Γιατί είναι τόσο δημοφιλές το κράτος-παραμάνα;

Γιατί είναι τόσο δημοφιλές το κράτος-παραμάνα;

Του Bill Wirtz

Απαγόρευση στα πλαστικά καλαμάκια, φόροι στα αναψυκτικά, απαγόρευση των ντιζελοκίνητων αυτοκινήτων, καταστολή του καπνίσματος, περιορισμοί στην κατανάλωση αλκοόλ: Ο κατάλογος των περιορισμών των ατομικών ελευθεριών των ανθρώπων συνεχώς αυξάνεται. Γιατί όμως είναι τόσο δημοφιλές το Κράτος-Παραμάνα;

Κάποιες από τις πρόσφατες εφευρέσεις

Προσοχή στην πλαστική σακούλα και τις συσκευασίες από φελιζόλ! Αυτό είναι απ' ό,τι φαίνεται το μοτίβο των πρόσφατων ρυθμιστικών εξελίξεων. Ο αριθμός των πόλεων που επιβάλλουν ειδικούς φόρους και απαγορεύσεις στις πλαστικές σακούλες μίας χρήσης και τα δοχεία φαγητού από φελιζόλ από τα εστιατόρια αυξάνεται με εκθετικό ρυθμό. Στην περίπτωση της πλαστικής σακούλας μίας χρήσης, τα στοιχεία καταδεικνύουν με σαφήνεια ότι το συμβατικό HDPE (πολυαιθυλένιο υψηλής πυκνότητας έχει μικρότερη περιβαλλοντική επίπτωση απ' ό,τι οι εναλλακτικές σακούλες. Κι αυτό γιατί το ποσοστό επανάχρησης της σακούλας από χαρτί ή βαμβάκι είναι πολύ μικρότερο απ' αυτόν που χρειάζεται για να φτάσει το αποτύπωμα ακόμη και της πλαστική σακούλας.

Το ίδιο ισχύει και για τη διογκωμένη πολυστερίνη (EPS) γνωστή και ως φελιζόλ: πόλεις όπως το Σηάτλ, η Ουάσινγκτον, το Πόρτλαντ, η Μινεάπολη ή το Σαν Φρανσίσκο έχουν επιβάλει μια συνολική απαγόρευση των προϊόντων από EPS, η οποία έχει συνέπειες για τους παραγωγούς, τους πωλητές λιανικής και τους καταναλωτές. Αν συγκρίνουμε τα κύπελλα από φελιζόλ με τα αντίστοιχα χάρτινα θα βρούμε ότι τα τελευταία χρησιμοποιούν περισσότερο πετρέλαιο, περισσότερο ατμό, περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια, περισσότερο νερό ψύξης, παράγουν περισσότερα υγρά και στερεά απόβλητα. Η δυνατότητα να ανακυκλωθεί το φελιζόλ υπάρχει: μπορεί να θρυμματιστεί για να επαναχρησιμοποιηθεί ως μόνωση οροφής, ή μπορεί να λιώσει και να μετατραπεί σε σφαιρίδια για τη δημιουργία σκληρότερων πλαστικών αντικειμένων όπως παιχνίδια και απομίμηση ξύλου.

Οι εμπνευσμένες ιδέες όμως για νέες απαγορεύσεις υπερβαίνουν την απλή απαγόρευση του προϊόντος. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εξετάζει το ζήτημα των τεχνικών μάρκετινγκ προς παιδιά: ο ΠΟΥ, που κατέστησε προτεραιότητα τον αγώνα εναντίον μη μεταδόσιμων παθήσεων (όπως για παράδειγμα οι αυτοτραυματισμοί), γράφει σε μια έκθεση με θέμα την Παγκόσμια Στρατηγική για τη Δίαιτα, τη Σωματική Δραστηριότητα και την υγεία για το 2010: “Δεδομένου του ότι η αποτελεσματικότητα του μάρκετινγκ είναι συνάρτηση της έκθεσης και της ισχύος, ο συνολικός στόχος πολιτικής θα πρέπει να είναι να μειωθεί τόσο η έκθεση των παιδιών όσο και η ισχύς του μάρκετινγκ φαγητών πλούσιων σε κορεσμένα λιπαρά, τρανς λιπαρά οξέα, ελεύθερα σάκχαρα ή αλάτι”.

Βάσει αυτού, ο ΠΟΥ κινείται προς την κατεύθυνση του ακριβούς ορισμού του τι πρέπει να συνεπάγονται αυτοί οι περιορισμοί.

Το 2012, αυτό το όργανο των Ηνωμένων Εθνών ανέπτυξε περαιτέρω την πρότασή του να περιορίσει το μάρκετινγκ σε παιδιά με ένα κείμενο-πλαίσιο με θέμα την εφαρμογή πολιτικών. Εδώ, ο ΠΟΥ δίνει ένα παράδειγμα του πώς θα πρέπει να εφαρμοστούν οι προτάσεις πολιτικής: “Παράδειγμα: Εξαλείψτε όλες τις μορφές μάρκετινγκ κάθε προϊόντων στις οποίες εκτίθεται ένα μεγάλο εύρος παιδιών, με έναν ευρύ ορισμό ως προς το τι συνιστά μάρκετινγκ που απευθύνεται σε παιδιά”.

