Ο θρύλος του «Υ-2»
Γέφυρες στο χρόνο

Ο θρύλος του «Υ-2»

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στις εξελίξεις και ο τόπος φλέγεται από σκληρές μάχες ξηράς και θάλασσας. Οι Ιταλοί, στο πλευρό των Γερμανών του Χίτλερ, έχουν αποβιβαστεί στην Αλβανία και περιμένουν την απάντηση του Ιωάννη Μεταξά, στο τελεσίγραφο που ζητά την ελεύθερη είσοδο και την κατοχή περιοχών της χώρας από τον ιταλικό στρατό. 

Ας μεταφερθούμε, όμως, στο κοντινό παρελθόν, πριν την έναρξη του πολέμου και ας δούμε τις αλληλένδετες μοίρες ενός ανθρώπου και ενός υποβρυχίου, που έμελλαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους εκείνους τους σκληρούς καιρούς και να κερδίσουν μια μόνιμη τιμητική θέση στην ελληνική πολεμική ναυτική ιστορία.

Ο Βασίλης Ιατρίδης, καθηγητής μαθηματικών και επιθεωρητής δημοτικής εκπαίδευσης, καταγόταν από το Σοφικό Κορινθίας, αλλά ζούσε και εργαζόταν στον Πύργο Ηλείας. Εκεί, παντρεύτηκε την Ελένη Παπακροντηροπούλου, με την οποία έκανε τρία παιδιά. Ως πατέρας, ο Βασίλης Ιατρίδης νοιαζόταν για την παιδεία και την μόρφωσή τους. Για τον μεγαλύτερο γιο τους, όμως, τον Μιλτιάδη, είχε πιο συγκεκριμένα σχέδια. 

Ο Μίλτος, σε ηλικία 14-15 ετών, έδωσε εξετάσεις και εισήχθη στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Οι υπηρεσίες του από εκεί και πέρα ποίκιλαν. Πέρασε από θωρηκτά, ανεφοδιαστικά φάρων και αντιτορπιλικά. Το 1923, με τον βαθμό του ανθυποπλοιάρχου, μετά από δεύτερη αίτηση, μπήκε στην υπηρεσία υποβρυχίων. Η έγκριση αυτής της δεύτερης αίτησης, ήταν αυτό που του άνοιξε τον δρόμο προς την υστεροφημία. Το 1925, αποφοίτησε από την Σχολή, ενταγμένος και επισήμως στο Πολεμικό Ναυτικό. 

Την ίδια χρονιά, στα ναυπηγεία της πόλης Νάντ, στη Δυτική Γαλλία, άρχιζε κατά παραγγελία της Ελλάδας, η κατασκευή δύο υποβρυχίων. Μετά από δύο χρόνια, τα υποβρύχια «Υ-1» και «Υ-2», ήταν έτοιμα να πλεύσουν προς τις ελληνικές ακτές. Από τη στιγμή που έφτασαν στην νέα τους πατρίδα, βαπτίστηκαν «Κατσώνης» και «Παπανικολής», ονόματα σπουδαίων ναυτικών Αγωνιστών της προεπαναστατικής και Επαναστατικής περιόδου.

Το 1938, είναι η χρονιά-καμπή. Τότε ξεκινά η «συμμαχία» του ανερχόμενου αξιωματικού και του πολλά υποσχόμενου υποβρυχίου. Ο Μίλτος Ιατρίδης γίνεται κυβερνήτης του «Παπανικολή» .

Την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το ελληνικό ναυτικό υστερούσε συγκρινόμενο με το τότε ιταλικό ναυτικό, το οποίο κατείχε τον μεγαλύτερο στόλο ανάμεσα στις εμπόλεμες χώρες. Όπως, όμως, έχει αποδειχθεί πολλές φορές στην πολεμική ιστορία της Ελλάδας, η νίκη ή η ήττα δεν εξαρτάται από την ποσότητα του πολεμικού δυναμικού, αλλά από την ποιότητα της στρατηγικής.

