Η ραγδαία εξέλιξη των τεχνολογιών αλληλούχησης του ανθρώπινου γονιδιώματος μεταμορφώνει ριζικά το πεδίο του νεογνικού ελέγχου, ανοίγοντας νέες δυνατότητες για την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση σπάνιων κληρονομικών νοσημάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής και Τεχνοηθικής δημοσιεύει τη νέα Σύστασή της σχετικά με τις βιοηθικές διαστάσεις του νεογνικού γενετικού ελέγχου, με αλληλούχηση του ανθρώπινου γονιδιώματος.
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η αλματώδης ανάπτυξη και το διαρκώς μειούμενο κόστος της αλληλούχησης του DNA ολόκληρου του γονιδιώματος καθιστά πλέον τεχνικά δυνατή τη μοριακή ανίχνευση των σήμερα γνωστών 6,630 μονογονιδιακών σπάνιων νοσημάτων, τα οποία είναι πλέον διαχειρίσιμα ή και θεραπεύσιμα. Χάρη σε αυτές τις τεχνολογικές δυνατότητες, μάλιστα, ο κλασικός νεογνικός έλεγχος για μία κληρονομούμενη ασθένεια μπορεί να εξελιχθεί σε έναν εκτεταμένο νεογνικό γονιδιωματικό έλεγχο.
Η ανάλυση του γονιδιώματος των νεογνών εξυπηρετεί τόσο την υγεία του ίδιου του νεογνού (π.χ. πρόληψη ασθένειας, προστασία νεογνού από βλάβες της υγείας) όσο και το κράτος, στο μέτρο που αυτή επιτρέπει την έγκαιρη λήψη μέτρων για την πρόληψη τέτοιων ασθενειών ή τουλάχιστον για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους, εφόσον εκδηλωθούν.
Κατά την Επιτροπή, τα σημαντικά οφέλη τόσο για τα νεογνά και τις οικογένειές τους όσο και για τη δημόσια υγεία προκύπτουν υπό σαφείς εγγυήσεις επιστημονικής αξιοπιστίας και προϋποθέσεις ηθικής, δεοντολογικής και νομικής υφής.
Με την παρούσα Σύσταση η Επιτροπή θέτει τις θεμελιώδεις ηθικές αρχές και τις νομικές αρχές συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πρέπει να διέπουν κάθε πρόγραμμα γενετικού ελέγχου νεογνών και καταλήγει σε 14 συγκεκριμένες προτάσεις προς την Πολιτεία.
1. Προτροπή για υπογραφή και κύρωση του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του Οβιέδο για τον γενετικό έλεγχο για σκοπούς υγείας (27.11.2008) από την Ελλάδα.
2. Εκπόνηση συγκεκριμένου και ολοκληρωμένου ερευνητικού πρωτοκόλλου πριν από την πραγματοποίηση κάθε προγράμματος γονιδιωματικού ελέγχου νεογνών, υποβολή, αξιολόγηση και έγκριση αυτού από αρμόδια επιστημονική επιτροπή και επιτροπή ηθικής και δεοντολογίας της έρευνας.
3. Διασφάλιση της εποπτείας δημόσιου φορέα κατά την εκτέλεση κάθε προγράμματος γονιδιωματικού ελέγχου.
4. Συμβουλευτική Γνωμοδότηση από την ΕΕΒΤ πριν από τη λήψη αποφάσεων νεογνικού πληθυσμιακού γονιδιωματικού ελέγχου.
5. Δημοσιοποίηση των πολιτικών νεογνικού ελέγχου προς υλοποίηση, καθώς και ενδελεχής ενημέρωση από αρμόδιους φορείς, προκειμένου να εμπεδωθεί η διαφάνεια και να ενισχυθεί η δημόσια εμπιστοσύνη.
6. Συντονισμένη, συστηματική και υπεύθυνη ενημέρωση των γονέων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, πριν από και μετά τη γέννηση του παιδιού από εξειδικευμένο επαγγελματία υγείας (κλινικό γενετιστή και γενετικό σύμβουλο) για την κατάλληλη κατανόηση της διαδικασίας και των πιθανών αποτελεσμάτων που μπορεί να προκύψουν από τον διευρυμένο γονιδιωματικό νεογνικό έλεγχο.
7. Νομική ρύθμιση του τρόπου συναίνεσης για κάθε σχεδιαζόμενο πρόγραμμα γονιδιωματικού ελέγχου.
8. Διαμόρφωση πλαισίου κατευθυντήριων οδηγιών που θα διέπουν την επιλογή των υπό εξέταση νεογνικών γενετικών νοσημάτων, ανάλογα με τις διαθέσιμες εξειδικευμένες υποδομές και διαχειριστικές δυνατότητες του Εθνικού Συστήματος Υγείας της χώρας.
9. Δημοσιοποίηση και επικαιροποίηση του πίνακα με όλα τα υπό εξέταση νοσήματα.
10. Εκπόνηση DPIA για τον αντίκτυπο της συλλογής και επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων υγείας/γενετικών δεδομένων.
11. Χάραξη εκ μέρους της Πολιτείας κατάλληλου σχεδιασμού και πολιτικής διαχείρισης των αποτελεσμάτων των γενετικών εξετάσεων.
12. Θεσμική κατοχύρωση και ενίσχυση του ρόλου των ειδικών γενετικών συμβούλων.
13. Οργάνωση εκ μέρους του Υπουργείου Υγείας των κατάλληλων πολιτικών και των απαραίτητων υποδομών του συστήματος υγείας για την αντιμετώπιση των εξεταζόμενων νοσημάτων.
14. Παρακολούθηση και αποτίμηση του αντικτύπου κάθε σχεδιαζόμενου προγράμματος γενετικού ελέγχου νεογνών στο πλαίσιο του τρέχοντος εθνικού προγράμματος προληπτικού ελέγχου νεογνών.
