Τη νέα αμερικανική πολιτική που ξεδιπλώνεται σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους έρχεται να αντικρούσει τους σχεδιασμούς της Άγκυρας και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, καταγράφει ο αμυντικός αναλυτής Λάζαρος Καμπουρίδης σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη, στη σκιά της παράλληλης επίσκεψης των Χακάν Φιντάν και Αλ-Σαράα στην Ουάσινγκτον και ενώπιον της αναβάθμισης του τριγώνου Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ.
O κ. Καμπουρίδης, αντιστράτηγος ε. α. και συνεργάτης του αμερικανικού Ινστιτούτου Defense and Foreign Affairs, εξηγεί πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επενδύουν στρατηγικά στη σταθεροποίηση της Συρίας, στο πλαίσιο μιας νέας περιφερειακής αρχιτεκτονικής ασφαλείας που ενισχύει τον ρόλο της Κυπριακής Δημοκρατία και της Ελλάδας, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί «αστερίσκους» για την Άγκυρα, η οποία πέραν του παραγκωνισμού της από τους ενεργειακούς διαδρόμους της Ανατολικής Μεσογείου, βλέπει να θίγονται από τους αμερικανικούς σχεδιασμούς τα συμφέροντά της σε κρίσιμα ζητήματα ασφαλείας, με κυρίαρχο το Κουρδικό.
Το ερντογανικό όραμα του «Αιώνα της Τουρκίας» -που περικλείει και το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας»- φαίνεται να «κουκουλώνει» στην πραγματικότητα ή νέα αμερικανική στρατηγική, κατά την ανάγνωση του Λάζαρου Καμπουρίδη. Όπως εξηγεί, παραθέτοντας τη μεγάλη εικόνα, η φαινομενικά ασύνδετη ένταξη του Καζακστάν στις Συμφωνίες του Αβραάμ αποτελεί ένδειξη του πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επιχειρούν να αναδιαμορφώσουν το γεωπολιτικό τοπίο από την Κεντρική Ασία έως την Ανατολική Μεσόγειο. Ο κ. Καμπουρίδης αποτυπώνει αναλυτικά το κλίμα υπό το υπό επισκέφθηκε ο Χακάν Φιντάν τις ΗΠΑ, καθώς και τα ζητούμενα του μεταβατικού ηγέτη της Συρίας και πρώην τζιχαντιστή, Αχμέτ Αλ-Σαράα, και πώς εκμεταλλεύτηκε εντέχνως τον ρωσικό παράγοντα έναντι των ΗΠΑ.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
Κύριε Καμπουρίδη, σε ποιο πλαίσιο εντάσσονται και πώς «διακλαδώνονται» οι επισκέψεις του ηγέτη της Συρίας, Αχμέντ αλ-Σαράα, και του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, στην Ουάσινγκτον και πώς διαμορφώνεται η αμερικανική πολιτική;
Η επίσκεψη του Αλ-Σαράα στις Ηνωμένες Πολιτείες την παρούσα χρονική στιγμή ήταν βαρύνουσας σημασίας και είχε συγκεκριμένους άξονες: Η χρηματοδότηση που επιζητεί το καθεστώς για την ανασυγκρότηση της Συρίας. Η επίλυση των θεμάτων ασφαλείας ανάμεσα σε Ισραήλ και Συρία. Το ζήτημα των Κούρδων της βόρειας Συρίας. Η ένταξη του συριακού καθεστώτος στον διεθνή συνασπισμό κατά του ISIS. Το θέμα των υπόλοιπων μειονοτήτων στη Συρία πέραν των Κούρδων - των Δρούζων, των Αλαουιτών, αλλά και των Χριστιανών.
Η νέα στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή, όπως αυτή διαμορφώνεται τις τελευταίες εβδομάδες, διαφαίνεται ότι αποδίδει έναν ιδιαίτερο ρόλο στη Συρία.
Υπό αυτό το πρίσμα, η επίσκεψη του Χακάν Φιντάν στην Ουάσινγκτον, την ίδια χρονική στιγμή με εκείνην του Αλ-Σαράα, δεν είναι σαφώς καθόλου τυχαία. Γνωρίζουμε ότι το συριακό καθεστώς αποτελεί «δορυφόρο» της Τουρκίας και έχουν προωθηθεί πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω επαφής με την Άγκυρα και τη Δαμασκό, επιδιώκουν να αποτρέψουν μία πιθανή δυναμική στρατιωτικής σύγκρουσης του Ισραήλ με την Τουρκία στην περιοχή.
