Στον ρυθμό των επιτοκίων χορεύουν οι αγορές
Shutterstock
Shutterstock
Κεντρικές Τράπεζες

Στον ρυθμό των επιτοκίων χορεύουν οι αγορές

Η χρηματιστηριακή εβδομάδα που ολοκληρώθηκε την Παρασκευή θα μπορούσε να αποτελεί τον ορισμό της απόλυτα «χλιαρής» εβδομάδας για την Ευρώπη, με εύπεπτες απώλειες της τάξης του 1% για τον βιομηχανικό δείκτη Dax, ενώ ο S&P 500 εν τέλει έκλεισε με εβδομαδιαίες της τάξης του 3,3%, καθώς ο δείκτης για τις τιμές χονδρικής «έκοψε» την όρεξη της Wall Street.

Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία έδειξαν περαιτέρω αποκλιμάκωση των ανοδικών πιέσεων στις τιμές χονδρικής σε σχέση με το 2021, εντούτοις αποδείχθηκαν χειρότερα των εκτιμήσεων των αναλυτών που περίμεναν άνοδο 0,2% από τον προηγούμενο μήνα και 7,2% από ένα χρόνο νωρίτερα. Έτσι οι τιμές χονδρικής αυξήθηκαν κατά 0,3% τον Νοέμβριο για τρίτο συνεχή μήνα, ενώ σε σύγκριση με πέρυσι ενισχύθηκαν κατά 7,4% έναντι 8,1% τον Οκτώβριο.

Τα στοιχεία αυτά ήταν επόμενο να μη γίνουν ευπρόσδεκτα από τους επενδυτές, καθώς ανακοινώθηκαν λίγες μέρες πριν την τελευταία συνεδρίαση της Fed για το 2022. Μια συνεδρίαση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ αναμένεται να προχωρήσει σε μια μικρότερη αύξηση των επιτοκίων της κατά 50 μονάδες βάσης, έναντι των 75 μονάδων που είχε υιοθετήσει στις τέσσερις τελευταίες της συνεδριάσεις. 

Αν και δε νομίζουμε να «τολμήσει» η Fed να απογοητεύσει την επενδυτική κοινότητα προβαίνοντας σε μια μεγαλύτερη αύξηση του αναμενομένου, εντούτοις δεν παύει η αρνητική έκπληξη από τα στοιχεία για τις τιμές χονδρικής να μετριάζει τον ενθουσιασμό των προηγούμενων ημερών αναφορικά με τις πιθανότητες ο πληθωρισμός να έχει κορυφώσει.

Από την άλλη, η καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ τον Δεκέμβριο «έσωσε την παρτίδα» σημειώνοντας καλύτερη του αναμενόμενου επίδοση από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, στηρίζοντας τη Wall και βοηθώντας τον S&P500 να κλείσει μια ανάσα από τον μέσο κινητό όρο των 30 ημερών, ώστε να παραμείνει ανοικτό το παράθυρο μιας εορταστικής διάθεσης τις επόμενες ημέρες.

Ειδικότερα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης που καταρτίζει το Πανεπιστήμιο του Michigan ενισχύθηκε στις 59,1 μονάδες από 56,8 τον Νοέμβριο, ενώ οι αναλυτές έβλεπαν άνοδο στις 57 μονάδες.

Ο Αμερικανός καταναλωτής λοιπόν κρατάει καλά και εξακολουθεί να «λειαίνει» τους φόβους για ύφεση, αν και όπως θα δούμε παρακάτω, στη μάχη του πληθωρισμού αυτό δεν είναι απαραίτητα μια καλή εξέλιξη.

Τα ευρωπαϊκά στοιχήματα

Οι επενδυτές έχουν ευθυγραμμίσει τις προσδοκίες τους για πιο μικρή αύξηση επιτοκίων και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Έτσι στις 14 και 15 Δεκεμβρίου εκτός από τη Fed αναμένεται και η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Αγγλίας να αυξήσουν τα επιτόκια κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, κόβοντας ταχύτητα από τις πρόσφατες αυξήσεις της τάξης των 75 μονάδων βάσης.(σ.σ:περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ). 