Με την αρνητική απάντηση του Ιωάννη Μεταξά στο τελεσίγραφο των Ιταλών, ξεκίνησε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Ο «Παπανικολής», ήταν το πρώτο υποβρύχιο που απέπλευσε την 28η Οκτωβρίου 1940. Ποιο γεγονός, όμως, ήταν αυτό που το στιγμάτισε για πάντα;

Σύμφωνα με την αφήγηση του ίδιου του Μίλτου Ιατρίδη, τελούσε μέρες καταδυόμενο, την δεύτερη πολεμική περιπολία, στις ακτές της Αλβανίας, η οποία βρισκόταν υπό την κατοχή των Ιταλών. Κάποια στιγμή, το υποβρύχιο έπρεπε κατ’ ανάγκην να αναδυθεί. Το πλήρωμα, ρισκάροντας την αποκάλυψη, το ανέβασε στην επιφάνεια, με την ελπίδα να μην πλέει εκείνες τις στιγμές στην Αδριατική κάποιο αντίπαλο σκάφος. Μετά από πιο λεπτομερή εξέταση του σημείου, το πλήρωμα κατέληξε στο ότι βρίσκονταν λίγο πιο έξω από το Μπάρι.

Μετά από λίγη ώρα, εντόπισαν στον ορίζοντα ένα άλλο πλεούμενο, το οποίο ανήκε στο ιταλικό ναυτικό. Ο Μίλτος Ιατρίδης, χειριζόμενος έξυπνα την έκρυθμη κατάσταση, δεν πανικοβάλλεται. Αντ’ αυτού, ακολουθεί άλλη τακτική. Χρησιμοποιεί έναν Κερκυραίο ναύτη και τον βάζει να μιλήσει στο αντίπαλο σκάφος στα ιταλικά. Μετά από τις λίγες στιγμές αγωνίας που βίωσαν οι Έλληνες, οι Ιταλοί πέφτουν στην παγίδα και επιβιβάζονται στο υποβρύχιο. Όταν κατάλαβαν τι τους συνέβη, ήταν πολύ αργά. Είχαν γίνει πλέον αιχμάλωτοι του «Παπανικολής». 

Ο πλωτάρχης, μετά από αυτό το τέχνασμα, απέσπασε ακριβώς τις πληροφορίες που χρειαζόταν. Έμαθε ότι μεταφέρονταν πολεμοφόδια για τα χαρακώματα στην Αλβανία. Ανακάλυψε επίσης, ότι μετά από λίγο καιρό, θα ξεκινούσε μια πομπή πλοίων από το Μπρίντιζι προς τον Αυλώνα, δηλαδή τον κεντρικό σταθμό ανεφοδιασμού των Ιταλών που βρίσκονταν στο μέτωπο. 

Μετά από αυτήν την πληροφόρηση και την παράλληλη διάνοιξη άλλων εμπιστευτικών εγγράφων που είχαν μαζί τους οι αιχμάλωτοι, το υποβρύχιο περίμενε υπομονετικά την νηοπομπή. Στις 24 Δεκεμβρίου 1940, παραμονή Χριστουγέννων, τα πλοία του ιταλικού ναυτικού βγήκαν στα ανοιχτά με κατεύθυνση προς τα ανατολικά. Ο «Παπανικολής», πάντα υπό την αρχηγεία του Ιατρίδη, απέτρεψε την μεταφορά της ιταλικής μεραρχίας, βυθίζοντας το μεταγωγικό πλοίο «FIRENZE». Αυτό το γεγονός αποτέλεσε πλήγμα για τις δυνάμεις των Ιταλών που μάχονταν στα σύνορα Αλβανίας-Ελλάδας και μεγάλο πλεονέκτημα για τον ελληνικό στρατό.

Ο Μίλτος Ιατρίδης και ο «Παπανικολής», δέχθηκαν μεγάλες τιμές και συνέχισαν να πλέουν μαζί για ακόμα κάποια χρόνια, συνεχίζοντας τις περιπολίες και βοηθώντας άλλα σκάφη του Πολεμικού Ναυτικού κατά την διάρκεια των ετών του πολέμου. Κινήθηκαν και στην υπόλοιπη Μεσόγειο, εκτελώντας αποστολές και στην Μέση Ανατολή. Το 1941, χώρισαν οι δρόμοι τους.

Ο Μίλτος Ιατρίδης, μετά από την μεγάλη του συνεισφορά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις σπουδαίες μάχες και νίκες που βίωσε, απεβίωσε τελικά στην ηλικία των 54 ετών, το 1960, λόγω τροχαίου δυστυχήματος στον Πειραιά. Ο «Παπανικολής», παροπλίσθηκε (δηλαδή τέθηκε εκτός ενέργειας) το 1944. Για να μην ξεχασθεί ποτέ και η δική του προσφορά, ο πυργίσκος του βρίσκεται μέχρι σήμερα στον Πειραιά, μπροστά στην είσοδο του Εθνικού Ναυτικού Μουσείου. 

Βιβλιογραφία:

Huffpost

Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού

Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη

Μηχανή του Χρόνου

Naval History

Πολεμικό Ναυτικό