«Αγκάθι» στις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας αποτελεί το καθεστώς των Κούρδων της βόρειας Συρίας. Επ’ αυτού, πρέπει να σημειωθεί ότι η Τουρκία έχει θέσει σε εφαρμογή, εδώ και περίπου έναν χρόνο, το σχέδιο αφοπλισμού και διάλυσης του PKK, γνωστό ως σχέδιο «Μία Τουρκία χωρίς τρομοκρατία». Η Άγκυρα, ωστόσο, έχει αντιληφθεί ότι για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, θα πρέπει να υπάρξει και ο αφοπλισμός των Κούρδων της βόρειας Συρίας ή η ένταξή τους στον συριακό στρατό, καθώς βλέπει ότι οι μαχητές του PKK μπορεί να αποχωρούν από την Τουρκία όπως ανακοινώθηκε πριν από περίπου δύο εβδομάδες, όμως εντάσσονται στον στρατό των Κούρδων της Ροζάβα, στη βόρεια Συρία. Τουρκικές πηγές αναφέρουν ότι περίπου 7.000 μαχητές του PKK, αποχωρώντας από το βόρειο Ιράκ και την Τουρκία, έχουν ενταχθεί στις δυνάμεις του YPG ή των Δημοκρατικών Δυνάμεων της Συρίας, δηλαδή στους Κούρδους της Ροζάβα.
Η επίσκεψη, λοιπόν, των Φιντάν και Αλ-Σαράα στην Ουάσινγκτον εντάσσεται σε ένα πλαίσιο επίλυσης ενός πλέγματος θεμάτων που αφορούν το μέλλον της Συρίας, στόχους της Τουρκίας, αλλά και το ζήτημα της ασφάλειας του Ισραήλ και της Ανατολικής Μεσογείου.
Η νέα στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών αντιλαμβάνεται ότι πρέπει πάση θυσία να επιτευχθεί σταθεροποίηση και ειρήνευση στη Συρία, η οποία πλέον αποκτά ειδικό ρόλο στους αμερικανικούς σχεδιασμούς για την περιοχή. Η Συρία, γεωγραφικά, βρίσκεται στο σταυροδρόμι που συνδέει την Ανατολική Μεσόγειο και τους υδρογονάνθρακές της, με τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, καθώς και τη Μέση Ανατολή· πρόκειται δηλαδή για ένα εξαιρετικά κρίσιμο γεωστρατηγικό σημείο, γεγονός που εξηγεί τη σημασία που αποδίδουν οι ΗΠΑ στις συνομιλίες με τον Αχμέντ Αλ-Σαράα.
Από την άλλη πλευρά, η επίσκεψη του Χακάν Φιντάν συνδέεται με την προσπάθεια της Άγκυρας να αποκομίσει οφέλη από αυτές τις επαφές, τη στιγμή που θίγονται ζωτικά στρατηγικά της συμφέροντα - όχι μόνο σε σχέση με τους ενεργειακούς διαδρόμους, αλλά και σε ζητήματα ασφάλειας, με κορυφαίο το Κουρδικό ζήτημα. Η Άγκυρα αντιλαμβάνεται ταυτόχρονα τη συνολική αναβάθμιση του τριγώνου Ισραήλ-Ελλάδα-Κύπρος ως «βρόχο» ασφαλείας και στρατιωτικής συνεργασίας που την περικλείει και εκτιμώ ότι ο Χακάν Φιντάν επρόκειτο να θέσει και αυτό το ζήτημα στις επαφές του στην Ουάσινγκτον.
