Τρία εργαλεία για να ενισχύσουμε την ελληνική εκπαίδευση από τα κάτω

Οι Έλληνες γονείς δεν περιμένουν παθητικά. Εδώ και χρόνια επενδύουν δυναμικά στην εκπαίδευση των παιδιών τους. Από φροντιστήρια και ιδιαίτερα μέχρι ξένες γλώσσες, εξωσχολικές δραστηριότητες και σπουδές στο εξωτερικό. Για τους περισσότερους, η εκπαίδευση είναι επένδυση ζωής - και το αποδεικνύουν καθημερινά με το πορτοφόλι τους.

Την τελευταία πενταετία, έχουν γίνει σημαντικά βήματα. Μεταρρυθμίσεις όπως η άρση του κρατικού μονοπωλίου στην ανώτατη εκπαίδευση, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και το νέο ψηφιακό αποτύπωμα των σχολείων δείχνουν ότι το υπουργείο Παιδείας - τόσο επί Κυριάκου Πιερρακάκη όσο και τώρα επί Σοφίας Ζαχαράκη - κινείται με σχέδιο και τόλμη. Οι βάσεις έχουν μπει. Τώρα είναι η στιγμή να χτίσουμε πάνω τους και να επεκτείνουμε τις επιλογές των οικογενειών.

Υπάρχουν τρία πολιτικά εργαλεία που μπορούν να ενισχύσουν την εκπαίδευση από τη μεριά της ζήτησης - από τους ίδιους τους γονείς και τους μαθητές. Δεν έρχονται να αντικαταστήσουν το δημόσιο σχολείο. Έρχονται να το συμπληρώσουν, να προσφέρουν ευελιξία και να ανακουφίσουν τις οικογένειες που ήδη σηκώνουν ένα βαρύ οικονομικό φορτίο.

Το πρώτο εργαλείο είναι οι Λογαριασμοί Εκπαιδευτικής Αποταμίευσης, ή Education Savings Accounts (ESAs). Πρόκειται για ειδικούς λογαριασμούς στους οποίους οι ίδιοι οι γονείς καταθέτουν χρήματα για εκπαιδευτικά έξοδα των παιδιών τους - φροντιστήρια, ξένες γλώσσες, ιδιαίτερα, δραστηριότητες ή ακόμα και δαπάνες για ειδική αγωγή. Το βασικό πλεονέκτημα των ESAs είναι ότι μπορούν να συνοδεύονται από φορολογικές διευκολύνσεις ή μικρές κρατικές ενισχύσεις, δημιουργώντας κίνητρο για αποταμίευση με συγκεκριμένο και παραγωγικό σκοπό. Είναι ένα εργαλείο που ενισχύει την οικογενειακή ευθύνη, χωρίς να επιβαρύνει ιδιαίτερα τον προϋπολογισμό.

Το δεύτερο εργαλείο είναι τα εκπαιδευτικά κουπόνια (vouchers). Αντί το κράτος να χρηματοδοτεί απευθείας τις δομές, χρηματοδοτεί τον μαθητή. Η οικογένεια παίρνει ένα κουπόνι - ίσης αξίας με το ετήσιο κόστος ανά μαθητή στο δημόσιο – και το χρησιμοποιεί σε σχολείο της επιλογής της, δημόσιο ή ιδιωτικό. Έτσι ενισχύεται η ελευθερία επιλογής, ενθαρρύνεται ο υγιής ανταγωνισμός και δημιουργείται κίνητρο για ποιοτική αναβάθμιση σε όλο το σύστημα.

Τέλος, ένα ιδιαίτερα αποδοτικό μέτρο είναι η φορολογική έκπτωση για εκπαιδευτικές δαπάνες. Όσοι γονείς πληρώνουν από την τσέπη τους για φροντιστήρια, ξένες γλώσσες ή εξειδικευμένα ιδιαίτερα θα μπορούν να εκπέσουν αυτά τα ποσά από τη φορολογία τους. Αυτό το μέτρο δεν είναι μόνο δίκαιο. Είναι και λειτουργικό. Ενισχύει τη διαφάνεια και χτυπά τη φοροδιαφυγή. Όταν ο πολίτης έχει συμφέρον να ζητήσει απόδειξη, θα τη ζητήσει. Και το κράτος τελικά κερδίζει περισσότερα απ’ όσα «χάνει».

Η εκπαίδευση είναι πράγματι ένα βασικό αγαθό. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παρέχεται αποκλειστικά από το κράτος. Ο δημόσιος ρόλος είναι κρίσιμος και αναντικατάστατος - αλλά πρέπει να πλαισιώνεται από πολιτικές που αναγνωρίζουν την πραγματικότητα: ότι οι οικογένειες ήδη πληρώνουν ένα πολύ βαρύ τίμημα για την εκπαίδευση των παιδιών τους. Το ελάχιστο που μπορεί να κάνει η πολιτεία είναι να τους στηρίξει, να τους δώσει επιλογές και να τους ανταμείψει για την προσπάθεια.

Τα ESAs, τα vouchers και οι φορολογικές εκπτώσεις δεν είναι ιδεολογικές πολυτέλειες. Είναι πρακτικά εργαλεία που λειτουργούν σε όλο τον κόσμο. Και στην Ελλάδα μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Όχι καταργώντας το δημόσιο σχολείο - αλλά αναβαθμίζοντας τη συνολική εμπειρία της εκπαίδευσης για όλους.

Η ώρα της επόμενης φάσης της μεταρρύθμισης είναι τώρα. Με το κράτος σύμμαχο, και τον πολίτη στο επίκεντρο.