Μάλιστα όσον αφορά τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg, οι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν αύξηση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, τόσο για την ερχόμενη Πέμπτη όσο και για τη συνεδρίαση του Φεβρουαρίου.

Πιθανότατα λοιπόν το 2022 να μας αποχαιρετήσει με επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ στο 2% -σήμερα ανέρχεται στο 1,5%-και εν συνεχεία τον Φεβρουάριο να ανέλθει στο 2,5%.

Το πρώτο τρίμηνο του 2023 όμως θα οριοθετήσει ταυτόχρονα και την έναρξη της μείωσης του ισολογισμού της ΕΚΤ που έχει φτάσει αισίως τα 5 τρισ. ευρώ. Στο σημείο αυτό να διευκρινίσουμε ότι πάνω από 9 στους 10 αναλυτές θεωρούν ότι η μείωση των ομολόγων της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθεί μέσω της μη επανεπεπένδυσης και όχι με πωλήσεις πριν τη λήξη τους.

Οποιαδήποτε παρέκκλιση από τα αναμενόμενα, όπως είναι κατανοητό είναι κάτι που θα «ταράξει» τις αγορές.

Όμως πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε ότι οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής θα κινηθούν σύμφωνα με τις προσδοκίες της αγοράς;

Τα δύσκολα είναι μπροστά μας

Ήδη σε έρευνες μεγάλων ειδησιογραφικών πρακτορείων υπάρχει έντονος προβληματισμός από την πλευρά των αναλυτών.

Για παράδειγμα όσον αφορά την Ευρωζώνη, περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες αναλυτές θεωρούν ότι η ΕΚΤ είναι πίσω από τις εξελίξεις όσον αφορά την αντιμετώπιση του πληθωρισμού.

Αν και ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη μειώθηκε τον Νοέμβριο, το πρόβλημα είναι ότι αναμένεται να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτι για το οποίο άλλωστε μας προειδοποιεί επανειλημμένως η Πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.

Μέχρι στιγμής η μέση πρόβλεψη των οικονομολόγων για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη είναι στο 6,1% το 2023, ενώ εκτιμούν ότι το 2024 ο πληθωρισμός θα καταφέρει να προσεγγίσει τον στόχο του 2% και θα διαμορφωθεί στο 2,2%.

Εκτιμούν επίσης συρρίκνωση της οικονομίας τον χειμώνα και μια ήπια ανάκαμψη κατά το δεύτερο τρίμηνο. Την ίδια στιγμή, οι αγορές χρήματος βλέπουν το τελικό επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ πέριξ του 3%.

Οι προβλέψεις αυτές βασίζονται μάλλον στο αρκετά αισιόδοξο σενάριο ότι κάπου εδώ ο πληθωρισμός κορυφώνεται. Είναι όμως έτσι;

H πρόσφατη μικρή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού ήταν λίγο πολύ αναμενόμενη, καθώς οι τιμές ενέργειας από τα τέλη του Αυγούστου και έως το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου είχαν υποχωρήσει αρκετά από τα υψηλά τους, ενώ ταυτόχρονα υπήρξε μια μέτρια εξομάλυνση στις εφοδιαστικές αλυσίδες, οι οποίες είχαν πλήρως αποσυντονιστεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Η καλοκαιρία του φετινού φθινοπώρου μας επέτρεψε να μπούμε στην καρδιά του χειμώνα με τις αποθήκες φυσικού αερίου γεμάτες και η μειωμένη ζήτηση LNG από την Ασία δεδομένων των περιορισμών λόγω της Covid-19 μας επέτρεψε τον άνετο εφοδιασμό.

