Η Οδύσσεια της ελληνικής βιομηχανίας

Οι ελληνικές βιομηχανίες και βιοτεχνίες πληρώνουν πανάκριβα το ρεύμα σε σχέση με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές τους. Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων είκοσι ετών τους έχουν εγκαταλείψει στην τύχη τους. Φοβήθηκαν να δώσουν λύση στο πρόβλημα και πολλοί επιχειρηματίες ήδη «εγκατέλειψαν», οδηγώντας στην ανεργία χιλιάδες συμπολίτες μας. Μόλις 200 εκατομμύρια ευρώ είναι το κόστος μιας ουσιαστικής παρέμβασης, τη στιγμή που οι παραγωγοί ρεύματος κερδίζουν περισσότερα από 4 δισεκατομμύρια τον χρόνο. Αν η κυβέρνηση αποφασίσει να «ξαναβρεί» τον κόσμο της παραγωγής, αυτός είναι ο καλύτερος δρόμος για να ακολουθήσει!  

Ο ΣΕΒ έχει καταθέσει μία τεκμηριωμένη πρόταση για 385 συνολικά επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων είναι και 7 σούπερ μάρκετ. Το γεγονός ότι στο πακέτο του ΣΕΒ συμμετέχουν και τα σούπερ μάρκετ είναι κατά κάποιο τρόπο προβληματικό, αφού οι επιχειρήσεις αυτές είναι από τις πλέον κερδοφόρες στην Ευρώπη. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για απόρριψη της πρότασης στο σύνολό της. Οι υπόλοιπες 378 επιχειρήσεις εκπέμπουν SOS. Όπως και μερικές χιλιάδες βιοτεχνίες. Αν η κυβέρνηση δεν πάρει άμεσα μέτρα, οι περισσότεροι θα κλείσουν. Όπως έχουν ήδη κλείσει αρκετοί άλλοι μην αντέχοντας το υπερβολικό κόστος.  

Η συζήτηση γίνεται για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες και όχι για όλες τις εταιρείες. Γι αυτό και η παρατήρηση για τα σούπερ μάρκετ. Το πραγματικό πρόβλημα το έχουν οι εταιρείες εκείνες που το κόστος παραγωγής του προϊόντος τους εξαρτάται από την τιμή του ρεύματος.  

Στην Ευρώπη έχουν βρει τον τρόπο να λύσουν τον γρίφο. Ναι μεν οι επίσημοι κατάλογοι πώλησης δεν διαφέρουν σημαντικά από τους ελληνικούς, αλλά στην πράξη κάνουν μεγάλες εκπτώσεις στις βιομηχανίες, ανάλογα με το ύψος της κατανάλωσής τους. Στην Ευρώπη στηρίζουν τις βιομηχανίες. Στην Ελλάδα προκρίνουμε την επιχειρηματικότητα των καφέ και των ενοικιαζόμενων δωματίων.   

Η ελληνική βιομηχανία πρέπει να ζήσει. Δεν νοείται Οικονομία χωρίς βιομηχανία. Δεν έχουμε την απαίτηση να επιστρέψουμε στο 1970. Αλλά δεν μπορούμε να αποδεχτούμε την εξαφάνισή της.  

Το πλέον δυσάρεστο είναι ότι επαναλαμβάνουμε τα ίδια εδώ και χρόνια. Ακολουθεί άρθρο μου στο capital.gr πριν από 12 χρόνια. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 2013. Δεν έχει αλλάξει το παραμικρό! Λεπτομέρεια: Το κόστος των μέτρων ήταν τότε 200 εκατομμύρια ευρώ. Όσο είναι και σήμερα. Μπορεί άραγε να μετρήσει η κυβέρνηση πόσα χρήματα χάθηκαν από την ελληνική Οικονομία από την ατολμία των κυβερνήσεων να υλοποιήσουν τις προτάσεις του παραγωγικού κόσμου; Δώδεκα χρόνια! Περισσότερα απ’ όσα κράτησε η Οδύσσεια!  

Το άρθρο του 2013 με τίτλο : Εξολοθρεύονται και οι τελευταίοι των Μοϊκανών  

Οι εκπρόσωποι των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων της χώρας έχουν κτυπήσει πολλές φορές μέχρι στιγμής τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά ουδείς αρμόδιος συγκινείται. Όσο τα μέλη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης είναι απασχολημένα με το «πλεόνασμα», οι εναπομείνασες ελληνικές βιομηχανίες ετοιμάζονται να παραδώσουν τα κλειδιά τους στον κ. Σαμαρά.  
 
