Οι «Δεσμώτες του Φαλήρου» ψάχνουν ακόμα τη σωτηρία τους

Οι «Δεσμώτες του Φαλήρου» ψάχνουν ακόμα τη σωτηρία τους

Δεκαετίες στέκει το ένα μνημείο σε έναν χώρο στον οποίο πολύ αξιοποιήθηκε η παρουσία του, ώστε να μη γίνει καμιά επένδυση, στο Ελληνικό. Πλέον, η κατάσταση του αρχαίου ταφικού περιβόλου, δεν είναι καλή. Το άλλο εύρημα, διεθνούς σημασίας, οι «Δεσμώτες» στο αρχαίο νεκροταφείο του Φαλήρου, έπρεπε να έχουν μετακινηθεί από την πρώτη στιγμή, τον Μάρτιο του 2016 όταν τους ανακάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη. Είναι ακόμα στον χώρο όπου βρέθηκαν. Στην αρχή, το υπουργείο Πολιτισμού δεν έδινε στο εύρημα τη σημασία που έχει. Κατόπιν, οι μελέτες που συντάχθηκαν δεν ήταν επαρκείς. Αυτή είναι η τύχη των μνημείων στην Ελλάδα; Πολλή συζήτηση και λίγα έργα;

Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο εξέτασε χθες τις μελέτες για τη μετακίνηση των «Δεσμωτών» και για τη μετακίνηση, συντήρηση και τοποθέτηση στην αυθεντική θέση στην οποία βρέθηκε. Κατά τη συζήτηση, αποδείχτηκε πως όπου υπάρχει εκμετάλλευση (ταφικό μνημείο Ελληνικού) ή αδιαφορία των πολιτικών ηγεσιών (του ΣΥΡΙΖΑ στην προκείμενη περίπτωση), που επιτρέπει τη σύνταξη πλημμελών μελετών, τα ευρήματα ταλαιπωρούνται.

Με την ονομασία «Δεσμώτες» οι αρχαιολόγοι χαρακτηρίζουν 78 σκελετούς βιαιοθάνατων ανδρών, της αρχαϊκής εποχής που ετάφησαν σε πολυάνδριο φέροντας δεσμά συνεπεία συμμετοχής τους σε στάση, πιθανώς κατά τα γεγονότα του «Κυλώνειου άγους». Ηταν μια ταραχώδης περίοδος κατά το β’ μισό του 7ου αι. π.Χ.. Βρέθηκαν από τη Στέλλα Χρυσουλάκη και την ομάδα της στην περιοχή «Εσπλανάδα» στο Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος. Στην αρχή συγκεντρώθηκαν πολλά «θα» αλλά κανένα αποτελεσματικό μέτρο δεν ελήφθη. Οι σκελετοί, λόγω των συνθηκών (γειτνίαση με τη θάλασσα, άμμος με άλατα, υγρασία) υπάρχει κίνδυνος να μετατραπούν σε σκόνη με το παραμικρό άγγιγμα.

Κι όμως, πρέπει να μετακινηθούν ώστε να εξυγιανθεί το υπέδαφος και κατόπιν να επανατοποθετηθούν, όταν πλέον θα έχει κατασκευαστεί το κέλυφος του επιτόπιου μουσείου. Το έχει αναλάβει το γραφείο του Ρέντσο Πιάνο και θα αποτελέσει απόκτημα για τη χώρα μας.

Πριν από τη μεταφορά, ο Δημήτρης Κορρές και οι αρχαιολόγοι ζήτησαν να γίνει δοκιμή, σύμφωνα με τη μελέτη που είχε ήδη εγκρίνει το ΚΑΣ. Αποδείχθηκε πως υπήρξαν κάποια προβλήματα, και ότι στην επιφάνεια της άμμου στο στρώμα όπου βρέθηκαν οι δεσμώτες σημειώθηκαν τριχοειδείς ρωγμές. Σύμφωνα με την τροποποιημένη μελέτη, θα πρέπει να υπάρξει κι άλλη ακαμπτοποίηση, δηλαδή ο εγκιβωτισμός να έχει μεγαλύτερη αντοχή και να γίνει ελαφρά περίσφιξη του αποσπώμενου τμήματος.

