Προτάσεις για όσα διαβάζονται σήμερα
Το βλέμμα στο ράφι

Προτάσεις για όσα διαβάζονται σήμερα

Κώστας Ακρίβος Όνομα πατρός: Δούναβης, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 344

Ο Κώστας Ακρίβος εδώ και χρόνια έχει χαράξει μιαν ιδιότυπη λογοτεχνική διαδρομή: κινείται στα όρια της μυθοπλασίας και της ιστορικής ή βιογραφικής ανασύστασης, με προσοχή στην τεκμηρίωση αλλά και με προσήλωση στην αφηγηματική πλαστικότητα.

Στο πρόσφατο έργο του, Όνομα πατρός: Δούναβης, αναμετράται με μια μορφή που από μόνη της αποτελεί μιαν ανεξάντλητη πηγή μυθιστορηματικού υλικού Ο λόγος για τον Ρουμάνο συγγραφέα Παναΐτ Ιστράτι. με ελληνική νησιώτικη ρίζα από την πλευρά του πατέρα και μητέρα φτωχή πλύστρα, γεννημένο στη Βραΐλα το 1884 και από νωρίς έρμαιο στον άνεμο της περιπλάνησης.

Γύρισε τα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, έκανε δουλειές του ποδαριού, ερωτεύτηκε και απογοητεύτηκε, έγινε ο «Ανατολίτης παραμυθάς» που θα αναγνωρίσει ο Ρομέν Ρολάν, γνώρισε τον Καζαντζάκη και τον Γκόρκι και έζησε τους ανελέητους μηχανισμούς της Σοβιετικής Επανάστασης. Ήταν ένας άνθρωπος που έζησε ως τα άκρα την έννοια της ελευθερίας, αλλά και τις τραγικές της διαψεύσεις.

Ο Ακρίβος στήνει ένα μυθιστορηματικό αφήγημα, όπου ο βίος του Ιστράτι διασταυρώνεται με τα ίδια του τα βιβλία. Εκεί όπου ο συγγραφέας έπλαθε ήρωες, ο βιογράφος αναζητά την αντανάκλαση των εμπειριών του και ταυτόχρονα όπου η ζωή του πήγαινε να ξεφύγει σε θρύλο, η λογοτεχνία της γίνεται καθρέφτης. Έτσι, το Όνομα πατρός: Δούναβης λειτουργεί ταυτόχρονα ως μυθιστορηματική βιογραφία, ως ανάγνωση του έργου του Ιστράτι και ως ιστορική ανασύσταση μιας ταραγμένης εποχής. Είναι μια αφήγηση που ισορροπεί ανάμεσα στην τεκμηριωμένη έρευνα, με επιτόπια ίχνη από τη Βραΐλα και αλλού, και στην αφηγηματική καθαρότητα που δεν κουράζει τον αναγνώστη με υπερβολικό σχολιασμό.

Ο τίτλος δηλώνει ευθύς εξαρχής το βασικό τραύμα. Εδώ ο πατέρας, σκιαγραφείται σαν μορφή φευγαλέα, σχεδόν σκιά, που αφήνει τον Ιστράτι να μεγαλώσει σε έναν κόσμο όπου η πατρότητα ταυτίζεται με την απουσία. Το «όνομα πατρός» μετατρέπεται σε ποτάμι (Δούναβης, ο Ίστρος της αρχαιότητας), που παρασέρνει τον ήρωα σε μια ζωή χωρίς σταθερά σημεία. Αυτή η έλλειψη μεταμορφώνεται σε δίψα για περιπλάνηση, σε επιθυμία να ανήκει σε κάθε πατρίδα και σε καμία, σε αγωνία για ελευθερία που δεν γνωρίζει όρια. Ο Ιστράτι θα είναι πάντα «πατέρας του εαυτού του», αυτοδημιούργητος μέσα από τα ερείπια της βιογραφίας του.

Η αφήγηση του Ακρίβου διατρέχει όλες τις μεγάλες συναντήσεις και καμπές του περιπλανώμενου συγγραφέα από την εύνοια του Ρολάν, που πρώτος τον συστήνει στη γαλλική λογοτεχνική σκηνή έως την επαφή με τον Γκόρκι, σύμβολο ενός επαναστατικού οράματος που σύντομα μετατρέπεται σε δεσμά και τη γνωριμία του με τον Καζαντζάκη, όπου η φιλία συναντά τη συγγραφική αδελφοσύνη και τα ερωτήματα για την τέχνη και τη δράση.

Ο Ιστράτι πιστεύει στην ελευθερία και στην επανάσταση, αλλά όταν αντικρίζει από κοντά την πραγματικότητα της Σοβιετικής Ένωσης, βλέπει την καταστολή και την προδοσία των ιδανικών. Αυτό το πέρασμα από τη σαγήνη στην απογοήτευση γίνεται το κεντρικό δίδαγμα της ζωής του. Η ελευθερία δεν επιβάλλεται με δογματισμούς, είναι προσωπικό βίωμα και ηθική στάση.

