Το «σπριντ» της ελληνικής οικονομίας με ένα νέο κυβερνητικό σχήμα και πολλές καυτές προτεραιότητες έχει ξεκινήσει και περιλαμβάνει την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις τράπεζες, τη μείωση των κόκκινων δανείων, την επαναφορά των επενδύσεων σε συνδυασμό με καθαρή πιστωτική επέκταση των τραπεζών για να ενισχυθεί η ανάπτυξη.
Θέματα που όλα τους άμεσα ή έμμεσα, συνδέονται όμως με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας η οποία θα επιτρέψει τη μείωση του χρηματοδοτικού κόστους, σε δημόσιο, τράπεζες και επιχειρήσεις και την είσοδο νέων κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία.
Σχετική άλλωστε είναι και η θεματολογία στη συνάντηση του νέου υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη, με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, με τις προθεσμίες να είναι σφικτές μετά και τη διπλή εκλογική αναμέτρηση.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι σημαντική προτεραιότητα της κυβέρνησης. Σε ένα μήνα από σήμερα στις 4 Αυγούστου είναι προγραμματισμένη η αξιολόγηση του οίκου Scope, αλλά το πρώτο κρίσιμο ραντεβού είναι στην πραγματικότητα στις 8 Σεπτεμβρίου με την αξιολόγηση του οίκου DBRS, ο οποίος είναι ο 4ος μεγαλύτερος και επίσης είναι μεταξύ αυτών που η ΕΚΤ δέχεται την αξιολόγησή τους για το αξιόχρεο των χωρών μελών, μαζί με τις S&P, Moody’s και Fitch. Όλοι αυτοί οι οίκοι με εξαίρεση τη Moody’s αρκεί να ανεβάσουν μία βαθμίδα την αξιολόγησή τους για την ελληνική ελληνική οικονομία, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος.
Ωστόσο, σημαντικό για να γίνει αυτό, είναι να εμφανιστεί μια βελτιωμένη εικόνα στις ελληνικές τράπεζες, όπου η διαδικασία αποεπένδυσης του ΤΧΣ και ιδιωτικοποίησής τους μόλις ξεκίνησε, με την Eurobank να κάνει πρώτη το βήμα για να γίνει η πρώτη ελληνική τράπεζα που επανέρχεται πλήρως σε ιδιώτες μετόχους, μετά από διάστημα που ξεπέρασε τη δεκαετία.
Η πλήρης επιστροφή της πρώτης συστημικής τράπεζας σε ιδιώτες μετόχους, έχει ουσιαστικό και συμβολικό χαρακτήρα καθώς αποτυπώνει απτά το success story των ελληνικών τραπεζών και την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια δημιουργώντας τις προϋποθέσεις και τα επιχειρήματα για να προχωρήσουν οι οίκοι αξιολόγησης στην αναβάθμιση, σε μία οικονομία της οποίας οι τράπεζες κινούνται ανεξάρτητα απαλλαγμένες από τα δεκανίκια και τον εναγκαλισμό του δημοσίου.
Στην περίπτωση της Eurobank το ΤΧΣ έχει μικρό μερίδιο μόλις 1,4% του ποσοστού των μετοχών, αλλά η διαδικασία θα έχει διάρκεια, καθώς ξεκίνησε μεν, με την πρόταση της τράπεζας προς το Ταμείο για την εξαγορά του μεριδίου με τιμή έως 1,90 ευρώ ανά μετοχή, αλλά θα συνεχιστεί με τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της τράπεζας στις 20 Ιουλίου που θα πρέπει να εγκρίνουν την πρόταση και στη συνέχεια θα ακολουθήσει το επίσημο αίτημα προς το ΤΧΣ που έχει δυνατότητα να απαντήσει δύο μήνες αργότερα.
Βεβαίως, το πρώτο βήμα έγινε και αυτό δεν αλλάζει. Εμβόλιμα πάντως σε αυτές τις ημερομηνίες, είναι τα κρίσιμα ραντεβού τα οποία τοποθετούνται στους εναπομείναντες οίκους με το μεγαλύτερο κύρος της Standard & Poor’s στις 20 Οκτωβρίου και τη Fitch στις 2 Δεκεμβρίου.
Το ΤΧΣ στο μεταξύ, διαθέτει επίσης αυτήν τη στιγμή ακόμα σημαντικότερα μερίδια στις υπόλοιπες συστημικές τράπεζες και ειδικά στην ΕΤΕ. Διαθέτει το 40,3% της Εθνικής Τράπεζας, το 27% της Τράπεζας Πειραιώς και το 9% της Alpha Bank.
Μαζί με το ζήτημα της αποεπένδυσης του ΤΧΣ «τρέχουν» και δύο ακόμα κομβικά ζητήματα: Το πρώτο από αυτά είναι το ζήτημα της περαιτέρω μείωσης των κόκκινων δανείων, με τη συνέχιση του προγράμματος «Ηρακλής» ή τη δημιουργία ενός νέου σχήματος του «Ηρακλή 3», ενώ το δεύτερο είναι να συνεχιστεί η επιτυχής απορρόφηση των κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και να συνδεθεί επιτυχώς με την βοήθεια των τραπεζών, με την επιστροφή της καθαρής πιστωτικής επέκτασης για επενδύσεις από επιχειρήσεις μεγάλες και ΜμΕ που από τη μία πλευρά τα επιτόκια της ΕΚΤ και από την άλλη η διπλή εκλογική αναμέτρηση, καθυστέρησαν ειδικά μετά τον Απρίλιο.
Όσον αφορά στο πρόγραμμα Ηρακλής που εκκρεμείς τιτλοποιήσεις του έμειναν από πέρυσι στο συρτάρι εξαιτίας της στάσης της Eurostat, να συνδέσει το θέμα κρατικών εγγυήσεων και χρέους, εκτιμάται ότι τώρα μπορεί να επανέλθει.
Μπορεί να περιλάβει τις τιτλοποιήσεις αυτές (Frontier II της ΕΤΕ, Sunrise III της Τράπεζας Πειραιώς και Solar με συμμετοχή και των 4 συστημικών τραπεζών), με τρόπο που να ικανοποιούν τα νέα κριτήρια για το χρέος. Επίσης, εκτιμάται ότι θα περιλάβει και τιτλοποιήσεις για την εξυγίανση των μικρότερων τραπεζών που πνίγονται στα κόκκινα δάνεια και δεν θα μπορέσουν να εξυγιανθούν χωρίς τη βοήθεια του προγράμματος βαραίνοντας μεγάλο μέρος του τραπεζικού συστήματος.
Εξίσου σημαντική είναι η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και η πιστωτική επέκταση. Τα δύο θέματα συνδέονται απόλυτα σε περιβάλλον ανόδου των επιτοκίων και η συμβολή του Ταμείου είναι σημαντική στη μείωση του επενδυτικού κόστους για τις επιχειρήσεις ώστε να τολμήσουν τις επενδύσεις που πρέπει να κάνουν για να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα και την κερδοφορία τους.