Το 2023 όμως αναμένεται να επιστρέψει ο ενεργειακός πληθωρισμός.Οι αποθήκες φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να πληρωθούν, μιας και οι ροές από τον Νord Stream είναι ήδη ελάχιστες, ενώ δεδομένου ότι η Κίνα σταδιακά αποσύρει την πολιτική ΖeroCovid με την άνοιξη να οριοθετεί μια επιτάχυνση προς την κανονικότητα, τον επόμενο χειμώνα ο ανταγωνισμός για προμήθειες LNG είναι πολύ πιθανό να εκτινάξει τις τιμές.

Μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγήσει αναγκαστικά στην Ευρώπη σε νέες ενεργειακές επιδοτήσεις.

Σύμφωνα με το Economist, εάν η ΕΕ διατηρήσει τα μέτρα στήριξης προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023, το κόστος, χωρίς τους φόρους για τη χρηματοδότηση των παροχών, θα φτάσει σχεδόν το 2% του ΑΕΠ.

Η δημοσιονομική πολιτική λοιπόν αποτελεί ως ένα σημείο τροχοπέδη για τη μείωση του πληθωρισμού καθώς αποθαρρύνει το ζητούμενο της μείωσης της κατανάλωσης.

Αν και όπως έχουμε ξαναπεί αυτή είναι μια αντιδημοφιλής άποψη, εντούτοις οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το να ανεβάζουν από τη μια οι τράπεζες τα επιτόκια προκειμένου να μειώσουν την κατανάλωση και από την άλλη οι κυβερνήσεις να διευρύνουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα επιδοτώντας οριζόντια τους πάντες, εκ των πραγμάτων είναι δύο αντικρουόμενες πολιτικές.

Σύμφωνα με το Economist, αυτή τη στιγμή τα 2/3 των ενεργειακών δαπανών της ΕΕ κατευθύνονται στην ευρεία υποστήριξη των νοικοκυριών, κάτι που αποθαρρύνει την εξοικονόμηση ενέργειας. Μόνο το ένα πέμπτο των δαπανών αυτών αφορά τη στοχευμένη αναδιανομή στους άπορους. Αυτή η προσέγγιση όμως ίσως να ήταν πιο αποτελεσματική για τον έλεγχο του πληθωρισμού μέσω της μείωσης της ζήτησης, αν και σίγουρα συνοδεύεται από ένα διόλου ευκαταφρόνητο πολιτικό κόστος.

Ένα κόστος που οι κυβερνήσεις φοβούνται να το πάρουν. Όσο όμως διαθέτουν δισεκατομμύρια ευρώ για να θωρακίσουν οριζόντια επιχειρήσεις και νοικοκυριά απέναντι στα αυξανόμενα κόστη, τόσο θα αποδυναμώνονται οι προσπάθειές των Κεντρικών Τραπεζιτών για μείωση του πληθωρισμού.

Μέσα σε αυτό το πνεύμα άλλωστε ήταν και η προτροπή των  Νάγκελ και Βιλερουά για γρήγορη επιστροφή σε πιο ισορροπημένους προϋπολογισμούς. (σ.σ: περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ). 

Τέλος, η υπερθέρμανση της αγοράς εργασίας στις ΗΠΑ είναι άλλο ένα τροχοπέδη για τον έλεγχο του πληθωρισμού. Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στις αρχές Δεκεμβρίου, οι μισθοί σημείωσαν ετήσια αύξηση της τάξης του 5,1% τους τελευταίους τρεις μήνες.

Στη Βρετανία οι μισθοί αυξάνονται με παρόμοιο ρυθμό, ενώ ένα κύμα απεργιών μας προϊδεάζει ότι μπορεί να ακολουθήσουν ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις, με τελευταία την απεργία στους New York Times, τη μεγαλύτερη απεργία του προσωπικού τους από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 με βασικά αιτήματα νέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και αυξήσεις μισθών.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.