Όταν υπηρετούσα ως επικεφαλής στην καμπάνια Ρεπουμπλικάνου υποψήφιου στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, μία από τις βασικές μου αρμοδιότητες ήταν να οργανώνω τις πόρτα-πόρτα εξορμήσεις των εθελοντών για διανομή προεκλογικού υλικού στις γειτονιές διάφορων πόλεων. Οι οδηγίες που δίναμε στους εθελοντές ήταν πολλές: μην πλησιάζετε σπίτια με σκύλους, να είστε ευγενικοί, να μην ανοίγετε συζητήσεις. Τυπικά πράγματα. Αλλά υπήρχε κι ένας κανόνας που ξεχώριζε: αποφύγετε πολυκατοικίες με ενοικιαστές, προτιμήστε μονοκατοικίες με ιδιοκτήτες.
Γιατί; Επειδή η ιδιοκτησία σπιτιού συνδέεται ιστορικά με συντηρητικές πολιτικές προτιμήσεις. Όποιος έχει σπίτι, τείνει να θέλει χαμηλότερους φόρους, σταθερή αξία ακινήτων και μικρότερη κρατική παρέμβαση. Όποιος νοικιάζει, πιο συχνά βλέπει το κράτος ως μέσο αναδιανομής. Αυτό το φαινόμενο ισχύει διεθνώς και έχει βαθιές ιδεολογικές ρίζες: η Δεξιά προτάσσει την οικογένεια και την ασφάλεια, η Αριστερά βλέπει την ιδιοκτησία ως πεδίο φορολόγησης. Μάλιστα, τα τελευταία στοιχεία του Pew Research Center αναφέρουν ότι οι Αμερικανοί ιδιοκτήτες ψηφίζουν κατά 51% ρεπουμπλικάνους με τους δημοκρατικούς στο 45%, ενώ στους ενοικιαστές αντιστρέφεται η ισορροπία με μόλις 35% να προτιμούν το κόμμα του Τραμπ.
Γι’ αυτό δεν προκαλεί έκπληξη που ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε ευθέως ότι θα ήθελε άλλον επικεφαλής στη Fed, προσθέτοντας ότι ο Πάουελ δεν μειώνει τα επιτόκια ώστε ο κόσμος να μπορεί να αγοράσει σπίτια. Με την ίδια λογική, ο Τζορτζ Μπους στις αρχές του 2000 προώθησε τη «δημοκρατία ιδιοκτησίας», εγγυώμενος στεγαστικά δάνεια σε τέτοιο βαθμό που φτάσαμε στα περιβόητα NINJA loans — no income, no job, no assets - και εν τέλει στη μεγάλη ύφεση του 2007.
Η πολιτική πίεση στους κεντρικούς τραπεζίτες δεν είναι παραλογισμός. Είναι η φύση του πολιτικού παιχνιδιού. Γι’ αυτό και ο Μίλτον Φρίντμαν, στο κλασικό «Καπιταλισμός και Ελευθερία» (1962), τόνιζε την ανάγκη ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών. Μόνο έτσι, έλεγε, η νομισματική πολιτική μπορεί να υπηρετεί τη σταθερότητα και όχι τις βραχυπρόθεσμες εκλογικές σκοπιμότητες.
Στην Ελλάδα το μάθαμε καλά: ακόμα και ο σημερινός διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος υπήρξε θύμα πολιτικής στοχοποίησης την εποχή της «πρώτης φορά Αριστερά». Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν ο Τραμπ θα καταφέρει να κάμψει τη Fed — και ανεξάρτητα από το πώς αξιολογεί κανείς την παρακαταθήκη του Πάουελ, το γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα αντιστέκεται στις πολιτικές πιέσεις είναι, από μόνο του, καλό.
Η κατοχή σπιτιού παραμένει πυλώνας κοινωνικής συνοχής και η κριτική στους κεντρικούς τραπεζίτες δεν είναι από μόνη της ύποπτη. Αλλά ο διαχωρισμός πολιτικής και νομισματικής αρχής είναι προϋπόθεση ελευθερίας. Όχι γιατί οι τραπεζίτες είναι σοφοί ή έχουν πάντα δίκιο, αλλά γιατί οι πολιτικοί σκέφτονται κατά κανόνα μόνο μέχρι τις επόμενες εκλογές.