To τέλος του διδύμου Ανδρουλάκη - Τσουκαλά, στο ΠΑΣΟΚ

To τέλος του διδύμου Ανδρουλάκη - Τσουκαλά, στο ΠΑΣΟΚ

Το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ που θα διεξαχθεί μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2026, σύμφωνα με τον αρχηγό του, θα «υπηρετούσε το σχέδιο μια πορείας στον λαό» και θα ήταν «μια ευκαιρία, όχι για μια εσωτερική συζήτηση, αλλά για μια συζήτηση με την κοινωνία, για την κοινωνία». Ωστόσο, όπως δείχνουν τα πράγματα τελικά θα μετατραπεί σε διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας.

Απολύτως λογική εξέλιξη. Μόλις το 7,8% των πολιτών που ρωτήθηκαν στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις θα ήθελε να δει τον Νίκο Ανδρουλάκη πρωθυπουργό. Ποσοστό που αναλογεί σε έναν στους δυο ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή την ίδια στιγμή που όλοι ανεξαιρέτως οι πολιτικοί και ειδικά οι αρχηγοί, θέτουν ως στόχο, η αποδοχή τους να ξεπερνά τα στενά ποσοστά των κομμάτων τους, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη, ακόμα και των ίδιων των ψηφοφόρων του κόμματος του.

Έτσι είναι. Το δίδυμο Ανδρουλάκη – Τσουκαλά χρησιμοποιεί μια εριστική γλώσσα και μια ρηχή επιχειρηματολογία, που απομακρύνουν τους μετριοπαθείς παραδοσιακούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Τα ξυλόλια, τα μπαζώματα, τα ιπτάμενα εξαφανισμένα βαγόνια, η «δυσωδία», η «Ουγκάντα της Ευρώπης», η «χειραγώγηση της ενημέρωσης», ο «ακροδεξιός τραμπουκισμός», ο «εκφασισμός», που συνοδεύονται από την κλασσική επωδό: «είστε επικίνδυνοι τυχοδιώκτες και πρέπει να φύγετε», περισσότερο απωθούν παρά προσελκύουν ψήφους.

Ο σκληρός κομματικός μηχανισμός που βασίζεται στην πάλαι ποτέ κραταιά ΠΑΣΠ Κομοτηνής, είχε πανηγυρικά εκλέξει 2021 το Νίκο Ανδρουλάκη, και τον είχε επανεκλέξει και στις προηγούμενες εσωκομματικές διαδικασίες. Κερδίζοντας την «εκσυγχρονιστική» πτέρυγα Διαμαντοπούλου, την «προοδευτική» πρόταση Γερουλάνου και την αριστερίστικη ομάδα Δούκα. Όμως η συγκεκριμένη επιλογή, δεν κρίνεται ως επιτυχής από την ευρύτερη εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ.

Ωστόσο, η ανάμεσα στον στενό κομματικό μηχανισμό και τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, που έχει αρχίσει να λαμβάνει επικίνδυνες διαστάσεις, πρέπει να βρει λύση στο επερχόμενο συνέδριο. Αφού κατά τη διάρκεια της τελευταίας τετραετίας το ΠΑΣΟΚ δεν έχει καταφέρει κάτι το σημαντικό. Και αυτό το γεγονός είναι ορατό σε όλους. Ακόμα και στους πιο φανατικούς εσωκομματικούς υποστηρικτές του προέδρου. Δηλαδή την ομάδα των 35άρηδων και 40άρηδων, που δεν εμφανίζουν ένα ισχυρό σοσιαλδημοκρατικό στίγμα, αλλά μια απολιτική προσήλωση σε ένα ξύλινο και τοξικό λόγο. Ενώ μπορούν πολλά περισσότερα.

Είναι όμως μόνο θέμα αρχηγού; Όλα όσα βλέπουμε δεν είναι ουσιαστικά «θέσεις ΠΑΣΟΚ»; Θα υπάρξει άραγε μεταβολή της κεντρικής πολιτικής γραμμής; Θα υπάρξει άραγε απαγκίστρωση από την πολιτική ατζέντα την γραμμή που ορίζει το κόμμα Κωνσταντοπούλου, το κόμμα Αχτσιόγλου και ο Σύριζα; Θα μπορέσει το ΠΑΣΟΚ να χαράξει διακριτές γραμμές απέναντι στην επάνοδο Τσίπρα;

Πολύ αμφιβάλουμε. Καθώς το επιτελείο του ΠΑΣΟΚ έχει υιοθετήσει πλήρως τη ρητορική της μιζέριας. Μια ρητορική που δεν σχετίζεται με την πραγματικότητα της οικονομίας, αλλά με τη στείρα άρνηση. Με τα πολιτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ να συμπεριφέρονται περισσότερο με μέλη εξωκοινοβουλευτικών κινήσεων, παρά με υποψήφια κυβερνητικά στελέχη.

Ωστόσο, όπως και να έχουν τα πράγματα η κολλημένη βελόνα χρεώνεται αποκλειστικά στο Νίκο Ανδρουλάκη. Και το ξεκόλλημα της, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το «ξεκόλλημα» του ίδιου από την αρχηγική καρέκλα. Άλλωστε η αλλαγή αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ ίσως και να είναι η τελευταία ευκαιρία για το κόμμα, να διεκδικήσει κάτι καλύτερο, παρουσιάζοντας κάτι το διαφορετικό.

Το ΠΑΣΟΚ είναι ταυτισμένο στο συλλογικό υποσυνείδητο με εποχές ευμάρειας, υψηλών αποδοχών και διορισμών. Με εποχές όπου «ο κοσμάκης έφαγε και χόρτασε». Με εποχές που το ΠΑΣΟΚ μοίραζε χρήματα που δεν υπήρχαν. Με εποχές και πρακτικές που μας οδήγησαν στην πτώχευση. Η εξιδανίκευση του ένδοξου πασοκικού παρελθόντος, αναιρεί σε μεγάλο βαθμό το αφήγημα για την επάνοδο του κόμματος στην εξουσία. Ειδικά σήμερα που δεν υπάρχουν χρήματα για μοίρασμα. Και ό,τι μοιράζεται, μοιράζεται από το πλεόνασμα, δια χειρός Κυριάκου Μητσοτάκη και κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας.

Κι έτσι το ΠΑΣΟΚ αυτοπεριορίζεται στην τοξική κριτική και στην αδυναμία εκφοράς ενός συνεπούς θετικού λόγου. Ο δε συναγωνισμός ανάμεσα στους δελφίνους της καρέκλας που τρίζει για το ποιος θα κάνει την πιο σκληρή κριτική, προς το παρόν τραυματίζει ακόμα περισσότερο την εικόνα του κόμματος προς τα έξω.

Έτσι ακούσαμε τον Χάρη Δούκα να διαφοροποιείται απόλυτα από το ΠΑΣΟΚ, που τόσο καιρό προσπαθούσε να μας πείσει ότι όλα όσα γίνονται με τις εξορύξεις είναι «έργα ΠΑΣΟΚ». Απαξιώνοντας με αυτόν τον τρόπο τις ανακοινώσεις των προηγούμενων ημερών σχετικά με την «πατρότητα» των πρωτοβουλιών και των εξελίξεων στους υδρογονάνθρακες.

Παρακολουθούμε επίσης τον Παύλο Γερουλάνο να μιλάει για απομονωμένη Ελλάδα και να τάσσεται υπέρ της συνεργασίας των «προοδευτικών δυνάμεων» απέναντι στη Νέα Δημοκρατία, αλλά η συνεργασία αυτή να μην βασίζεται στο παράδειγμα του Δήμου Αθηναίων που ανέδειξε τον Χάρη Δούκα.

Παράλληλα το δίδυμο Ανδρουλάκη – Τσουκαλά, συνειδητοποιεί ότι η αρχηγική καρέκλα αρχίζει να τρίζει. Και αντιδρά σηκώνοντας ακόμα πιο ψηλά τους αντικυβερνητικούς τόνους.

Την προπερασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατηγορούσε σαν «ακροδεξιό τραμπουκισμό» και «εκφασισμό» τη συμπεριφορά του Μακάριου Λαζαρίδη, ισχυριζόμενος ότι «δεν του άρεσαν οι απαντήσεις του μάρτυρα Τζεδάκη» και ότι είχε κινηθεί σωματικά εναντίον του. Κάτι που διαψεύσθηκε πανηγυρικά από τον ίδιο τον μάρτυρα. Την περασμένη εβδομάδα επελέγη μια φωτογραφία και μια κουμπαριά, ως επικοινωνιακό όπλο από το αρχηγό του ΠΑΣΟΚ. Θυμίζοντας τις ημέρες των άγριων συκοφαντιών του αυριανισμού, με το ΠΑΣΟΚ να ενστερνίζεται τις καταγγελίες ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν άνθρωπος των Ναζί.

Και μόλις προχθές ο εκπρόσωπος τύπου Κώστας Τσουκαλάς, που τόσα χρόνια διατυμπάνιζε την ανάγκη επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, μόλις την αποφάσισε η κυβέρνηση, αναφέρθηκε σε απλή εφαρμογή ενός νόμου και μιας ευρωπαϊκής οδηγίας. Και σε τηλεοπτική παρέμβαση του στην τηλεοπτική εκπομπή Talk του ONE Channel, ανέφερε ότι «η σημερινή εικόνα κατάρρευσης των συλλογικών συμβάσεων έχει υπογραφή της κυβέρνησης», ότι «ψηφίζονται μνημονιακοί νόμοι χωρίς να έχουμε μνημόνιο» και ότι «η κυβέρνηση υιοθετεί προτάσεις τους ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν φτάνει».

Είναι σχεδόν σίγουρο ότι το ένστικτο της αυτοσυντήρησης του ΠΑΣΟΚ θα οδηγήσει στην αλλαγή του διδύμου της ηγεσίας του, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2026. Όμως δεν είναι σίγουρο, εάν η αλλαγή αυτή θα καταστήσει το ΠΑΣΟΚ πιο ελκυστικό, απέναντι στους πολίτες που είναι δυσαρεστημένοι από την κυβερνητική πολιτική. Διότι από αυτήν τη δεξαμενή πολιτών μπορεί να αλιεύσει ψήφους. Και όχι από τα συντρίμμια του πρώην Σύριζα που όπως βλέπουμε συσπειρώνονται γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα, αδιαφορώντας για τις προτάσεις των «δοσίλογων», των «γερμανοτσολιάδων» και των «μνημονιακών» πασόκων.