Σε μια ανάρτηση σε μπλογκ, ο ΠΟΥ αναφέρθηκε στην Amanda Long, γενική διευθύντρια της Consumers International “μιας παγκόσμιας οργάνωσης δικαιωμάτων του καταναλωτή”: “Οι εταιρείες τροφίμων δαπανούν δισεκατομμύρια δολάρια για την ανάπτυξη πολύ αποτελεσματικών τεχνικών μάρκετινγκ”. Σημειώστε πως σ' αυτή την περίπτωση, η “οργάνωση δικαιωμάτων του καταναλωτή” σημαίνει κανένα δικαίωμα για τους καταναλωτές, στην περίπτωση αυτή τους γονείς, να επιλέξουν τι είναι καλό για τα ίδια τους τα παιδιά.

Αυτό είναι εντέλει το μήνυμα που στέλνει το πρόσφατο σχέδιο προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους περιορισμούς στο μάρκετινγκ. Οι υπουργοί θεωρούν ότι αυτό το ζήτημα αφορά την προστασία των καταναλωτών καθώς και τη “μείωση των ανισοτήτων υγείας” και τις πολιτικές πρόληψης. Στην πραγματικότητα όμως ισοδυναμεί με μαζική έλλειψη εμπιστοσύνης στη γονεακή ανατροφή. Μια πρόταση που διακινείται αυτή τη στιγμή αφορά την απαγόρευση της χρήσης χαρακτήρων από κινούμενα σχέδια στα κουτιά των δημητριακών, όπως ήδη ισχύει στην Κίνα. Και μόνο το γεγονός ότι υπάρχει ήδη μία χώρα που έχει εφαρμόσει αυτό το μέτρο, θα δώσει την ευκαιρία στους “συνηγόρους της δημόσιας υγείας” (θα συνεχίσω να τους αποκαλώ έτσι μέχρι να πεισθώ ότι αυτό πράγματι υπερασπίζονται) να διαστρέψουν τους αριθμούς μέχρι να δημοσιεύσουν μια έκθεση που θα μιλά για μια τεράστια επιτυχία.

Η θεωρία του καταναλωτή που έχει υποστεί πλύση εγκεφάλου

Η ιδέα ότι οι καταναλωτές χρειάζονται μια κεντρική αρχή που θα τους λέει πώς να συμπεριφέρονται πηγάζει από τη θεμελιώδη ιδέα ότι είναι ανίκανοι να λάβουν λογικές αποφάσεις. Είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς εξετάζεται αυτό το ζήτημα στην περίπτωση των περιορισμών στο μάρκετινγκ προϊόντων: οι γονείς θεωρείται ότι επηρεάζονται από τα παιδιά τους, τα οποία με τη σειρά τους υφίστανται πλύση εγκεφάλου από εταιρείες. Εφόσον το μάρκετινγκ γίνεται συνώνυμο με τη χειραγώγηση, οι χειραγωγημένοι καταναλωτές χρειάζονται κάποιον να τους προστατεύσει.

Το βασικό λάθος είναι η σύγχυση μεταξύ της “χειραγώγησης” και του “μάρκετινγκ”, δύο λέξεων που δεν αναφέρονται στην ίδια στρατηγική. Οι κυβερνήσεις φαίνεται να πιστεύουν πως κάθε είδος διαφήμισης εξαπατά τους καταναλωτές ως προς το προϊόν, ενώ αυτό στην πράξη συμβαίνει μόνο σε λίγες εξαιρέσεις. Όταν η Volkswagen πείραξε τα οχήματά της ώστε να δείχνουν μικρότερες εκπομπές καυσαερίων, έδινε στους καταναλωτές ψευδείς πληροφορίες για το προϊόν της. Όταν εταιρείες διαφημίζουν οφέλη στην υγεία για τα προϊόντα τους που δεν μπορούν να αποδειχθούν, τότε παραπλανούν σκοπίμως τους πελάτες τους. Αυτό όμως απέχει παρασάγγας από το να διαφημίζεται ένα προϊόν ως επιθυμητό, φρέσκο, άνετο ή μοδάτο. Μήπως πρέπει να ορίσουμε ως χειραγώγηση και μόνο το γεγονός ότι ένα προϊόν περιγράφεται από τον παραγωγό του ως “καλό”;

Η ιδέα όμως της προστασίας του καταναλωτή παραμένει σημαντική για τις κυβερνήσεις καθώς οι καταναλωτές έχουν διδαχθεί να θεωρούν τους εαυτούς τους θύματα. Προς τούτο, πολλές ευρωπαϊκές χώρες ήδη έχουν υπουργεία προστασίας του καταναλωτή. Όπως και με το Υπουργείο Αλήθειας, το ζήτημα είναι ποιος θα αποφασίζει το πώς θα προστατεύεται ο καταναλωτής, αντί να αφήνεται αυτή η απόφαση στα άτομα.

Το κράτος-παραμάνα είναι δημοφιλές γιατί οι άνθρωποι έχουν χάσει την πίστη στις ικανότητές τους να λαμβάνουν οι ίδιοι τις αποφάσεις που τους αφορούν - και όχι γιατί τις έχουν όντως χάσει. Οι κυβερνήσεις τρέφονται από την ιδέα του ανεύθυνου ατόμου, καθώς οι καταναλωτές με αυτοπεποίθηση δεν θα αποδεχθούν καν την ύπαρξη του πατερναλισμού. Αν θέλουμε να νικήσουμε το κράτος-παραμάνα, χρειάζεται όχι μόνο να αντιταχθούμε στις εκάστοτε πολιτικές που εισάγουν οι κυβερνήσεις, αλλά και να ενδυναμώσουμε τα άτομα ώστε να πιστέψουν στην ικανότητά τους να δρουν υπεύθυνα.

--

Ο Bill Wirtz είναι Young Voices Advocate και εργάζεται ως αναλυτής πολιτικών στο Consumer Choice Center.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 8 Αυγούστου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.