Η διάρκεια και η ποιότητα του ύπνου συνδέονται με την διατήρηση ορθής σκέψης
Shutterstock
Shutterstock

Η διάρκεια και η ποιότητα του ύπνου συνδέονται με την διατήρηση ορθής σκέψης

Οι ηλικιωμένοι που δεν κοιμούνται την ίδια ώρα κάθε βράδυ μπορεί να έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο προβλημάτων με τις δεξιότητες σκέψης καθώς μεγαλώνουν, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Είναι η πρώτη μελέτη που συνδέει αυτό που οι ερευνητές αποκαλούν «μεταβλητότητα ύπνου» με μείωση των δεξιοτήτων σκέψης (ονομάζεται επίσης γνωστική έκπτωση), η οποία μπορεί να περιλαμβάνει προβλήματα μνήμης και προσοχής που μερικές φορές προηγούνται πιο σοβαρών παθήσεων όπως η νόσος του Αλτσχάιμερ.

Προηγούμενες μελέτες έχουν ήδη συνδέσει τον ύπνο με τη γνωστική υγεία. Αυτή η τελευταία ανάλυση διαπίστωσε επίσης ότι οι άνθρωποι που κοιμόντουσαν λιγότερο από 7 ώρες τη νύχτα είχαν τριπλάσιο κίνδυνο να έχουν γνωστικά προβλήματα. 

Ωστόσο, οι ερευνητές είπαν ότι η μελέτη τους είναι η πρώτη που προσθέτει τη μεταβλητότητα του ύπνου σε αυτόν τον κίνδυνο, πιθανότατα επειδή η μελέτη τους περιελάμβανε περισσότερα σημεία αξιολόγησης κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης άνω των 20 ετών.

«Το εύρημα μας λέει ότι η διατήρηση υγιών, σταθερών συνηθειών ύπνου μακροπρόθεσμα μπορεί να είναι σημαντική για τη βελτιστοποίηση της υγείας του εγκεφάλου καθώς μεγαλώνετε. Επομένως, το να βεβαιωθείτε ότι ο καλός ύπνος είναι ένα τακτικό μέρος της ζωής σας -όχι μόνο τα Σαββατοκύριακα και όχι μόνο στις διακοπές- είναι σημαντικό», αναφέρει ο ερευνητής Jeffrey Iliff, PhD, καθηγητής ψυχιατρικής και συμπεριφορικών επιστημών και νευρολογίας στο University of Washington School.

Τα νέα ευρήματα δημοσιεύθηκαν τη Δευτέρα στο περιοδικό JAMA Network Open. Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα ύπνου για περισσότερα από 20 χρόνια σε 826 ηλικιωμένους, των οποίων ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 76 ετών.

Είχαν υγιή γνωστική λειτουργία στην αρχή της μελέτης και έκαναν τεστ που εξέταζαν αλλαγές στη γνωστική τους λειτουργία, όπως αυτά για προσοχή και ικανότητες μνήμης.

Οι ερευνητές ομαδοποίησαν τα άτομα στη μελέτη σε τρεις κατηγορίες ύπνου με βάση το πόσο κοιμόντουσαν: άτομα με σύντομο ύπνο, που κοιμόντουσαν δηλαδή, λιγότερες από 7 ώρες τη νύχτα, μέτριου ύπνου, που κοιμόντουσαν δηλαδή περίπου 7 ώρες τη νύχτα και πολύωροι που κοιμόντουσαν περισσότερες από 7 ώρες κάθε βράδυ.

Στη συνέχεια, κάθε ομάδα συγκρίθηκε, με βάση τις αλλαγές στα γνωστικά τους τεστ με την πάροδο του χρόνου, και οι ερευνητές συνέκριναν επίσης πόσο καιρό έζησαν οι άνθρωποι σε κάθε ομάδα. 

Οι άνθρωποι των οποίων ο ύπνος ήταν μικρότερος από 7 ώρες είχαν έως και τριπλάσιο κίνδυνο γνωστικής εξασθένησης, όπως μετρήθηκε από τα τεστ που έκαναν. (Η αναφορά δεν ανέφερε πόσα λεπτά ποικίλου ύπνου συνδέθηκε με τον αυξημένο κίνδυνο.)

Οι συγγραφείς προειδοποίησαν ότι τα αποτελέσματα βασίστηκαν στις αναφορές των ίδιων των ανθρώπων για το πόσο χρόνο κοιμήθηκαν, κάτι που θα μπορούσε να είναι ανακριβές.

«Η ανάλυσή μας δείχνει ότι αυτή η μεταβλητότητα του ύπνου δεν αντανακλά απλώς σταθερές αυξήσεις ή μειώσεις στη διάρκεια του ύπνου με την πάροδο του χρόνου», έγραψαν οι συγγραφείς.

«Είναι πιθανό η παρατηρούμενη μεταβλητότητα να αντικατοπτρίζει αλλαγές μόνο στην αυτοαναφερόμενη, και όχι αντικειμενική, διάρκεια ύπνου με την πάροδο του χρόνου».

Άλλα πράγματα που θα μπορούσαν να είχαν επηρεάσει τα αποτελέσματα, ήταν η έναρξη άλλων καταστάσεων υγείας που έρχονται με την ηλικία, όπως η κατάθλιψη, ο χρόνιος πόνος, το να σηκώνονται πιο συχνά για να πηγαίνουν στην τουαλέτα κατά τη διάρκεια της νύχτας και άλλες αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η βάρδια, η εργασία, η συνταξιοδότηση ή αλλαγές στην οικογενειακή κατάσταση.