Πόσο ρεαλιστικό είναι να αναμένει η κυβέρνηση Ερντογάν να ικανοποιήσουν οι ΗΠΑ τα αιτήματά της, κυρίως στο μέτωπο της βόρειας Συρίας και με δεδομένες τις συγκρουόμενες στοχεύσεις Τουρκίας-Ισραήλ;
Η Τουρκία βλέπει ότι αν και μετά την έναρξη της προεδρίας Τραμπ είχε ανακοινωθεί από αμερικανικής πλευράς ότι θα αποσυρθούν οι στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ από τη βόρεια Συρία, αντιθέτως ο αριθμός τους αυξήθηκε. Υπάρχει επίσης και μία πληροφορία, που επισήμως έχει αρνηθεί η Δαμασκός, ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν να ιδρύσουν μία αεροπορική βάση στη συριακή πρωτεύουσα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, να επισημάνουμε στο σημείο αυτό, πιέζουν τόσο το Ισραήλ όσο και τη μεταβατική κυβέρνηση της Δαμασκού, δηλαδή τον Αχμέντ αλ-Σαράα, να προχωρήσουν στην υπογραφή μίας συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και του συριακού καθεστώτος προκειμένου να υπάρξει ειρήνευση στη Συρία και να μην υπάρχει αυτό το σχεδόν καθημερινό φαινόμενο των ισραηλινών επιθέσεων σε τουρκικούς στόχους εντός της Συρίας.
Η στρατηγική της Ουάσινγκτον στην ευρύτερη περιοχή «περνά» μέσα από μια Συρία σταθεροποιημένη και αναπτυσσόμενη. Σας υπενθυμίζω τη δήλωση που έκανε πριν από περίπου μία εβδομάδα, σε φόρουμ ασφάλειας στο Μπαχρέιν, ο Αμερικανός πρέσβης στην Άγκυρα που διατελεί και απεσταλμένος του Τραμπ για τη Συρία, Τομ Μπάρακ, ο οποίος τόνισε ότι η περιοχή από τον Καύκασο έως και τη Μεσόγειο πρέπει να αποτελέσει ζώνη συνεργασίας. Στο κέντρο της περιοχής αυτής βρίσκεται η Συρία, επομένως δεν μπορεί να υπάρξει σταθεροποίηση αυτής της ευρύτερης περιοχής -από την Κασπία μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο- χωρίς μία σταθερή κατάσταση στη Συρία, όπου θα συγκλίνουν οι στόχοι ή αν θέλετε δεν θα υφίσταται ζήτημα συγκρούσεων μεταξύ Ισραήλ, Τουρκίας αλλά και της Δαμασκού.
«Βλέπουν» στην Άγκυρα την επιστροφή αυτού που αποκαλούν «Σχέδιο της Μεγάλης Μέσης Ανατολής;»
Το «Σχέδιο της Μεγάλης Μέσης Ανατολής» ή της «Νέας Μέσης Ανατολής» είχε εμφανιστεί περίπου προ 25ετίας και ήταν κάτι που τρόμαζε την Άγκυρα. Η Τουρκία βλέπει τώρα καχύποπτα τη νέα στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών διότι πιστεύει ότι επιδιώκουν την αναβίωση αυτού του σχεδίου, το οποίο προέβλεπε και την ίδρυση ενός κουρδικού κράτους μέσω ενοποίησης των Κουρδών της Συρίας, της Τουρκίας, του Ιράν και του Ιράκ. Είναι κάτι που τρομάζει την Τουρκία· ένα εφιαλτικό σενάριο. Η Τουρκία έχει καταλάβει ότι οι ΗΠΑ διά της στήριξης των Κουρδών της Βόρειας Συρίας σε βάθος χρόνου αποσκοπούν στην πραγμάτωση αυτού του στόχου.
Ο Αμερικάνος πρέσβης στην Άγκυρα, Τομ Μπάρακ, πριν από λίγο καιρό είχε διαμηνύσει στην Άγκυρα, μιλώντας στο τουρκικό δίκτυο NTV, ότι ‘δεν μπορείτε να πειράξετε’ τους Κούρδους της Συρίας, είναι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών και προστατεύονται από την Κεντρική Διοίκηση των ΗΠΑ (CENTCOM).
Όσον αφορά τη δήλωση Μπάρακ στην οποία αναφερθήκατε νωρίτερα περί ενιαίας ζώνης συνεργασίας, πώς μεταφράζεται για Ελλάδα και Κύπρο;
Eπί της ουσίας, η αναφορά του Τομ Μπάρακ περί ενοποιημένης περιοχής συνεργασίας, που αποδίδει έναν ιδιαίτερο ρόλο στη Συρία, «καταλήγει» και στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Αυτός είναι, άλλωστε, και ένας από τους λόγους για τους οποίους η Τουρκία εμφανίζεται ενοχλημένη. Τελευταία, παρατηρούμε δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων, κυβερνητικών στελεχών αλλά και αναλυτών, που στρέφονται εναντίον της Κύπρου διότι βλέπουν ότι το σχέδιο αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Συρία δίνει έναν αυξημένο ρόλο στην Κύπρο αλλά και στην Ελλάδα, όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες επαφές του Ζαππείου. Αντιθέτως, προς το παρόν δεν διαφαίνεται να προβλέπεται κάποιος ρόλος για την Τουρκία.
Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε ότι η Τουρκία ενοχλείται έντονα από το γεγονός πως το σχέδιο αυτό -που αφορά τη σταθεροποίηση της Συρίας και την προώθηση μιας ευρύτερης περιφερειακής συνεργασίας, όπως την περιέγραψε ο Τομ Μπάρακ- συνδέεται άμεσα και με τα ενεργειακά ζητήματα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η κυβέρνηση Τραμπ επιδιώκει να προσδώσει στο μοντέλο «3+1», δηλαδή τη συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών, και ενεργειακό αποτύπωμα - κάτι που επιβεβαιώθηκε την περασμένη εβδομάδα με τις επισκέψεις κορυφαίων αξιωματούχων και υπουργών των ΗΠΑ στην Ελλάδα και την υπογραφή των ενεργειακών συμφωνιών. Κατά συνέπεια, η Τουρκία διαπιστώνει ότι, προς το παρόν, παραμένει εκτός αυτών των σχεδιασμών των ΗΠΑ σε τόσο σε θέματα ασφάλειας, όσο και ενέργειας.
Βλέπουμε συνεπώς σταθερά την εδραίωση και αναβάθμιστη του σχήματος «3+1», και με ενεργειακή διάσταση πλέον, και μία παράκαμψη της Άγκυρας
Ναι, και από τις συζητήσεις διεφάνη επίσης ότι, κυρίως με πρωτοβουλία του Ισραήλ, θέλουν να επαναφέρουν και το ζήτημα του αγωγού EastMed, κάτι πάρα πολύ αρνητικό για την Τουρκία γιατί η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο θα παρακάμπτει την ίδια και θα αναβαθμίζει αντίθετα την Ελλάδα και την Κύπρο όσον αφορά το στόχο των Ηνωμένων Πολιτειών και της ίδιας της Ευρώπης για την απεξάρτηση της τελευταίας από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.
Μένοντας στη συνολική στρατηγική των ΗΠΑ, γιατί ενέταξαν το Καζακστάν στις Συμφωνίες του Αβραάμ, δεδομένου ότι διατηρεί ήδη διπλωματικούς δεσμούς με το Ισραήλ και δεν ανήκει στις χώρες-«τέκνα του Αβραάμ»; Και τι σημαίνει αυτό για την Τουρκία;
Θίγετε ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, που δεν έχει αναδειχθεί μέχρι στιγμής επαρκώς στο δημόσιο λόγο στην Ελλάδα, και στην ουσία ακουμπά τη μεγάλη εικόνα. Καταρχάς, η Άγκυρα είναι εμφανώς ενοχλημένη από το γεγονός ότι βλέπει τη νέα στρατηγική των ΗΠΑ να «κουκουλώνει» το λεγόμενο σχέδιο για τον «Αιώνα της Τουρκίας», το οποίο θα εφάρμοζε σε περιοχή που εκτείνεται από τις τουρκόφωνες χώρες της Κεντρικής Ασίας έως τον Καύκασο, την Τουρκία και την Ανατολική Μεσόγειο.
Το σχέδιο-όραμα, που ανακοινώθηκε διά στόματος Ερντογάν το Σεπτέμβριο του 2022, στην ουσία περιλαμβάνει την πολιτική, οικονομική, πολιτιστική και στρατιωτική ενοποίηση των τουρκόφωνων κρατών της Κεντρικής Ασίας -δηλαδή του Καζακστάν, του Ουζμπεκιστάν, του Αζερμπαϊτζάν, του Τουρκμενιστάν και του Κιργιστάν- υπό την ηγεμονία της Τουρκίας. Η ενοποίηση αυτή βασίζεται σε έναν οδικό χάρτη με χρονικό ορίζοντα το 2030.
