Αυξάνονται στην Ευρώπη οι επιθέσεις των «λευκών τζιχαντιστών»

Αυξάνονται στην Ευρώπη οι επιθέσεις των «λευκών τζιχαντιστών»

Του Γιώργου Παυλόπουλου

Δύο άνθρωποι πυροβολήθηκαν και τραυματίστηκαν χθες, Πέμπτη, έξω από ένα τζαμί στην γαλλική πόλη της Βρέστης, την ώρα που ανυποψίαστοι έβγαιναν από αυτό, αφού είχαν προσευχηθεί. Αν και οι αστυνομικές αρχές δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσουν πως τα κίνητρα του δράστη ήταν θρησκευτικά – δηλαδή το μίσος του προς τους αλλόθρησκους του Ισλάμ – αυτό θεωρούνταν εξαρχής ως το πιθανότερο ενδεχόμενο.

Δύο ημέρες νωρίτερα, την Τρίτη, ο ύποπτος που είχε συλληφθεί στη Γερμανία για την εν ψυχρώ εκτέλεση του Βάλτερ Λίμπκε, ενός κορυφαίου στελέχους των Χριστιανοδημοκρατών και επικεφαλής της τοπικής διοίκησης στην περιφέρεια του Κάσελ, ομολόγησε την πράξη του. Και μαζί, παραδέχθηκε ότι το κίνητρό του ήταν ρατσιστικό – για την ακρίβεια, το μίσος που ένιωσε το 2015 για τον Λίμπκε, όταν τον είχε ακούσει να υπερασπίζεται δημοσίως την πολιτική της Ανγκελα Μέρκελ για την υποδοχή προσφύγων στη Γερμανία.

Την ίδια στιγμή που όλα αυτά συμβαίνουν στην Γαλλία και τη Γερμανία, την ίδια στιγμή που στην Ιταλία ο Σαλβίνι συνεχίζει να χύνει το δηλητήριο της ξενοφοβίας και του ρατσισμού στην κοινωνία κλείνοντας τα σύνορα και τα λιμάνια στους πρόσφυγες και τα πλοία που τους διασώζουν, την ίδια στιγμή που το ισπανικό Vox έχει ξεκινήσει τη δική του εκστρατεία μίσους, δόθηκε στη δημοσιότητα και η τελευταία έκθεση της Europol για την τρομοκρατία. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αστυνομία, λοιπόν, παρά το γεγονός ότι πέρυσι καταγράφηκε μείωση των τρομοκρατικών επιθέσεων – καταγράφηκαν 129, που κόστισαν τη ζωή σε 13 ανθρώπους, έναντι 205 το 2017 – η απειλή παραμένει αρκετά υψηλή και δικαιολογεί τα μέτρα που λαμβάνονται.

Χθες και σήμερα

Ποιοι ευθύνονται κυρίως, όμως, για τις τρομοκρατικές επιθέσεις επί ευρωπαϊκού εδάφους; Εάν έθετε κανείς την ίδια ερώτηση πριν από 3-4 χρόνια, είναι προφανές ότι η απάντηση θα ήταν σχεδόν ομόφωνη: οι τζιχαντιστές της αλ-Κάιντα, του Ισλαμικού Κράτους και άλλων όμορων σχημάτων. Πριν από 3-4 δεκαετίες δε, οι περισσότεροι θα έδειχναν προς την κατεύθυνση των οργανώσεων με αριστερές καταβολές ή αναφορές – την Μπάαντερ Μάινχοφ, τις Ερυθρές Ταξιαρχίες, τον IRA, την ΕΤΑ και φυσικά τις αντίστοιχες ελληνικές (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήταν και τότε παρούσα η τρομοκρατία της απέναντι πλευράς).

Σήμερα, όμως, τα στοιχεία οδηγούν ξεκαθαρα προς την Ακροδεξιά και τους φανατικούς εθνικιστές. Βρίσκοντας εύφορο έδαφος στις αντιδραστικές τάσεις που παρατηρούνται (αν όχι κυριαρχούν) σε πολλές χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, οι ακροδεξιοί τρομοκράτες εντείνουν και πολλαπλασιάζουν τη δράση τους, σχεδιάζοντας ολοένα πιο εντυπωσιακά χτυπήματα. Για του λόγου το αληθές, τον Μάιο οι γερμανικές αρχές εκτίμησαν ότι ο αριθμός των ακροδεξιών ομάδων και των μελών τους έχει αυξηθεί κατά τουλάχιστον 50% στα τελευταία δύο χρόνια.

Μάλιστα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών και των αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών, τα μέλη και στελέχη τους δεν διστάζουν να μελετούν και να αντιγράφουν μεθόδους των τζιχαντιστών για να οργανώσουν πιο αποτελεσματικά τις φονικές επιθέσεις τους. Το κάνουν δε τόσο σε... τεχνικό επίπεδο (συνδεσμολογία στους εκρηκτικούς μηχανισμούς) όσο και σε επικοινωνιακό, κυρίως με την αξιοποίηση του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Τα παραπάνω ισχύουν δε τόσο για τους οργανωμένους «πυρήνες» όσο και για τους αποκαλούμενους «μοναχικούς λύκους», που τείνουν να γίνουν μόδα το τελευταίο διάστημα.

Και τώρα, τι κάνουμε;

Πώς αντιμετωπίζεται, αλήθεια, αυτό το απεχθές και εξαιρετικά ανησυχητικό φαινόμενο; Η καταστολή είναι η μία, προφανής, επιλογή. Ουσιαστικά, όμως, από μόνη της δεν μπορεί να καταφέρει τίποτα όσο εκατομμύρια άνθρωποι τείνουν ευήκοον ους και δείχνουν ανοχή.

Swen Pfoertner/dpa via AP