Στην πιο σοβαρή παρέμβαση της κυβέρνησης μέχρι σήμερα για την κρίση στην αγορά κατοικίας, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης παρουσίασε ένα πακέτο πέντε παρεμβάσεων με στόχο την ενίσχυση της προσφοράς. Και μόνο το γεγονός ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει ρητά πως το πρόβλημα είναι η χαμηλή προσφορά – και όχι κάποιο «κακό της αγοράς» ή η «απληστία των ιδιοκτητών» – αποτελεί μια ευχάριστη εξαίρεση στον πολιτικό λαϊκισμό που κυριαρχεί εδώ και χρόνια στο θέμα της στέγασης.
Η αύξηση της προσφοράς κατοικιών – είτε με επιδότηση ανακαινίσεων, είτε με επαναφορά σε χρήση ανενεργών ακινήτων, είτε με στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις – είναι η μια ρεαλιστική λύση σε μια κρίση που δεν λύνεται με ευχολόγια, ούτε με ρυθμίσεις τιμών. Όταν τα ενοίκια αυξάνονται, δεν φταίνε οι «κακοί ιδιοκτήτες», αλλά η απλή οικονομική αλήθεια: ζήτηση που υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά.
Η πρόθεση της κυβέρνησης να απελευθερώσει αδρανή κτίρια, να διευκολύνει τη μετατροπή εμπορικών χρήσεων σε κατοικίες και να μειώσει τη γραφειοκρατία των ανακαινίσεων, δείχνει κατανόηση του προβλήματος. Η ανακοίνωση ενός «ταμείου ανακαίνισης» με χαμηλότοκα δάνεια για αξιοποίηση παλαιών ακινήτων είναι μια θετική ιδέα που μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να δημιουργήσει κύμα επενδύσεων από μικροϊδιοκτήτες και νέους επαγγελματίες, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τραπεζικός τομέας στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα ανακτήσει πλήρως τον ρόλο του.
Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις ενστάσεις που προκύπτουν όταν η λύση στη στρέβλωση της αγοράς ανατίθεται σε… περισσότερη κρατική παρέμβαση. Διότι το πρόβλημα στην ελληνική αγορά ακινήτων δεν είναι μόνο η έλλειψη χρηματοδότησης. Είναι οι ατελείωτες χρήσεις γης που μπλοκάρουν την ανάπτυξη. Είναι το αυθαίρετο πολεοδομικό καθεστώς. Είναι το κόστος συμμόρφωσης με γραφειοκρατικά πρότυπα. Είναι ο φόβος του ιδιοκτήτη απέναντι σε ένα σύστημα που του φορτώνει όλο το ρίσκο, αλλά του αρνείται την προστασία από κακοπληρωτές και παρεμβατικούς δήμους.
Αν πραγματικά θέλουμε να αυξηθεί η προσφορά κατοικιών, η λύση δεν μπορεί να είναι μόνο στα επιδοτούμενα δάνεια και τα κρατικά προγράμματα. Είναι στο να απελευθερώσουμε το οικοδομείν, να αποδεσμεύσουμε τη χρήση γης από ιδεολογικές εμμονές, να επιτρέψουμε περισσότερη πυκνότητα στις πόλεις, να ψηφιοποιήσουμε τις άδειες και να επαναφέρουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών στην επένδυση στο ακίνητο.
Όπως γράφαμε πρόσφατα, η άνοδος των ενοικίων είναι σήμα της αγοράς ότι κάτι λείπει: περισσότερο απόθεμα κατοικιών. Η απάντηση δεν είναι οι επιδοτήσεις ζήτησης (που καταλήγουν να αυξάνουν ακόμα περισσότερο τις τιμές), ούτε οι κρατικές εργολαβίες. Είναι η απελευθέρωση των δυνάμεων της αγοράς, με στόχο τη μείωση του κόστους και τη διάχυση των ευκαιριών.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία Χατζηδάκη είναι καλοδεχούμενη ως βήμα προς την ορθή κατεύθυνση. Αρκεί να μην μετατραπεί σε ακόμα ένα συγκεντρωτικό εργαλείο με ασαφείς όρους, πελατειακές διασυνδέσεις και περιορισμένο αντίκτυπο. Η έμφαση πρέπει να μετατοπιστεί από την «κρατική φροντίδα» στην απελευθέρωση της επιχειρηματικής δημιουργικότητας.
Η αγορά κατοικίας δεν είναι τομέας κοινωνικής μηχανικής. Είναι το πεδίο όπου συναντιούνται το μεροκάματο, η αποταμίευση και η ελπίδα της προκοπής. Και η πολιτεία, αν θέλει να βοηθήσει, οφείλει να εμπιστευτεί αυτούς που χτίζουν, νοικιάζουν, επενδύουν – όχι να τους καθοδηγεί με γραφειοκρατικούς σχεδιασμούς.