Νέος πονοκέφαλος για την Ευρώπη το ιταλικό χρέος
Shutterstock
Shutterstock

Νέος πονοκέφαλος για την Ευρώπη το ιταλικό χρέος

Έχουν περάσει 14 μήνες από τότε που η Moody’ s έβαλε την Ιταλία στο χαμηλότερο σκαλοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας και 6 μήνες από την τελευταία προειδοποίηση του οίκου, ωστόσο η πρόθεση της Τζόρτζια Μελόνι να αυξήσει το έλλειμμα και η ευρύτερη δημοσιονομική της πολιτική φέρνουν πιο κοντά την υποβάθμιση σε «junk» στις 17 Νοεμβρίου.

Οι δηλώσεις του επικεφαλής οικονομολόγου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, για τον ιταλικό προϋπολογισμό του 2024 και το ιστορικά υψηλό επιτόκιο με το οποίο δανείστηκε χθες το ιταλικό δημόσιο από τις αγορές, επαναφέρουν στο προσκήνιο το θέμα της βιωσιμότητας του ιταλικού χρέους. Ένα ζήτημα πολύ σημαντικό για την Ευρωζώνη, καθώς το ιταλικό χρέος πλησιάζει στα 3 τρισ. ευρώ και δύσκολα μπορεί να αναδιαρθρωθεί. 

Ο Πιερ Ολιβιέ Γκουρενσά κάλεσε ουσιαστικά τη Μελόνι να μην εφαρμόσει τις μειώσεις φόρων που προβλέπονται για τον επόμενο χρόνο. Η δημοσιονομική χαλάρωση την οποία προωθεί η ιταλική κυβέρνηση ανησυχεί ΔΝΤ και επενδυτές ότι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα στο μέλλον. Αν η Moody’s υποβαθμίσει την Ιταλία σε junk τότε η κατάσταση θα χειροτερέψει καθώς θα σημειωθούν σημαντικές εκροές επενδυτικών κεφαλαίων. 

Οι επενδυτικές ανησυχίες φάνηκαν ξεκάθαρα χθες, στη δημοπρασία 7ετούς κρατικού ομολόγου. Το ιταλικό δημόσιο ζήτησε 2,75 δισ. ευρώ και έλαβε προσφορές ύψους 4,063 δισ. ευρώ, με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στο ιστορικό υψηλό του 4,37%. Παρόμοιο ήταν το σκηνικό και στη δημοπρασία 3ετούς ομολόγου, όπου το επιτόκιο έκλεισε στο 3,93% που είναι το υψηλότερο από τον Σεπτέμβριο του 2012.

Την ίδια ώρα, η Ιταλία βασίζεται τους εγχώριους μικροεπενδυτές για να χρηματοδοτήσει τον προϋπολογισμό της καθώς τόσο η Bank of Italy όσο και οι ξένοι επενδυτές μειώνουν τις θέσεις τους σε ιταλικά κρατικά ομόλογα. Το ποσοστό που έχουν στην κατοχή τους ιταλικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχει σχεδόν διπλασιαστεί από τον Απρίλιο του 2022, εξαιτίας και των αυξημένων αποδόσεων.

Η Ιταλία εμφανίζει σήμερα το υψηλότερο κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη και οι συζητήσεις του ιταλικού υπουργείου Οικονομικών με την Κομισιόν είναι αυτές που θα καθορίσουν την πορεία των ιταλικών ομολόγων. Η Κομισιόν έχει ήδη ενημερωθεί για το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού της Ιταλίας για το 2024, στο οποίο ο στόχος για το έλλειμα έχει αυξηθεί στο 4,3%, από 3,7% προηγουμένως.

Μάλιστα, η ιταλική κυβέρνηση δεν σχεδιάζει να επιστρέψει πριν το 2026 σε έλλειμα χαμηλότερο του 3% που είναι το όριο που θέτει η Κομισιόν. Οι διαπραγματεύσεις των επόμενων εβδομάδων θα είναι κρίσιμες, ωστόσο οι αναλυτές δεν αναμένουν επανάληψη των επεισοδίων της κυβέρνησης Σαλβίνι-Ντι Μάτζιο. 

Οι οίκοι S&P, Moody’s, Fitch και DBRS θα αξιολογήσουν το ιταλικό αξιόχρεο μέσα στον επόμενο μήνα με τη Moody’s να έχει προειδοποιήσει ανοιχτά την Ιταλία από τον περασμένο Απρίλιο ότι είναι η μοναδική οικονομία στον κόσμο που κινδυνεύει να χάσει το investment grade.

Η Capital Economics, πάντως, δεν πιστεύει ότι θα σημειωθεί μεγάλο sell-off στα ιταλικά ομόλογα στους προσεχείς μήνες. Πρώτον, γιατί εκτιμάται ότι οι αποδόσεις των ομολόγων θα κινηθούν πτωτικά μέσα στους επόμενους μήνες, όταν οι κεντρικές τράπεζες θα εγκαταλείψουν τη στρατηγική «υψηλότερα για περισσότερο» για τα επιτόκια.

Δεύτερον, ενώ η Μελόνι έχει ξεπεράσει τα όρια σε ό,τι αφορά τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, ο οίκος εκτιμά ότι δεν θα πάει τελικά σε ρήξη με τις Βρυξέλλες. Διότι τα κονδύλια που είναι να λάβει η Ιταλία από το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελούν ένα κίνητρο για τη Μελόνι να κινηθεί μέσα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών κανόνων.

Όμως μακροπρόθεσμα οι κίνδυνοι για το ιταλικό χρέος έχουν αυξηθεί και ο λόγος χρέος προς ΑΕΠ προβλέπεται να κινηθεί ανοδικά την επόμενη δεκαετία και όχι πτωτικά που είναι η οδηγία της ΕΕ. Τέλος, η ιταλική κυβέρνηση δεν δείχνει να χρησιμοποιεί πολύ αποτελεσματικά τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης με αποτέλεσμα οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ιταλίας να έχουν επιδεινωθεί.