Ευρωεκλογές: τζάμπα η φασαρία

Ενώ μας χωρίζουν πέντε μήνες μέχρι τις ευρωεκλογές άρχισε η σεναριολογία για τα πιθανά αποτελέσματα και τις συνέπειές τους. Πρώτα—πρώτα αυτές οι ευρωεκλογές απέχουν μια τριετία από τις επόμενες εθνικές εκλογές. Ως εκ τούτου δεν πρόκειται να επηρεάσουν ή να διαμορφώσουν το αποτέλεσμά τους. Εννοείται, αν διεξαγόταν λίγους μήνες πριν από εθνικές εκλογές, τότε σίγουρα θα αποτελούσαν ένα σχετικά ασφαλές πρόκριμα. Οπότε πάμε παρακάτω.  
 
Η Νέα Δημοκρατία με τον πήχη στο 33% φαίνεται πως δε θα αντιμετωπίσει πρόβλημα να κινηθεί εντός του παραπάνω στόχου. Οι δημοσκοπήσεις αυτό δείχνουν. Υπάρχει η τάση οι ευρωεκλογές να ευνοούν την ψήφο διαμαρτυρίας, που μεταφράζεται κυρίως σε ψήφο σε μικρά κόμματα, κάτι που πάντα δημιουργεί προβλήματα στο εκάστοτε κυβερνών κόμμα. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο ο πήχης για τη Νέα Δημοκρατία δεν μπαίνει στο 40,5% των τελευταίων  βουλευτικών εκλογών. Αλλά στο 33% των ευρωεκλογών του 2019.  
 
Για το γνωστό πρόβλημα της περιορισμένης συμμετοχής, το μόνο που έχω να πω είναι ότι αφορά συνολικά το πολιτικό σύστημα, είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο και τελικά αφορά και τις πολιτικές ευαισθησίες των πολιτών.  
 
Πότε μπορεί να προκύψει πρόβλημα για την κυβέρνηση; Με το υπάρχον πολιτικό κλίμα τέτοιο ενδεχόμενο δε διαφαίνεται ούτε σε επίπεδο κάποιου σεναρίου. Ένα 27 ή 28% δεν προκύπτει από πουθενά, αν θέλουμε να κρατούμε τη συζήτηση σε ένα επίπεδο σοβαρότητας. Με το προσδοκώμενο 33-34% είναι αποδεκτή μια αύξηση των ποσοστών των κομμάτων που βρίσκονται σε δεξιά της Νέας Δημοκρατίας κατά 3-4 μονάδες.  
 
Προσπερνώ το γεγονός πως το δεύτερο κόμμα θα το χωρίζει σημαντική απόσταση από τη Νέα Δημοκρατία. Όπως επίσης δεν αφορά το παρόν άρθρο ποιο κόμμα θα καταλάβει τη δεύτερη θέση και ποιες θα είναι οι εν συνεχεία εξελίξεις στον χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς. Αυτά είναι σενάρια επί σεναρίων ή ο καθένας μετατρέπει τις επιθυμίες του σε βεβαιότητα.  
 
Συνεπώς, πλην δραματικού απροόπτου, το ενδιαφέρον αυτών των ευρωεκλογών εντοπίζεται στο τι θα γίνει κυρίως στη Γαλλία και στη Γερμανία, όπου σε αυτές τις δύο χώρες υπάρχει ένα ενδεχόμενο οι αντισυστημικές—φιλορωσικές πολιτικές δυνάμεις να ενισχυθούν σημαντικά και ανησυχητικά. Στην πατρίδα μας, για τους λόγους που προανέφερα, η πολιτική σταθερότητα δε διακυβεύεται σε αυτές τις ευρωεκλογές ούτε η κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας.  
 
Για αυτό είναι λογικό η κυβέρνηση να συνεχίσει απερίσπαστη το μεταρρυθμιστικό της έργο, με όλα τα προβλήματα και τις καθυστερήσεις, χωρίς να αντιμετωπίζει αγχωτικά τις ευρωεκλογές. Αν θα πρέπει να θέσει ένα δίλημμα—διότι εκλογική αναμέτρηση χωρίς δίλημμα δεν υπάρχει—αυτό θα αφορά τη στάση της στα μεγάλα ζητήματα που απασχόλησαν τον πολιτισμένο κόσμο. Έτσι να ζητήσει από τους ψηφοφόρους να την επιβραβεύσουν γιατί ευθύς εξ αρχής τάχθηκε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας τη στιγμή που οι πολιτικοί της αντίπαλοι μιλούσαν με μισόλογα ή διατύπωναν προτάσεις τυχοδιωκτικές.   
 
Το δίλημμα έχει τεθεί ήδη εκ των πραγμάτων. Με τη σωστή πλευρά της Ιστορίας ή με τη βαρβαρότητα.