Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ετοιμάζεται, όπως όλα δείχνουν, να ανακοινώσει στη ΔΕΘ μια ουσιαστική ελάφρυνση φόρων για τα μεσαία στρώματα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης το δήλωσε πανηγυρικά το Σαββατοκύριακο, επικαλούμενος την υπέρβαση δημοσιονομικών στόχων και τη μείωση της φοροδιαφυγής. Πρόκειται για δέσμευση που ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, είχε δώσει πέρσι τον Σεπτέμβριο, σε εκδήλωση που είχα την τιμή να συντονίσω. Αν η κυβέρνηση τηρήσει τον λόγο της, θα είναι μια πραγματική ανάσα.
Αλλά ας δούμε το ευρύτερο πλαίσιο. Όταν εξελέγη ο Χαβιέ Μιλέι στην Αργεντινή, προέβλεψε κάτι πολύ σημαντικό. "Δεν ήρθα για να καθοδηγήσω πρόβατα" είπε, "αλλά να ξυπνήσω λιοντάρια" αναφερόμενος στο παραγωγικό δυναμικό της χώρας του. Αυτό ήδη συμβαίνει. Η ανάκαμψη της Αργεντινής μετά από δεκαετίες κρατισμού και φαυλότητας δείχνει πώς οι άνθρωποι ανθίζουν όταν σταματάς να τους τιμωρείς για την παραγωγικότητα και τη δημιουργία τους.
Οι Έλληνες δεν διαφέρουμε. Κι εδώ κοιμισμένοι λέοντες έχουμε – εργαζόμενους, επιχειρηματίες, παραγωγούς που θα μπορούσαν να απογειώσουν τη χώρα, αν τους αφήσουμε. Αυτό που μας λείπει δεν είναι το ταλέντο, η φαντασία ή η διάθεση για δουλειά. Είναι ένα σύστημα που δεν στραγγαλίζει τους παραγωγικούς πολίτες με φόρους, εισφορές και γραφειοκρατία. Για δεκαπέντε χρόνια, η ελληνική οικονομία έκανε σχεδόν τα πάντα προκειμένου να μη μειωθεί το μερίδιο του κράτους στην οικονομία. Ίσως τώρα, επιτέλους, κάτι να αλλάζει.
Εδώ κρύβεται κι ένα από τα μεγάλα παράδοξα της ελληνικής οικονομίας: τα μακροοικονομικά μεγέθη πάνε εξαιρετικά – ρυθμός ανάπτυξης, πλεονάσματα, ανεργία, επιτόκια. Κι όμως, στην καθημερινότητα των πολιτών, η βελτίωση είναι αναιμική. Οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί, οι τιμές ανεβαίνουν, η μεσαία τάξη ασφυκτιά. Είναι εύλογο σε ένα βαθμό – η μετάβαση από τη μακροοικονομική βελτίωση στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου θέλει χρόνο. Αλλά δεν είναι μόνο θέμα χρόνου.
Το ελληνικό οικονομικό σύστημα, στην καρδιά του, εξακολουθεί να τιμωρεί όσους παράγουν και να επιβραβεύει όσους ζουν από τις σχέσεις τους με το κράτος. Χρόνια κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας, πελατειακών δομών και τιμωρητικής φορολογίας άφησαν πίσω τους μια κουλτούρα που βλέπει το Δημόσιο ως πηγή προνομίων και όχι ως ρυθμιστή του παιχνιδιού. Για να αλλάξει αυτό, χρειάζεται μια γενναία μείωση φόρων και εισφορών. Όχι ως δώρο, αλλά ως δικαίωση.
Η ελάφρυνση φόρων δεν είναι απλώς μια λογιστική διευθέτηση. Είναι πολιτικό μήνυμα: εμπιστευόμαστε τους πολίτες να ξέρουν καλύτερα πώς θα αξιοποιήσουν τον κόπο τους. Είναι ψυχολογική τόνωση: ότι μετά από χρόνια θυσιών, ήρθε η ώρα να αναπνεύσουμε. Και είναι ηθική αποκατάσταση: οι εργαζόμενοι και οι παραγωγοί αυτής της χώρας δεν είναι εχθροί που πρέπει να εξοντώσουμε, αλλά οι αληθινοί ήρωες της ανάκαμψης.
Αν όντως η κυβέρνηση το εννοεί, τότε ναι – ίσως ήρθε η ώρα να ξυπνήσουν οι Έλληνες λέοντες. Και το βρυχηθμό τους θα τον νιώσουμε όλοι.