Δεν είναι σχήμα λόγου, δεν πρόκειται για κάποιου είδους επικοινωνιακό παιχνίδι εκ μέρους του επιχειρηματικού κόσμου, για να πετύχει δήθεν κάποια οφέλη. Το κόστος της ενέργειας για την ελληνική βιομηχανία και κυρίως για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες είναι δυσβάστακτο, όταν οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές τους πληρώνουν αισθητά χαμηλότερα τιμολόγια.  
 
Την ώρα που σε όλη την Ευρώπη προστατεύουν τις βιομηχανικές τους μονάδες ως κόρη οφθαλμού, στην Ελλάδα ο πολιτικός κόσμος θεωρεί πολυτέλεια να ασχοληθεί με τον παραγωγικό κόσμο. Λένε ότι θέλουν να καταπολεμήσουν την ανεργία και μάλιστα μοιράζουν φιλοδωρήματα σε ανέργους για να βρουν προσωρινό καταφύγιο σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Την ίδια ώρα αρνούνται τα αυτονόητα στις βιομηχανίες, παρά το γεγονός ότι μία τέτοια κίνηση θα οδηγούσε στη δημιουργία χιλιάδων νέων άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας.  
 
Εκτιμάται ότι το συνολικό κόστος της υιοθέτησης των ευρωπαϊκών προτύπων δεν είναι περισσότερο από 200 εκατ. ευρώ, την ώρα που ξοδεύουμε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για τις ΑΠΕ. 
 
Όλοι μιλάνε για παραγωγή, για την καταπολέμηση της ανεργίας και για ανάπτυξη. Το ερώτημα είναι πώς θα επιτευχθούν αυτά δίχως τη βιομηχανία. Πουλώντας μόνο σουβλάκια σε αλλοδαπούς τουρίστες;  
 
Κάτι που επίσης δεν έχουν αντιληφθεί όσοι διαχειρίζονται επιπόλαια τις τύχες της χώρας, είναι το γεγονός ότι οι βιομηχανίες αυτές απασχολούν χιλιάδες εργαζόμενους και οφείλουν δισεκατομμύρια ευρώ στο τραπεζικό σύστημα. Τα λουκέτα δεν είναι «εύκολη υπόθεση». Ούτε η κοινωνία αντέχει την απώλεια 200.000 άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας, ούτε το τραπεζικό σύστημα μπορεί να αντιμετωπίσει μία νέα γενιά προβληματικών επιχειρήσεων.  
 
Σήμερα χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο επειδή χάσαμε την Πειραϊκή Πατραϊκή, την Pirelli και ένα σωρό άλλες επιχειρήσεις. Κάποτε φτιάχναμε στην Ελλάδα μέχρι και ψυγεία και σήμερα δεν παράγουμε ούτε καν τα λαχανικά που καταναλώνουμε. Τι είδους πλεόνασμα είναι αυτό που μπορεί να διατηρηθεί από μία οικονομία που δεν παράγει παρά μόνο ελλείμματα; Πώς μπορεί να επιβιώσει μία χώρα αν δεν εξάγει προϊόντα; 
 
Περιμέναμε από τον κ. Σαμαρά ότι θα έπαιρνε πρωτοβουλίες για να ξεκινήσει ένας σοβαρός κύκλος επενδύσεων από τις υπάρχουσες βιομηχανικές μονάδες. Αλήθεια, τι νόημα έχουν οι μερικές δεκάδες θέσεις εργασίας στο Αγρίνιο και η επένδυση των 3 εκατ. ευρώ, όταν την ίδια ώρα χάνονται κάθε ημέρα πολλαπλάσιες θέσεις εργασίας;   
 
Το κλίμα στην αγορά μπορεί να γυρίσει. Αλλά αυτό δεν θα γίνει από μόνο του. Ούτε και είναι δυνατόν να συμβεί αν δεν υπάρχει στρατηγική και ο κάθε υπουργός έχει τη δική του ατζέντα...   

Θανάσης Μαυρίδης 

[email protected]