Η αυξημένη μεταβλητότητα στην αγορά ομολόγων και μετοχών του Ηνωμένου Βασιλείου δεν οφείλεται μόνο στους προβληματισμούς για τα δημόσια οικονομικά και το μέλλον της υπουργού Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς, αλλά και στην ανησυχία ότι το χρηματιστήριο του Λονδίνου αρχίζει να χάνει την ελκυστικότητα του.
Τα τελευταία χρόνια, εισηγμένες εταιρείες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου με συνολική αξία άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, ενώ πριν δύο ημέρες οι Times έριξαν τη «βόμβα» ότι ο βρετανικός φαρμακευτικός κολοσσός, η AstraZeneca, σκέφτεται να αποχωρήσει και αυτή από την αγορά του Λονδίνου και να μεταφέρει την εισαγωγή της στις ΗΠΑ.
Και μόνο ότι εξετάζει μια τέτοια κίνηση η πιο πολύτιμη επιχείρηση του FTSE 100 καθιστά σαφές στις παγκόσμιες αγορές ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αρχίσει να χάνει το προβάδισμά του στις ανάγκες εταιρειών παγκόσμιας κλάσης με επίκεντρο την κλίμακα.
Δεδομένου δε ότι δεν πρόκειται για μια μεμονωμένη ιστορία αλλά αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης μετατόπισης αρκετών εισηγμένων από το Λονδίνο προς τις ΗΠΑ, έχει αυξηθεί το volatility στην αγορά.
Οι λόγοι
Οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου ιστορικά είχαν πολύ χαμηλότερες αποτιμήσεις από τις αντίστοιχες εταιρείες της Wall Street. Έρευνα δε από τη βρετανική εταιρεία διαχείρισης επενδύσεων Rathbones πέρυσι έδειξε ότι ο λόγος τιμής προς κέρδη για τις μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν 32% χαμηλότερος από εκείνες που είναι εισηγμένες στις ΗΠΑ σε συγκρίσιμη βάση.
Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, μεγάλες και σημαντικές εταιρείες όπως η AstraZeneca επιδιώκουν αύξηση της αποτίμησης τους μέσω της έκθεσης σε μια ευρύτερη βάση επενδυτών, όπως αυτή των ΗΠΑ ή του ανερχόμενου Χονγκ Κονγκ.
Όμως αν και οι περισσότερες εταιρείες που αποχωρούν από τη βρετανική αγορά επικαλούνται συχνά τα πλεονεκτήματα αποτίμησης, ίσως ο βασικότερος λόγος της αποχώρησης τους να μην κρύβεται μόνο στις χαμηλές επιδόσεις της κεφαλαιαγοράς, αλλά και στους κανονιστικούς περιορισμούς, καθώς και στην έλλειψη ευθυγράμμισης στα κίνητρα. Αμφότερα δυσχεραίνουν την επιβράβευση της καινοτομίας στην εγχώρια αγορά.
Τα αναφερόμενα σχέδια της AstraZeneca λοιπόν φαίνεται να καθοδηγούνται και από τις επιχειρηματικές ανάγκες της εταιρείας και όχι μόνο από την επιδίωξη υψηλότερης αποτίμησης.
Ως εκ τούτου, το ρυθμιστικό περιβάλλον του Ηνωμένου Βασιλείου ιδίως όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με τις εγκρίσεις νέων φαρμάκων και τα συστήματα τιμολόγησης φαρμάκων αποτελεί ίσως έναν από τους πιο σημαντικούς λόγους.
Είτε λοιπόν μετακινηθεί η ΑstraZeneca από τη βρετανική αγορά είτε όχι - άλλωστε δεν πρόκειται για ένα εύκολο εγχείρημα – και μόνο η σκέψη θα πρέπει να σημάνει συναγερμό για την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ότι πρέπει να κάνει περισσότερα για τη χρηματιστηριακή του αγορά και τις κρίσιμες βιομηχανίες του, όπως οι βιοεπιστήμες και τα φαρμακευτικά προϊόντα.
Οι επιπτώσεις
Η έξοδος της εταιρείας από την αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου θα πυροδοτούσε μια σημαντική αναπροσαρμογή της στάθμισης του δείκτη, δεδομένου ότι η AstraZeneca έχει κεφαλαιοποίηση πέριξ των 159-160 δισ. λιρών. Μια πιθανή διατλαντική κίνηση λοιπόν της AstraZeneca θα εντείνει κάθετα τις ανησυχίες σχετικά με την αποδυνάμωση του ρόλου του Λονδίνου ως παγκόσμιου χρηματοοικονομικού κόμβου, πόσο μάλλον από τη στιγμή που όπως αναφέραμε πιο πάνω, δεν πρόκειται για μια μεμονωμένη κίνηση.
Αρκετές εταιρείες έχουν διαγραφεί από την αγορά του Λονδίνου τα τελευταία χρόνια και κάποιες άλλες έχουν επανεξετάσει τα σχέδιά τους για την εισαγωγή μετοχών τους στη συγκεκριμένη αγορά.
Για παράδειγμα, ο κινεζικός γίγαντας της γρήγορης μόδας Shein, ενώ αρχικά επιδίωκε να εισαχθεί στο Λονδίνο, εν τέλει την περασμένη εβδομάδα το πρακτορείο ειδήσεων Reuters ανέφερε ότι η εταιρεία σχεδιάζει να υποβάλει αίτηση για IPO στο Χονγκ Κονγκ.
Η εταιρεία επενδύσεων μετάλλων Cobalt Holdings επιβεβαίωσε στο CNBC τον περασμένο μήνα ότι εγκατέλειψε τα σχέδιά της για μια αρχική δημόσια προσφορά στο Λονδίνο, ενώ ο βρετανικός γίγαντας fintech Wise ανακοίνωσε τον Ιούνιο ότι μετέφερε την κύρια εισαγωγή του στο χρηματιστήριο από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη.
Μάλιστα ο Kristo Kaarmann, Διευθύνων Σύμβουλος και συνιδρυτής της Wise, δήλωσε ότι η κίνηση αυτή αποσκοπεί στην αύξηση της αναγνωρισιμότητας της εταιρείας στις ΗΠΑ, δίνοντας παράλληλα στην εταιρεία καλύτερη πρόσβαση «στη βαθύτερη και πιο ρευστή κεφαλαιαγορά στον κόσμο».
Μια από τις λίγες εξαιρέσεις είναι ο νορβηγικός γίγαντας λογισμικού Visma, ο οποίος επέλεξε το Λονδίνο για το επερχόμενο ντεμπούτο του στη δημόσια αγορά.
Δεν είναι λίγοι όμως οι αναλυτές που παρά το γεγονός ότι επισημαίνουν την αξία στην αγορά μετοχών του Ηνωμένου Βασιλείου, εντούτοις παραδέχονται ότι η συγκεκριμένη αγορά δεν ενθαρρύνει σε καμία περίπτωση μια ικανή νέα προσφορά εταιρειών προκειμένου να υποστηρίξουν τη μελλοντική θέση του δείκτη σε παγκόσμιο πλαίσιο. Μερικοί μάλιστα μιλάνε ανοικτά σχετικά με το ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο χάνει την πρωτοπορία του».
Τα ρίσκα για την ΑstraZeneca
H μεταφορά της εισαγωγής της AstraZeneca από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν θα είναι εύκολη κίνηση σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις.
Σε αντίθεση με πολλές άλλες «αποστάτριες» της βρετανικής αγοράς με κυρίαρχη βάση μετόχων στις ΗΠΑ, όπως η CRH ή η Flutter για παράδειγμα, η AstraZeneca διαθέτει μια πιο διαφοροποιημένη γεωγραφικά ομάδα επενδυτών.
Ο αντίλογος εδώ είναι ότι η AstraZeneca πραγματοποιεί περίπου το 42% των πωλήσεών της από τις ΗΠΑ, διαθέτει δύο μεγάλα κέντρα έρευνας και ανάπτυξης και ήδη σχεδιάζει να αυξήσει το επιχειρησιακό της αποτύπωμα στη χώρα. Η εισαγωγή στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ προφανώς θεωρείται ως ένα σκαλοπάτι για να λάβει καλύτερη μεταχείριση στη συγκεκριμένη αγορά, ειδικά μετά την άνοδο του Τραμπ στην εξουσία.
Βλέπετε οι ευρωπαϊκές φαρμακευτικές εταιρείες αντιμετωπίζουν αβεβαιότητα σχετικά με το μέλλον τους στην αμερικανική αγορά, δεδομένου ότι ο Ντόναλτ Τραμπ απειλεί να επιβάλει ειδικούς δασμούς στις εισαγωγές φαρμάκων ανά τομέα.
Ενώ η βιομηχανία εξαιρέθηκε από τα λεγόμενα αμοιβαία δασμολογικά σχέδια του Τραμπ όταν αυτά αποκαλύφθηκαν τον Απρίλιο, εντούτοις ο ηγέτης του Λευκού Οίκου έθεσε τον τομέα υπό έρευνα από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ.
Προειδοποίησε μάλιστα ότι οι δασμοί στις φαρμακευτικές εταιρείες «θα έρθουν σύντομα» και υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που δίνει εντολή στους κατασκευαστές φαρμάκων να μειώσουν την τιμή ορισμένων φαρμάκων σύμφωνα με το κόστος που καταβάλλεται στο εξωτερικό.
Για όσο είναι λοιπόν ο Τραμπ στην εξουσία, η αγορά των ΗΠΑ για τον φαρμακευτικό κλάδο έχει σημαντικά ρίσκα.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθείως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.