Σε σχετικά ανύποπτο χρόνο εμφανίστηκε σε εξειδικευμένο ισραηλινό site ένα άρθρο στο οποίο ο αρθρογράφος επεσήμανε τους κινδύνους που περικλείει για την ασφάλεια του Ισραήλ η ανάπτυξη τουρκικών πυραυλικών συστημάτων, βαλλιστικών και αντιπλοϊκών, στη Βόρεια Κύπρο, καθώς και η εγκατάσταση «υποδομών κυβερνοεπιτήρησης και σημάτων πληροφοριών (SIGINT), ικανών να υποκλέπτουν στρατιωτικές και πολιτικές ισραηλινές επικοινωνίες…». Όπως παρατηρεί ο Shay Gal, ο συντάκτης του άρθρου, «η Βόρεια Κύπρος δεν αποτελεί απλώς πρόβλημα των Ελληνοκυπρίων, είναι και ισραηλινό».
Το συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται στις στρατιωτικές δραστηριότητες της Τουρκίας αποκλειστικά στην κατεχόμενη Κύπρο, χωρίς να συνεκτιμά και την επιρροή της στο νέο καθεστώς της Συρίας. Εκεί το ενδεχόμενο της εγκατάστασης νέων συστημάτων ραντάρ και αντιαεροπορικών συστοιχιών θα δημιουργούσε προβλήματα στην ασφάλεια των πτήσεων των ισραηλινών αεροπλάνων στην ευρύτερη περιοχή. Όλα αυτά τίθενται στις τακτικές επαφές μεταξύ Ελλήνων και Ισραηλινών ανώτερων αξιωματικών, ενώ στις δύο τελευταίες συσκέψεις συμμετείχαν και ανώτατα στελέχη των κυπριακών ενόπλων δυνάμεων, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «Καθημερινής».
Μέσα σε αυτό το κλίμα πυκνώνουν οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, όπως αυτή που έγινε πολύ πρόσφατα στο Κιλκίς, όπου τμήματα πεζικού του IDF επιχείρησαν μαζί με επίλεκτες δυνάμεις του Ε.Σ. Και στον αέρα η συνεργασία έχει προσλάβει μόνιμη μορφή, καθώς η Ελλάδα προσφέρει στα αεροπλάνα του Ισραήλ το απαραίτητο βάθος για πλήγματα μεγάλων αποστάσεων.
Δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν πως ετέθη στο τραπέζι η δημιουργία μιας δύναμης ταχείας επέμβασης 2.500 ανδρών που θα υποστηρίζεται από τα ισραηλινά F-35 και τα ελληνικά Ραφάλ. Θα καλύπτει όλον τον χώρο της νοτιοανατολικής Μεσογείου και του νοτίου τμήματος του Αιγαίου. Αν τελικά δοθεί από τις τρεις κυβερνήσεις το πράσινο φως για τη συγκρότηση αυτής της δύναμης, θα πρόκειται για μια κίνηση στρατηγικού χαρακτήρα, καθώς μια στενή συνεργασία αναβαθμίζεται σε συμμαχία. Πάντως, το όλο ζήτημα βρίσκεται ακόμα στο διερευνητικό στάδιο, καθώς έχει πολλές διαστάσεις.
Το ερώτημα είναι αν η ελληνική πλευρά, εφ΄όσον αναπτυχθούν και συγκεκριμενοποιηθούν όλες οι παράμετροι του ζητήματος, θα συμφωνήσει ή θα κάνει πίσω, δέσμια της διακήρυξης των Αθηνών; Αν συμβεί το απευκταίο, θα πρόκειται για λάθος με εθνικές και με πολιτικές συνέπειες. Η κυβέρνηση θα βρεθεί ευάλωτη, και δικαιολογημένα, στην κριτική που της ασκείται ότι βαδίζει τον δρόμο της φινλανδοποίησης. Οι υπερσύγχρονες φρεγάτες και τα Ραφάλ προορίζονται για την προάσπιση εμπράκτως και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να γνωρίζει πως οι Ισραηλινοί πάντα κάνουν πράξη τους σχεδιασμούς τους όταν παρίσταται ανάγκη. Δεν είναι φιγουρατζήδες. Εμείς είμαστε το ίδιο αποφασισμένοι;
Για την πατρίδα μας η δημιουργία της τριμερούς δύναμης ταχείας επεμβάσεως θα είναι το απόλυτο όπλο για την προάσπιση στην πράξη των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, αν γίνει απόπειρα να αμφισβητηθούν κατά την άσκησή τους. Θα έπρεπε μάλιστα να πρωταγωνιστήσουμε σε αυτήν την κίνηση. Ο πρωθυπουργός, αν τεθεί η συγκεκριμένη πρόταση προς υλοποίηση, θα πρέπει να σταθμίσει πρωτίστως το εθνικό συμφέρον και ακολούθως τις πολιτικές συνέπειες μιας άρνησής. Το ότι θα θυμώσει ο Ερντογάν, ξυδάκι.
