O μύθος του κόμματος Μασκ

Ο θόρυβος γύρω από το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός νέου πολιτικού κόμματος από τον Ίλον Μασκ είναι χαρακτηριστικός της εποχής μας. Μια εποχή όπου η είδηση δεν χρειάζεται απαραίτητα περιεχόμενο – αρκεί ένα όνομα, ένα tweet και μια γερή δόση φαντασίας. Η συζήτηση όμως για το «Κόμμα Μασκ» αποτυγχάνει να σταθεί σοβαρά στην πιο βασική πραγματικότητα: το (υποτιθέμενο) εγχείρημα αυτό είναι καταδικασμένο να αποτύχει, για λόγους θεσμικούς, πολιτικούς και – ίσως πάνω απ’ όλα – προσωπικούς.

Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι από τη φύση του κλειστό στις τρίτες δυνάμεις. Το εκλογικό σύστημα “ο νικητής τα παίρνει όλα”, οι ασφυκτικοί περιορισμοί για την πρόσβαση στα ψηφοδέλτια σε κάθε πολιτεία, και η έλλειψη αναλογικής εκπροσώπησης εξασφαλίζουν ότι οι προεδρικές εκλογές είναι σχεδόν αποκλειστικό πεδίο για τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικανούς. Στην ιστορία των ΗΠΑ, κάθε απόπειρα τρίτου κόμματος έχει οδηγήσει είτε σε θεαματική κατάρρευση είτε στη στήριξη, άθελά του, ενός εκ των δύο μεγάλων κομμάτων. Ο Ρος Περό, ο Ραλφ Νέιντερ, ο Γκάρι Τζόνσον – όλοι επιχείρησαν και όλοι απέτυχαν να σπάσουν το τείχος. Η πολιτική ψυχολογία των Αμερικανών ενισχύει αυτό το μοτίβο: όταν η μάχη είναι σκληρή, οι ψηφοφόροι επιστρέφουν στο δίλημμα του «μικρότερου κακού», εγκαταλείποντας τις περιθωριακές επιλογές για να μην χαθεί η ουσία της αναμέτρησης.

Αλλά ακόμη και αν υποθέσουμε ότι το σύστημα ήταν πιο ανοιχτό, ο ίδιος ο Μασκ δεν είναι κατάλληλος φορέας μιας τέτοιας προσπάθειας. Είναι ένας πολιτικά τοξικός παράγοντας και για τις δύο παρατάξεις. Οι Δημοκρατικοί τον έχουν διαγράψει λόγω της ρητορικής του κατά της «woke» κουλτούρας και της στήριξής του στον Τραμπ. Οι Ρεπουμπλικανοί τώρα τον απορρίπτουν, επειδή τους αμφισβητεί ανοιχτά και φλερτάρει με την ιδέα να τους αποδυναμώσει. Ο Μασκ είναι μια φιγούρα που διχάζει, όχι που ενώνει. Δεν έχει πολιτική βάση, δεν έχει τοπικές οργανώσεις, δεν έχει το δίκτυο που απαιτείται για να μετατραπεί το buzz των social media σε ψήφους.

Και ας μην ξεχνάμε το πιο ουσιαστικό: ο Μασκ δεν πληροί καν τα συνταγματικά κριτήρια για να εκλεγεί πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Γεννήθηκε στη Νότια Αφρική και πολιτογραφήθηκε Αμερικανός πολίτης στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Σύμφωνα με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, μόνο οι εκ γενετής Αμερικανοί έχουν το δικαίωμα να εκλεγούν στο ανώτατο αξίωμα. Η ιδέα ενός «κόμματος Μασκ» που θα οδηγούσε κάποιον τρίτο στον Λευκό Οίκο είναι στην καλύτερη περίπτωση πολιτικά αφελής.

Όλα αυτά ενισχύουν την εκτίμηση ότι το πιθανότερο είναι πως ο Μασκ δεν πρόκειται ποτέ να επιχειρήσει σοβαρά τη δημιουργία κόμματος. Αυτό που φαίνεται να τον ενδιαφέρει είναι ο επικοινωνιακός θόρυβος και μία γερή επίδειξη ισχύος προς τον παλιό του φίλο και συνοδοιπόρο Ντόναλντ Τραμπ. Είναι ένα παιχνίδι εντυπώσεων με τον Μασκ να απολαμβάνει το να βρίσκεται στο επίκεντρο της συζήτησης, να προκαλεί, να ταράζει τα νερά – χωρίς όμως να έχει πραγματική πρόθεση να χτίσει πολιτική οργάνωση ή να μπει στη βρώμικη δουλειά των εκλογικών αναμετρήσεων.

Τα μέσα ενημέρωσης, όπως πάντα, μεγεθύνουν την ιστορία γιατί ο Μασκ πουλάει. Κάνει click, δημιουργεί νούμερα, τροφοδοτεί εύκολα αφηγήματα. Αλλά όσοι κινούνται στα σοβαρά κέντρα λήψης αποφάσεων στην Ουάσινγκτον δεν ανησυχούν. Ξέρουν ότι το αμερικανικό πολιτικό σύστημα δεν θα πέσει από τον Μασκ ή το X (πρώην twitter). Το παιχνίδι δεν παίζεται στα timelines.

Ο Μασκ δεν είναι απειλή για το πολιτικό σύστημα. Η μοναδική πραγματική απειλή είναι αυτή που είχε εντοπίσει ο Alexis de Tocqueville πριν από δύο αιώνες: η τυραννία της πλειοψηφίας που φιμώνει τις μειονότητες και πνίγει την ελεύθερη συζήτηση και, κυρίως, ο ήπιος δεσποτισμός που γεννιέται όταν οι πολίτες παραιτούνται από την πολιτική συμμετοχή, κουρασμένοι και αδιάφοροι, αφήνοντας χώρο σε ένα όλο και πιο παρεμβατικό κράτος να ρυθμίζει τη ζωή τους.