Η μετακίνηση των ευρημάτων θα γίνει με ολίσθηση πάνω σε μεταλλικές τροχιές, καθώς η σύσταση του εδάφους και η υψηλή στάθμη του υδροφόρου καθιστά δυσχερή την πρόσβαση των βαρέων ανυψωτικών μηχανημάτων που απαιτούνται για την ανύψωση και μεταφορά των ευρημάτων.

Αυτό σημαίνει ενίσχυση των μεταλλικών χωροδικτυωμάτων με αποτέλεσμα που θα ξεπερνά το 300% του αρχικού. Η απόσπαση θα γίνει στα 40 εκατοστά κάτω από την επιφάνεια των ευρημάτων.

Ο μελετητής επιμένει πως η μεταφορά των ευρημάτων εντός του κτηρίου πρέπει να γίνει σε χρόνο κατά τον οποίο θα υπάρχει κατάλληλη πρόσβαση στο εσωτερικό του κτηρίου, αλλά και δυνατότητα εκτέλεσης των υπολοίπων εργασιών κατασκευής του εξασφαλίζοντας την πλήρη προστασία των ευρημάτων.

Ο ταφικός περίβολος

Ο «Ταφικός Περίβολος του Ελληνικού», σχήματος Π, βρίσκεται σήμερα εντός του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσμά, στον χώρο του Πρώην Αμερικανικού Κολεγίου Θηλέων, εκτός των ορίων των κηρυγμένων και οριοθετημένων αρχαιολογικών χώρων της περιοχής. Στη θέση αυτή μεταφέρθηκε, από την αρχική του θέση το 1961 στο πλαίσιο των έργων της επέκτασης του πρώην Αεροδρομίου.

Πρόκειται για ταφικό περίβολο με μήκος μακράς πλευράς 20,40μ. και στενών πλευρών 7,80μ. και 9,00μ. Το ύψος του μνημείου φθάνει τα 5,22μ. Το υλικό δομής του είναι ο κροκαλοπαγής ασβεστόλιθος της περιοχής, «με χαλίκια και λιθάρια», ενώ σε μία περίπτωση εντοπίστηκε τεμάχιο μαρμάρου. Η τοιχοδομία του περιβόλου είναι κατά το ισόδομο σύστημα, με το ύψος των δόμων να μειώνεται συνεχώς (κατά σειρά δόμων) προς τα πάνω. Εσωτερικά του περιβόλου, προσκολλημένη στην εσωτερική όψη της κύριας πλευράς του, υπάρχει τετραγωνική κατασκευή (βάθρο), διαστάσεων 2,25 x 2,90μ.

Η θεμελίωση του μνημείου διέφερε από τις τρεις του πλευρές. Στη ΒΔ (στενή) πλευρά ο τοιχοβάτης πατούσε επί του βράχου, στη ΝΑ (στενή) πλευρά κάτω από τον τοιχοβάτη υπήρχε η «ευθυντηρία» (στερεοβάτης;), ενώ στη ΝΔ μακρά πλευρά, κάτω από τον τοιχοβάτη υπήρχαν συνολικά τέσσερις σειρές δόμων. Η ανισοσταθμία αυτή, δημιουργεί πρόβλημα και στην επανατοποθέτησή του. Πρόβλημα αποτελούν και διάφορες παρεμβάσεις με σκυρόδεμα, που είχαν γίνει σε περασμένες δεκαετίες.

Το μνημείο αυτό, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στη διαμάχη για το Ελληνικό, έχει κακή κατάσταση διατήρησης. Το είδος της πέτρας που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του, διακρίνεται από ασθενή αντοχή στη διάβρωση. Γενικότερα η λίθινη επιφάνεια εμφανίζεται σαθρή με κύριο σύμπτωμα φθοράς την αποσάθρωση ή απώλεια με τη μορφή μικροτεμαχίων και τεμαχίων ακανόνιστου σχήματος (κατακερματισμός - λατυποποίηση του υλικού) και τη βιολογική προσβολή των επιφανειών.

Για την ασφαλή μεταφορά του, προτείνονται στερεωτικές και σταθεροποιητικές παρεμβάσεις, που θα καλυτερεύσουν την κατάσταση των λίθων του.

Η μεταφορά θα γίνει σε τέσσερα τμήματα: Βάθρο - ανατολικός τοίχος - δυτικός τοίχος - νότιος τοίχος. Το βάρος είναι 420 τόνοι.