Το σημερινό θέμα αποκλίνει από την κλασσική χρηματιστηριακή αρθρογραφία. Όσοι χρησιμοποιούμε καθημερινά το αυτοκίνητό μας γινόμαστε μάρτυρες συμπεριφορών που δεν συνάδουν με τους κανόνες του κώδικα οδικής συμπεριφοράς, συχνά δε, οι συμπεριφορές αυτές γίνονται αιτίες θανατηφόρων ατυχημάτων. Το πρόβλημα στους ελληνικούς δρόμους δεν ήταν ποτέ οι κανόνες. Το πρόβλημα είναι η τήρηση των κανόνων. Ο νέος κώδικάς που εφαρμόζεται εδώ και μερικές εβδομάδες είναι ο αυστηρότερος που έχει ποτέ τεθεί σε εφαρμογή. Θα καταφέρει, ωστόσο, να πετύχει τη μείωση των ατυχημάτων που οφείλονται σε παραβάσεις στους ελληνικούς δρόμους;
Μια πιθανή απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να δοθεί από το πείραμα που έκαναν οι Simon Gächter, Lucas Molleman και Daniele Nossenzo σε περισσότερους από 14.000 συμμετέχοντες. Το πείραμα βασίστηκε σε μια κλασική ηθική σκηνή: είσαι μόνος στο αυτοκίνητο, αργά τη νύχτα, και σταματάς σε ένα κόκκινο φανάρι. Δεν υπάρχει ψυχή στον δρόμο. Σταματάς ή περνάς;
Προσομοιάζοντας το πείραμα οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να μετακινήσουν μια κουκκίδα από την αριστερή προς τη δεξιά πλευρά της οθόνης όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Στο κέντρο υπήρχε ένα «κόκκινο φανάρι» όπου όφειλαν να σταματήσουν. Αν περνούσαν, κέρδιζαν χρόνο – άρα και περισσότερα χρήματα. Αν σταματούσαν, καθυστερούσαν και έχαναν μέρος του κέρδους. Στην αρχική, «καθαρή» εκδοχή του πειράματος, δεν υπήρχε κανένας έλεγχος ή ποινή για όσους παραβίαζαν τον κανόνα. Αποτέλεσμα; Το 56% των συμμετεχόντων σταμάτησαν στο κόκκινο φως. Από αυτούς, το 26% δήλωσαν ότι το έκαναν απλώς επειδή είναι κανόνας, όχι για κάποιον ηθικό ή κοινωνικό λόγο.
Σε μια δεύτερη εκδοχή, οι ερευνητές εισήγαγαν μια νέα παράμετρο: αν κάποιος περνούσε το κόκκινο, κρατούσε τα κέρδη του αλλά αυτόματα αφαιρούνταν 1 δολάρια από μια δωρεά για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Δηλαδή, η παράβαση δεν έβλαπτε τον ίδιο, αλλά στερούσε κάτι από άλλους. Τότε η συμμόρφωση ανέβηκε στο 62%, ενώ η «ανιδιοτελής υπακοή» (δηλαδή όσοι σταμάτησαν απλώς γιατί ήταν κανόνας) ανέβηκε στο 39%. Φαίνεται λοιπόν ότι, όταν αντιλαμβανόμαστε ότι οι πράξεις μας έχουν επιπτώσεις για άλλους, η πειθαρχία αυξάνεται.
Στα επόμενα δύο σενάρια, οι ερευνητές πρόσθεσαν πιθανότητα τιμωρίας: αν κάποιος παραβίαζε το κόκκινο, υπήρχε πιθανότητα να «πιαστεί» και να χάσει όλα τα κέρδη του. Στην αδύναμη εκδοχή, η πιθανότητα εντοπισμού ήταν 10%. Στην ισχυρή εκδοχή, η πιθανότητα εντοπισμού ανέβηκε στο 90%. Η πρώτη περίπτωση δεν είχε σχεδόν καμία διαφορά από το σενάριο της φιλανθρωπίας. Όταν η πιθανότητα να σε πιάσουν είναι μικρή, οι περισσότεροι δεν αλλάζουν συμπεριφορά. Όμως, όταν η πιθανότητα σύλληψης ανέβηκε στο 90%, η συμμόρφωση εκτοξεύτηκε στο 79%. Παρ’ όλα αυτά, σχεδόν ένας στους πέντε συνέχισε να παραβιάζει τον κανόνα, παίρνοντας απλώς το ρίσκο.
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν γιατί η αυστηρότερη νομοθεσία από μόνη της δεν μειώνει τα αδικήματα — εάν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι δεν θα τους πιάσουν, οι ποινές έχουν μικρό αποτέλεσμα. Όπως σχολίασε ένας από τους ερευνητές, «δεν χρειάζεται να φοβάσαι τις συνέπειες για να υπακούσεις – αρκεί να κατανοείς ότι υπάρχουν». Και τελικά φαίνεται ότι ο πιο αποτρεπτικός παράγοντας είναι η βεβαιότητα της ποινής. Μιας ποινής που «ο μπάρμπας στην Κορώνη» δεν θα μπορέσει να σβήσει και που η επόμενη φορά θα είναι εξοντωτική. Για όλους χωρίς την παραμικρή εξαίρεση.