Τώρα, όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, βλέπουμε πως ενώ αρχικά θεωρήθηκε ότι οι Συμφωνίες του Αβραάμ αφορούσαν αποκλειστικά την ομαλοποίηση των σχέσεων του Ισραήλ με τις αραβικές χώρες, η πρόσφατη δήλωση του Τραμπ ότι το Καζακστάν εντάσσεται στις συμφωνίες αυτές καταδεικνύει πως η Ουάσινγκτον πλέον θέλει αυτό τον χώρο να τον εκμεταλλευτεί η ίδια. Στην ουσία, αυτό ανατρέπει το μεγάλο στρατηγικό όραμα του Ερντογάν για το σχέδιο του «Αιώνα της Τουρκίας».
Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία, καθώς στις 7 Νοεμβρίου ο Τραμπ συναντήθηκε στις ΗΠΑ με τους ηγέτες των τεσσάρων χωρών της Κεντρικής Ασίας, μεταξύ των οποίων του Τατζικιστάν, που σημειώνουμε, δεν είναι τουρκόφωνη χώρα. Η συνάντηση αυτή ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την καχυποψία της Τουρκίας. Στο ίδιο πλαίσιο, εντάσσεται και η συμφωνία προ μηνών μεταξύ ΗΠΑ και Αρμενίας για τον έλεγχο του διαδρόμου του Ζανγκεζούρ για 99 χρόνια, γεγονός που προκαλεί έντονη δυσαρέσκεια στην Άγκυρα δεδομένου ότι ο διάδρομος αυτός είναι στρατηγικής σημασίας καθώς συνδέει την Τουρκία με το Αζερμπαϊτζάν και τις χώρες που προαναφέραμε στο πλαίσιο του οράματος περί του «Αιώνα της Τουρκίας».
Ο αντίκτυπος όλων αυτών για την Αθήνα;
Από ελληνικής πλευράς, αυτή η εξέλιξη θεωρείται θετική, καθώς το σχέδιο του «Αιώνα της Τουρκίας», το οποίο αποσκοπεί σε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο της Άγκυρας μέσα από την ένωση των τουρκόφωνων χωρών της Κεντρικής Ασίας -που σημειωτέον είναι πολύ πλούσιες σε σπάνιες γαίες και σε υδρογονάνθρακες- συμπεριλαμβάνει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» που στρέφεται ευθέως κατά της Ελλάδας και της Κύπρου καθώς προϋποθέτει τον έλεγχο του μισού Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου από την Τουρκία για να μπορέσει να υλοποιηθεί.
Επομένως, βλέπουμε μια σαφέσταση ενόχληση της Άγκυρας, καθώς διαπιστώνει ότι βήμα-βήμα η νέα στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών για την περιοχή την παραμερίζει, ανατρέπει τους σχεδιασμούς της για την εφαρμογή του σχεδίου του «Αιώνα της Τουρκίας» και δίνει ιδιαίτερο ρόλο στο Ισραήλ, την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία. Αυτό, αναπόφευκτα, δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τις επιδιώξεις της Τουρκίας τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ποια η θέση της Ρωσίας μέσα σε αυτό το νέο περιβάλλον στη Συρία;
Θα πρέπει να πούμε ότι το καθεστώς της Δαμασκού εκμεταλλεύτηκε πολύ καλά τον ρωσικό παράγοντα στο πλαίσιο του «ανοίγματος» των Ηνωμένων Πολιτειών προς τη Συρία. Τους τελευταίους μήνες είδαμε σειρά επισκέψεων στη Μόσχα από τον υπουργό Εξωτερικών, τον υπουργό Εθνικής Άμυνας και τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίοι ζήτησαν τη συνδρομή της Ρωσίας για ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια και τη σταθερότητα στη Συρία.
Ως αντάλλαγμα, το καθεστώς της Δαμασκού φέρεται να υποσχέθηκε στη Ρωσία τη διατήρηση των βάσεων που ήδη αυτή κατείχε επί Άσαντ - τη ναυτική και αεροπορική βάση στη Μεσόγειο, καθώς και τη ρωσική βάση στο Καμισλί, στην ανατολική Συρία. Μετά από αυτές τις επαφές παρατηρήθηκε πράγματι κινητοποίηση δυνάμεων στη ρωσική βάση του Καμισλί. Το γεγονός αυτό φαίνεται ότι χρησιμοποίησε ο Αλ-Σαράα, προκειμένου να δείξει στις Ηνωμένες Πολιτείες πως η Δαμασκός παραμένει ανοιχτή σε διάλογο για το μέλλον της Συρίας, αλλά διαθέτει παράλληλα και εναλλακτικά στηρίγματα.
