Κυβέρνηση: Ο πολυκατακερματισμός της αντιπολίτευσης και το διακύβευμα του Κέντρου

Κυβέρνηση: Ο πολυκατακερματισμός της αντιπολίτευσης και το διακύβευμα του Κέντρου

Κυβερνητικά στελέχη έσπευσαν να δηλώσουν αμέσως μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, που ουσιαστικά σηματοδότησε την προαναγγελία ίδρυσης νέου κόμματος από τον πρώην πρωθυπουργό, ότι για την κυβέρνηση βασικός αντίπαλος εξακολουθούν να είναι τα «προβλήματα των πολιτών» και όχι οι πολιτικές δυνάμεις και τα πρόσωπα της αντιπολίτευσης.

Όσο, πρωτίστως η αριστερά και η κεντροαριστερά, θα κινούνται σε ένα τοπίο ανακατατάξεων και πριν τα κόμματα τοποθετηθούν σε θέσεις «μάχης» πάνω σε ένα νέο πολιτικό χάρτη, από το κυβερνητικό επιτελείο θα επιχειρήσουν να ανοίξουν την ατζέντα, προτάσσοντας πεπραγμένα και σχέδιο, απέναντι σε μια ρευστή, προς ώρας, αντίπαλη πολιτική πρόταση, απευθυνόμενοι κατά κύριο λόγο στον κεντρώο χώρο, όπου η σταθερότητα και ο σχεδιασμός της επόμενης ημέρας, αποτελούν κυρίαρχα ζητούμενα. 

Ο πολυκερματισμός της αντιπολίτευσης, όπως αποτυπώνεται όχι μόνο στο σημερινό κοινοβουλευτικό τοπίο, αλλά και στο δημοσκοπικό σκηνικό, που πλέον ενισχύεται από την ίδρυση ενός ακόμη πολιτικού φορέα και τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αυτό θα δημιουργήσει, ενισχύει ένα επισφαλές σκηνικό, στο οποίο η κυβέρνηση θα επιδιώξει να εμφανιστεί ως η μοναδική πολιτική δύναμη, που μπορεί να διασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα, δηλαδή τη βασική προϋπόθεση για τη συνέχιση της θετικής πορείας της χώρας, σε οικονομικό - και όχι μόνο - επίπεδο.

Άλλωστε, η πολιτική κρίση, που μαστίζει μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, με τις αλλεπάλληλες παραιτήσεις πρωθυπουργών και κυβερνήσεων, οδηγώντας ακόμη και σε αδυναμία ψήφισης προϋπολογισμού, είναι σαφές ότι αποτελεί ένα σκηνικό, που για τα ελληνικά δεδομένα θα αποδεικνύονταν καταστροφικό, λένε χαρακτηριστικά στο Μέγαρο Μαξίμου, σημειώνοντας ότι το «στοίχημα» της πολιτικής σταθερότητας θα πρέπει να κερδηθεί στις επόμενες κάλπες.

Η οικονομία - είτε «αυτοτελώς» είτε ως ο κοινός παρονομαστής κάθε πρότασης διακυβέρνησης - αποτελεί παραδοσιακά το πεδίο, όπου κρίνονται προγράμματα, θέσεις, πρόσωπα και πολιτικές, άρα και εκλογές.

Και στο πεδίο της οικονομίας, η κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί με μετρήσιμους δείκτες και αποτελέσματα, να κερδίσει «στα σημεία», επομένως να απευθυνθεί στο κομμάτι εκείνο του εκλογικού σώματος, που έχει ακόμη νωπές τις «μνήμες» από την περίοδο της κρίσης και αντιλαμβάνεται ότι τα επιτεύγματα, εντός ή εκτός εισαγωγικών, της ελληνικής οικονομίας, μπορούν εύκολα να τεθούν εν αμφιβόλω.

«Ο πήχης μας δεν είναι η κυβέρνηση του 2015-2019. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ το 2019 και το 2023 κέρδισαν την εμπιστοσύνη των πολιτών και όχι τον κ. Τσίπρα», ήταν η φράση, που χρησιμοποίησε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, συμπληρώνοντας ότι αυτό σκοπεύει η κυβέρνηση να κάνει και το 2027.

Αυτή θα είναι και η φράση-κλειδί την επόμενη περίοδο και, κυρίως, όταν το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα αποτελεί πλέον τον νέο «παίχτη» στο πολιτικό σκηνικό.

