Η Τεχνητή Νοημοσύνη και το μέλλον της εργασίας
Shutterstock
Shutterstock

Η Τεχνητή Νοημοσύνη και το μέλλον της εργασίας

Το τοπίο της εργασίας μετασχηματίζεται γρήγορα, καθώς απομακρύνεται από τις παραδοσιακές δομές απασχόλησης που χαρακτηρίζονται από σταθερές συμβάσεις, φυσικές εγκαταστάσεις γραφείων και άκαμπτες ιεραρχίες. Στη θέση αυτών, αναδύεται ένα πιο προσαρμοστικό εργατικό δυναμικό που βασίζεται σε έργα, που χαρακτηρίζεται από ένα μείγμα υπαλλήλων, συμβούλων και ελεύθερων συνεργατών.

Αυτή η αλλαγή δεν είναι απλώς μια τάση, αλλά και μια απάντηση στις εξελισσόμενες ανάγκες των επιχειρήσεων σε μια εποχή ψηφιακών εξελίξεων.

Η Ευρώπη – παρά το γεγονός ότι καταγράφει ιστορικά χαμηλά ποσοστά ανεργίας – αντιμετωπίζει μια πιεστική κρίση έλλειψης δεξιοτήτων. Οι αναφορές δείχνουν ότι πάνω από τα τρία τέταρτα των εταιρειών δυσκολεύονται να βρουν υποψηφίους υπαλλήλους με τις απαραίτητες δεξιότητες και αυτή η πραγματικότητα είναι ιδιαίτερα εμφανής στον ψηφιακό τομέα. Είναι εντυπωσιακό πω τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι το 40 τοις εκατό των ενηλίκων στερούνται βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων, υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη για επαναξιολόγηση των εκπαιδευτικών και επαγγελματικών υποδειγμάτων.

Υιοθετώντας την ψηφιοποίηση

Μια πρόσφατη μελέτη με τίτλο «The Future of Work Study 2023: Digitalisation and the Labour Market of Tomorrow» (Το μέλλον της εργασίας 2023: Ψηφιοποίηση και η αγορά εργασίας του αύριο) εντόπισε κάποια κρίσιμα χαρακτηριστικά και τάσεις στην εργασία, καλώντας τους Ευρωπαίους ηγέτες να τα αντιμετωπίσουν νωρίς. Τρία κυρίαρχα θέματα προέκυψαν: η αποτελεσματική αξιοποίηση των δυνατοτήτων της ψηφιοποίησης, η αναγνώριση του ριζοσπαστικού ρόλου της τεχνητής νοημοσύνης και η υιοθέτηση της δια βίου μάθησης.

Οι δυνατότητες της ψηφιοποίησης είναι αναμφισβήτητες. Εταιρείες και ιδιώτες υιοθετούν την απομακρυσμένη εργασία και τα ψηφιακά εργαλεία, αντανακλώντας την εξελισσόμενη τάση της εργασίας «ως υπηρεσία». Ωστόσο, εν μέσω αυτού του μετασχηματισμού, υπάρχει η ζωτική ανάγκη να αναγνωριστούν οι αναδυόμενες ευκαιρίες στα νέα επιχειρηματικά μοντέλα και τους κλάδους που δημιουργούνται από την ψηφιοποίηση.

Οι νομοθέτες πρέπει να υιοθετήσουν ένα «ελαφρύ χέρι» σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση και να επιτρέψουν στην αγορά να αποφασίσει για τις τεχνολογίες, τις υπηρεσίες και τις εφαρμογές που θα ευδοκιμήσουν, αντί να επιλέγουν νικητές και να διαθέτουν χρήματα από τους φορολογούμενους για την προώθηση των εγχειρημάτων που οι ρυθμιστές ευνοούν και την εξυπηρέτηση των εμπεδωμένων συμφερόντων.

Η τάση της ΕΕ για κεντρικώς διευθυνόμενες βιομηχανικές πολιτικές και υπερβολική νομοθεσία είναι κάτι που πρέπει να αντιστραφεί. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να συνεργαστούν με ελεύθερους επαγγελματίες, εργαζόμενους σε πλατφόρμες και επιχειρηματίες για να κατανοήσουν αυτό το μεταβαλλόμενο τοπίο και να δημιουργήσουν ένα υποστηρικτικό νομοθετικό πλαίσιο.

Η απελευθέρωση από απαρχαιωμένες αντιλήψεις για την αγορά εργασίας είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας για την απελευθέρωση του δυναμικού της οικονομίας και της κοινωνίας. Για παράδειγμα, η τρέχουσα προσέγγιση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην πρόταση για μια «Οδηγία για τα Δικαιώματα των Εργαζομένων στην Οικονομία Πλατφορμών», για παράδειγμα, αντανακλά την απαρχαιωμένη και καταστροφική μέθοδο που υιοθέτησαν πολλοί υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων που παραμένουν εγκλωβισμένοι στο παρελθόν. Η αξιοποίηση της εξέλιξης της εργασίας απαιτεί την απομάκρυνση από την αρνητικότητα που συχνά συνδέεται με δραστηριότητες που βασίζονται σε συγκεκριμένα προγράμματα και την ενίσχυση ενός περιβάλλοντος που ενθαρρύνει την ανάπτυξη και την καινοτομία.

