοια των Venture Capital που αγοράζουν - μεταμορφώνουν και μεταπωλούν.

Ωστόσο, οι «venture zombies» αγοράζουν σε φθηνές αποτιμήσεις εταιρείες των οποίων οι μέτοχοι θέλουν να τις «ξεφορτωθούν» για διάφορους λόγους. Είτε επειδή χρειάζονται ρευστότητα, είτε επειδή έχουν βρει μια άλλη επενδυτική ευκαιρία, είτε επειδή γράφουν λογιστικές ζημίες, είτε επειδή δεν θέλουν πλέον να τις χρηματοδοτούν, είτε επειδή έχουν «ωριμάσει» χρονικά και βρίσκονται στο στάδιο της υποχρεωτικής εξόδου. Και το τίμημα των συναλλαγών δεν είναι της τάξεως των 15x επί των εσόδων, αλλά 1x ή 2x το πολύ. 

Και ενώ τα VC στην Silicon Valley αγωνιούν για να βρουν την επόμενη εταιρεία που θα απογειωθεί, «καίγοντας» κεφάλια στο 95% των περιπτώσεων, τα «venture zombies» αγοράζουν εταιρείες της προηγούμενης γενιάς. Που μπορεί να μην κρύβουν ένα συγκλονιστικό «success story» ή μια μοναδική συνταγή συνταρακτικής επιτυχίας, αλλά έχουν μια καλή και σταθερή κερδοφορία. Μια κερδοφορία που ωστόσο έχει περιθώρια ανόδου, μετά το νοικοκύρεμα των οικονομικών της και τον περιορισμό των εξόδων της.

Το μοντέλο αυτό σίγουρα δεν θα παράγει το επόμενο iPhone της Apple ή το πιο εξελιγμένο chip της Nvidia. Θα μπορεί, ωστόσο, να παράγει σταθερά, προβλέψιμα και εν πολλοίς «βαρετά» κέρδη. Κέρδη που απουσιάζουν από την αγορά τεχνολογίας τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Μια αγορά που στηρίζεται περισσότερο στη δημιουργία υπεραξιών, που βασίζονται πάνω σε προσδοκίες. Και ίσως, τελικά, να είναι η πιο ώριμη απάντηση στην εποχή των τρελών αποτιμήσεων και των χρεοκοπημένων ψηφιακών «μονόκερων» (unicorns).

Το μοντέλο της Bending Spoons, έχει ενδιαφέρον. Και γι’ αυτόν τον λόγο στη μετοχική της βάση συναντά κανείς ισχυρά ονόματα από funds όπως Baillie Gifford, Durable Capital Partners, Cox Enterprises, Fidelity Management & Research Company, Radcliff και Foxhaven Asset Management.