Στο Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν ότι ακόμη και σήμερα, όταν η πλειοψηφία των πολιτών χαρακτηρίζει την ακρίβεια ως το «νούμερο ένα» πρόβλημα, η οικονομία και οι αποδόσεις της εξακολουθούν να αποτελούν το συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους της Νέας Δημοκρατίας.

Οι αναφορές του κ. Τσίπρα σε «οικονομικό αδιέξοδο» σήμερα στη χώρα, άποψη, που προφανώς θα προτάξει ο πρώην πρωθυπουργός ως πολιτική θέση, αποτελούν ιδανική “πάσα” για το Μέγαρο Μαξίμου, ώστε να επαναφέρει στο προσκήνιο τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και να μιλήσει, όπως ήδη έκανε ο Παύλος Μαρινάκης, για τον Αλέξη Τσίπρα ως «ο πρωθυπουργός των 100 και πλέον δισεκατομμυρίων ευρώ που χρέωσε στη χώρα, του τρίτου αχρείαστου μνημονίου, των 30 νέων ή αυξημένων φόρων» απέναντι στη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη, που «έχει αυξήσει τον κατώτατο μισθό 36%, τον μέσο μισθό 30%, έχει μειώσει ή καταργήσει, συμπεριλαμβανομένων και των ανακοινώσεων της ΔΕΘ, 85 άμεσους και έμμεσους φόρους», όπως θύμισε, μιλώντας για την ελληνική οικονομία που «έχει διπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από την Ευρώπη, και τη χαμηλότερη ανεργία των τελευταίων 17 ετών». 

Το σκέλος των πεπραγμένων της κυβέρνησης Μητσοτάκη απέναντι στην κυβέρνηση Τσίπρα, θα έρθει να προστεθεί ως ένας ακόμη άξονας της κυβερνητικής επιχειρηματολογίας παράλληλα με την αντίστοιχη κριτική, που ασκείται στο ΠΑΣΟΚ όλο το τελευταίο διάστημα, όταν η Χαριλάου Τρικούπη κατηγορείται από τα κυβερνητικά στελέχη για «λεφτόδεντρα» και ακοστολόγητο οικονομικό πρόγραμμα, που θυμίζει τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ, όπως σχολιάζουν συχνά.

Στο Μέγαρο Μαξίμου αναμένουν το πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα, που ο Αλέξης Τσίπρας θα προσδώσει στο νέο του πολιτικό εγχείρημα, όταν οι πληροφορίες αναφέρουν ότι θα έχει κεντρώο προσανατολισμό, όπως και το σκηνικό σύγκρουσης, που προδιαγράφεται ανάμεσα στον πρώην πρωθυπουργό και τον Νίκο Ανδρουλάκη, δεδομένης της σκληρής γλώσσας που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ χρησιμοποίησε για να σχολιάσει την παραίτηση Τσίπρα, μιλώντας για τυχοδιωκτισμό και για σκηνοθετημένες κινήσεις, που εξαρχής είχαν στόχο τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ.

Στο κυβερνητικό επιτελείο δηλώνουν ότι αυτή την ώρα οι διεργασίες, που καταγράφονται δεν αφορούν τον δικό τους πολιτικό χώρο κι επομένως δεν έχουν λόγο να μετατραπούν σε «εμπλεκόμενο» σε αυτό το σκηνικό έντασης.

Το ενδιαφέρον εστιάζεται στη δημοσκοπική αποτύπωση της παραίτησης Τσίπρα και της προαναγγελίας νέου φορέα από τον ίδιο, με το κυβερνητικό «βλέμμα» να στρέφεται στις ανακατατάξεις που θα προκύψουν στους ψηφοφόρους της κεντροαριστεράς και στην επίδραση, που θα υπάρξει στον χώρο των αναποφάσιστων και κυρίως, του μεσαίου χώρου. 

Στο «τραπέζι» θα επανέλθει και η σύγκριση των προσώπων και του τελικού απολογισμού της διακυβέρνησης Μητσοτάκης απέναντι στην πρωθυπουργία Τσίπρα.

Η υπενθύμιση του ποιος είναι ο Αλέξης Τσίπρας θα γίνει διαρκής τους επόμενους μήνες και θα προστεθεί στην κυβερνητική στρατηγική αποδόμησης του ΠΑΣΟΚ ως εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, με το Μέγαρο Μαξίμου να επιχειρεί το επόμενο διάστημα, όταν θα περνούν σε φάση υλοποίησης τα μέτρα της ΔΕΘ, να απευθυνθεί στη μεσαία τάξη, με αιχμή της κυβερνητικής ατζέντας, την οικονομία.