Η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) είναι μια κομβική δύναμη που αναδιαμορφώνει κλάδους και ρόλους. Τα άτομα πρέπει να συνεργαστούν συμβιωτικά με τις μηχανές για να διατηρήσουν τη θέση τους στην ταχέως εξελισσόμενη αγορά εργασίας. Ταυτόχρονα, οι οργανισμοί πρέπει να ενσωματώσουν την τεχνητή νοημοσύνη σε διαδικασίες για την αποτελεσματική διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και τον εξορθολογισμό των λειτουργιών τους.

Ο νόμος της ΕΕ για την Τεχνητή Νοημοσύνη, που εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2023, προκαλεί ανησυχία, καθώς έχει ως στόχο να υπαγορεύσει τη μελλοντική πορεία της τεχνολογίας αντί να αφήσει την καινοτομία και την αγορά να αποφασίσουν για την εξέλιξή της. Τα μέτρα για την απαγόρευση της ανάπτυξης συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης που θεωρείται ότι ενέχουν «μη αποδεκτό κίνδυνο» στην ΕΕ αποκαλύπτουν μια υπερβολική ανάμειξη στην ανάπτυξη της νέας τεχνολογίας.

Το ίδιο ισχύει και για τις απαιτήσεις του νόμου για την τεχνητή νοημοσύνη της ΕΕ που αφορούν τη δημοσίευση λεπτομερών περιλήψεων σχετικά με το περιεχόμενο που χρησιμοποιείται για την εκπαίδευση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης και την προετοιμασία της τεχνικής τεκμηρίωσης που σχετίζεται με τη χρήση των μοντέλων. Μια λιγότερο παρεμβατική ρυθμιστική προσέγγιση θα εξυπηρετούσε καλύτερα τις επιχειρήσεις στην ΕΕ, τους καταναλωτές και την οικονομία στο σύνολό της.

Η ανάγκη για δια βίου μάθηση

Επιπλέον, η δια βίου μάθηση έχει πάψει να είναι ένα απλό σύνθημα: είναι μια επιτακτική πραγματικότητα. Η επανακατάρτιση και η αναβάθμιση δεξιοτήτων είναι απαραίτητα στοιχεία για την επιτυχία σε αυτό το νέο παράδειγμα αγοράς εργασίας που φέρνει η τεχνολογία. Σε αυτό το πνεύμα, τα εκπαιδευτικά συστήματα σε όλη την Ευρώπη αντιμετωπίζουν πιεστική ανάγκη για μεταρρυθμίσεις. Οι νέοι πρέπει να διαθέτουν δεξιότητες και τεχνογνωσία που να ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις της εξελισσόμενης αγοράς εργασίας. Ωστόσο, η εκπαιδευτική σφαίρα παραμένει εδραιωμένη σε παραδοσιακές μεθοδολογίες, απαιτώντας έναν σαρωτικό μετασχηματισμό σε όλα τα επίπεδα. Η πρόσληψη ικανών και αφοσιωμένων εκπαιδευτών με τα κατάλληλα σύνολα δεξιοτήτων είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας για την ενδυνάμωση των εργαζομένων και των πολιτών για το μέλλον.

Τονίζουμε ότι η ψηφιοποίηση της αγοράς εργασίας δεν είναι ο προάγγελος ενός σκοτεινού, δυστοπικού μέλλοντος, αλλά μια οδός ευκαιρίας ώστε τα άτομα και οι οικονομίες να προσαρμοστούν, να ευδοκιμήσουν και να επαναπροσδιορίσουν την εργασία σε έναν κόσμο που αλλάζει ταχέως. Για να εκμεταλλευτούμε αυτές τις ευκαιρίες, οι συστημικές αλλαγές είναι επιτακτικές. Οι πρακτικές του παρελθόντος δεν πρέπει να μπαίνουν εμπόδιο στις δυνατότητες του μέλλοντος.

Συμπερασματικά, το μέλλον της εργασίας απαιτεί τη συνολική επανεκτίμηση των καθιερωμένων κανόνων, την ενεργητική στάση έναντι της ψηφιοποίησης, την αποδοχή του μετασχηματιστικού ρόλου της Τεχνητής Νοημοσύνης και την ακλόνητη δέσμευση για τη δια βίου μάθηση. Αγκαλιάζοντας αυτές τις αλλαγές δε θα επαναπροσδιορίσουμε απλώς την εργασία, αλλά θα ανοίξουμε επίσης το δρόμο για ένα μέλλον μεγαλύτερης ευελιξίας, ανθεκτικότητας και ευημερίας για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς στην αγορά εργασίας.

Glen Hodgson είναι ο ιδρυτής και ο διευθύνων σύμβουλος της Free Trade Europa.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 23 Ιανουαρίου 2024 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.