Στο βιβλίο αναδεικνύεται και η βαλκανική ιδιαιτερότητα του Ιστράτι. Δεν είναι απλώς ένας Ρουμάνος ή ένας Έλληνας της διασποράς, ούτε ένας Γάλλος μεταφρασμένος λογοτέχνης. Είναι ένας συνδυασμός Ανατολής και Δύσης, ένας άνθρωπος που κουβαλά την πολύχρωμη πολυγλωσσία των Βαλκανίων. Αυτή η ταυτότητα, πολλαπλή και αντιφατική, τον καθιστά μοναδικό. Ο Ακρίβος τον παρακολουθεί χωρίς να επιχειρεί να τον «εξημερώσει» αφήνοντας τις αντιφάσεις του να φανούν και φωτίζοντας τον τρόπο με τον οποίο αυτές έγιναν δημιουργικές.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η μέθοδος του συγγραφέα καθώς παρεμβάλλει σύντομα αποσπάσματα των μυθιστορημάτων του Ιστράτι στις βιογραφικές ενότητες. Έτσι, ο αναγνώστης αποκτά μια διπλή εικόνα: βλέπει τον άνθρωπο να ζει και τον συγγραφέα να αναπλάθει το βίωμα σε λογοτεχνία. Η συνολική σύνθεση είναι ισορροπημένη και επιτρέπει στον αναγνώστη να αισθανθεί ότι η ζωή και το έργο δεν είναι δύο παράλληλες γραμμές αλλά ένας ενιαίος ιστός.

Η γλώσσα του Ακρίβου είναι καθαρή και απλή. Προτεραιότητα έχει η αφήγηση και η διαύγεια. Ο συγγραφέας δεν επιδιώκει να επιβληθεί πάνω στον ήρωά του, αλλά να τον αναδείξει. Αυτό το ύφος είναι εξαιρετικά λειτουργικό για το συγκεκριμένο ζητούμενο που είναι να παραμένει ο Ιστράτι πάντα στο προσκήνιο.

Ο ίδιος ο Ρολάν είχε γράψει πως ο Ιστράτι είναι «ένας αψύς λαϊκός ρυθμός». Ο Ακρίβος τον αποδίδει με πιστότητα και σεβασμό και φέρνει τον Ιστράτι πίσω στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, που τον έχει μάλλον λησμονήσει, παρουσιάζοντάς τον με τρόπο που αναδεικνύει τη διαχρονικότητά του. Γιατί ο Ιστράτι, με όλες τις αντιφάσεις του, θέτει ερωτήματα που παραμένουν καίρια: τι σημαίνει να ανήκεις σε έναν τόπο; πώς μπορείς να είσαι ελεύθερος μέσα σε έναν κόσμο ιδεολογιών και κρατών; Πόσο αντέχει ο άνθρωπος να πιστεύει και να διαψεύδεται, χωρίς να χάσει την ανθρωπιά του;

Η συμβολή του βιβλίου είναι σημαντική καθώς ανασύρει ένα πρόσωπο σχεδόν ξεχασμένο, αποκαθιστά τη θέση του στον ευρωπαϊκό λογοτεχνικό χάρτη και δίνει αφορμή για μια σημερινή συζήτηση γύρω από την έννοια της ελευθερίας. Στην εποχή μας, όπου οι ταυτότητες δοκιμάζονται και οι μεγάλες αφηγήσεις μοιάζουν να καταρρέουν, ο Ιστράτι ξανασυστήνεται ως ένας «παρίας» που δεν έπαψε να πιστεύει στον άνθρωπο.

Ο Ακρίβος, με την αφοσίωση και τη νηφαλιότητά του, καταφέρνει να τον κάνει οικείο και ταυτόχρονα απόμακρο, όπως άλλωστε αρμόζει σε έναν συγγραφέα που έζησε ως περιπλανώμενος ανάμεσα σε χώρες, γλώσσες και ιδέες.

Συνολικά, το Όνομα πατρός: Δούναβης είναι ένα λογοτεχνικό εγχείρημα μεθοδικό, καλογραμμένο, ισορροπημένο. Δεν επαναστατεί στη φόρμα, ούτε διεκδικεί μεταμοντέρνες πρωτοτυπίες. Αντίθετα, με λιτότητα και ευθύτητα, μας χαρίζει ένα πορτρέτο γεμάτο πάθος, πίκρα και μεγαλείο. Μας θυμίζει ότι η λογοτεχνία δεν είναι μόνο τόπος φαντασίας, αλλά και μέσο για να διασωθεί η ανθρώπινη εμπειρία. Και πάνω απ’ όλα, μας φέρνει κοντά σε μια φωνή που, αν και σίγησε το 1935, εξακολουθεί να μας ρωτά: πόσο αντέχει ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος;


Ο Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης είναι συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας