Γιατί οι «αρκούδες» δεν έφυγαν από τις αγορές

Γιατί οι «αρκούδες» δεν έφυγαν από τις αγορές

Οι Ηνωμένες Πολιτείες απέφυγαν στο παρά πέντε την πρώτη χρεοκοπία στην ιστορία τους, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει παγκόσμια κρίση ιστορικών διαστάσεων. Όμως τα χρηματιστήρια ενώ κινούνται ανοδικά, δεν πανηγυρίζουν. Απλώς ανακουφίστηκαν γιατί απετράπη μία μεγάλη αναταραχή με απρόβλεπτες συνέπειες.

Δεν πανηγυρίζουν γιατί γνωρίζουν ότι οι κίνδυνοι, όπως ο πληθωρισμός και η ύφεση, παραμένουν. Δεν πανηγυρίζουν επίσης γιατί το κόστος του χρήματος αναμένεται να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα φέτος αλλά και το 2024.

Την ίδια ώρα, αναλυτές προειδοποιούν πως ακόμη και αν η συγκυρία μοιάζει υπερβολικά… φυσιολογική, σε σύγκριση με τους μαύρους κύκνους των προηγούμενων ετών, είναι πολύ πιθανό να διανύουμε μία περίοδο κοσμοϊστορικών ανατροπών στα χρηματιστήρια, με φόντο την ψηφιακή επανάσταση και την τεχνητή νοημοσύνη. Νέες εταιρείες εμφανίζονται που διαταράσσουν ολόκληρους κλάδους και οι κολοσσοί του παρελθόντος ενδέχεται να μην βρεθούν στη θέση του οδηγού στα επόμενα ράλι.

Οι παγκόσμιες μετοχές είχαν μία πολύ καλή εκκίνηση στο 2023 όμως δεν έχουν καταφέρει να ξεφύγουν ανοδικά και να τρέξουν ένα μεγάλο ράλι, με τις «αρκούδες» να καιροφυλαχτούν. Ο S&P 500 έχει καταγράψει κέρδη λίγο πάνω από 10% φέτος και διαπραγματεύεται σε επίπεδα που βρισκόταν τον περασμένο Αύγουστο αλλά και 11% κάτω από το ιστορικό του υψηλό.

Στο καλό κλίμα στις αρχές του έτους συνέβαλε το άνοιγμα της οικονομίας της Κίνας μετά τα περσινά αυστηρά lockdown, φυσικά η μεγάλη και απροσδόκητη πτώση των ενεργειακών τιμών και η εντυπωσιακή ανθεκτικότητα που έχουν επιδείξει οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Ευρώπης απέναντι στην πληθωριστική λαίλαπα. Στον αντίποδα, στους μήνες που ακολούθησαν, η αύξηση των επιτοκίων και η τραπεζική κρίση στην Αμερική, που θύμισε… 2008, είχαν αρνητικό αντίκτυπο και κράτησαν τα κέρδη των χρηματιστηρίων σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.

Στην Ευρώπη, το καλό ξεκίνημα στο 2023 είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθούν οι μετοχικές αποτιμήσεις πάνω από τους ιστορικούς μέσους όρους. Το κλίμα άλλαξε τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, όταν οι κεντρικές τράπεζες έστειλαν μήνυμα μεγαλύτερων αυξήσεων επιτοκίων και το ντόμινο των τραπεζικών λουκέτων στην Αμερική τρόμαξε την επενδυτική κοινότητα.

Σήμερα, βρισκόμαστε σε μία περίεργη φάση, σε μία… πονηρή συγκυρία. Ενώ δεν υπάρχει κάποια μεγάλη κρίση όπως αυτές που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια, όπως η πανδημία και η ενεργειακή κρίση, οι μετοχές δείχνουν κολλημένες. Διότι, όπως τόνισε πριν λίγες ημέρες ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος, οι παγκόσμιες μετοχές είναι ευάλωτες σε νέα μακροοικονομικά σοκ. Υπάρχει πιθανότητα διόρθωσης στις αγορές στην περίπτωση που κάνουν την εμφάνισή τους άσχημα νέα για τις μακροοικονομικές προοπτικές, γιατί οι αποτιμήσεις είναι υψηλές και τα risk premia συμπιεσμένα, σημείωσε.

Στο ίδιο μήκος κύματος, ανησυχίες εκφράζουν και αξιωματούχοι της Fed για την ταχύτητα με την οποία εξασθενεί ο πληθωρισμός, κάτι που θα μπορούσε να σημαίνει περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων στην πορεία. Ο δομικός, κυρίως, πληθωρισμός, δείχνει κολλημένος και αν δεν αρχίσει να υποχωρεί προς το 2%, οι κεντρικές τράπεζες δεν θα σταματήσουν τις αξήσεις.

Οι αγορές προεξοφλούν μία ακόμη αύξηση από την Fed – που θα είναι η 11η διαδοχική - και δύο ακόμη από την ΕΚΤ, για να φτάσει στις 9 αυξήσεις. Όσο καθυστερεί η ολοκλήρωση του κύκλου αύξησης των επιτοκίων, τόσο δείχνει να απομακρύνεται η ώρα που θα ξεκινήσουν οι μειώσεις των επιτοκίων. Και όσο οι αγορές δεν βλέπουν μειώσεις στον ορίζοντα, τόσο δυσκολεύονται να ξεφύγουν ανοδικά, γιατί οι επενδυτές έχουν πιο «ασφαλείς» εναλλακτικές που προσφέρουν ικανοποιητικές αποδόσεις, όπως τα κρατικά ομόλογα, τα αμοιβαία και οι σύνθετες προθεσμιακές.

Στο μεταξύ, η ΕΚΤ δέχθηκε δύο κρίσιμα μηνύματα την περασμένη εβδομάδα. Το πρώτο ήρθε από τα στοιχεία για τον τραπεζικό δανεισμό, που έδειξαν ότι τα δάνεια προς νοικοκυριά παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα τον Απρίλιο, ενώ τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις υποχώρησαν για έκτο διαδοχικό μήνα. Το δεύτερο ήρθε από το μέτωπο του πληθωρισμού, με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να υποχωρεί τον Μάιο στο 6,1% και τον δομικό πληθωρισμό στο 5,3%.

Τέλος, η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική. Σε Αμερική και Ευρώπη δημιουργούνται θέσεις εργασίας με πολύ ικανοποιητικό ρυθμό παρά το γεγονός ότι η Fed έχει αυξήσει τα επιτόκια κατά περίπου 5% και η ΕΚΤ κατά 3,75%. Το ερώτημα είναι αν οι αυξήσεις των επιτοκίων θα συνεχιστούν μέχρι η ύφεση που ήδη έκανε την εμφάνισή της στη Γερμανία, μεταδοθεί και στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες.