Η Ελλάδα στις εθνικές οδούς αναστενάζει. Μίζερες γιορτές καθώς η εξουσία των τρακτέρ έκανε κατοχή στους δρόμους που ανήκουν σε όλους μας, μετατρέποντάς τους σε πορεία Γολγοθά.
Το ντεκόρ συνθέτει το αργόσυρτο κομβόι των ταλαιπωρημένων οδηγών από παράδρομους αλλά και χωματόδρομους. Οι φωνές αγωνίας των ξενοδόχων που μιλούν για αλγεινή κατάσταση, καθώς σε κάποιους χειμερινούς προορισμούς οι κρατήσεις έπεσαν στο 50%. Αντίστοιχη θα είναι και η αναμενόμενη πτώση στις τοπικές επιχειρήσεις εστίασης, παραδοσιακών προϊόντων κ.λπ. αλλά και στους εργαζόμενους.
Και δεν είναι η ταλαιπωρία, το άγχος, η αγανάκτηση. Είναι όπως γράψαμε, και τα περίπου 8 εκατομμύρια που χάνει το κράτος την ημέρα, και τα πολύ περισσότερα που θα χάσει από ΦΠΑ τις γιορτινές ημέρες. Χρήματα που θα επιδράσουν αρνητικά στη δυνατότητα των μελλοντικών παροχών.
Και βέβαια σε αυτό το σκηνικό ίσως περάσουν απαρατήρητες οι όποιες αυξήσεις που θα λάβει ο ιδιωτικός τομέας τον Ιανουάριο από τη μείωση της φορολογίας, και ήδη έλαβε ο δημόσιος που προπληρώνεται, όπως και οι συνταξιούχοι.
Ίσως βέβαια και αυτό να επιδιώκουν οι δυνάμεις που τους καθοδηγούν, με στόχο την δυσχέρεια και απώτερο στόχο την πτώση της κυβέρνησης. Νόμιμος φυσικά στόχος, αρκεί να μη γίνεται με ανέντιμα μέσα. Αντί προγραμμάτων που θα πείσουν για την κυβερνητική τους επάρκεια, να χρησιμοποιούν ως πολιορκητικό κριό τους αγρότες και ως ανίσχυρο θύμα τους την κοινωνία.
Η οποία κοινωνία καθόλου δεν πρέπει να διαμαρτύρεται. Σε ποσοστό 80% θεωρούσε δίκαια τα αιτήματα των αγροτών (ακόμη και τον διπλασιασμό των αγροτικών συντάξεων, που η υπόλοιπη κοινωνία ποτέ δεν θα δει στις δικές της), ενώ περίπου ένας στους δύο επιδοκίμαζε ή δικαιολογούσε τις καταλήψεις αεροδρομίων και λιμανιών.
Με τέτοιο… ρωμαλέο και αγωνιστικό φρόνημα που υποδέχτηκε την αντικοινωνική συμπεριφορά των αγροτών, δεν δικαιούται να αγανακτεί όταν αυτοί την χρησιμοποιούν ως υποχείριο για να εκβιάσουν την κυβέρνηση. Ο λαός το λέει συνοπτικά: Ηθελές τα και παθές τα.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση προετοίμασε τον εγκλωβισμό της. Αφέθηκε μακαρίως στην εκκόλαψη του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ με την αμεριμνησία ότι πάντα έτσι ήταν. Και όντως πάντα έτσι ήταν, αλλά αυτή τη φορά δεν ήταν έτσι η επίμονη Ρουμάνα εισαγγελέας.
Και φυσικά δεν είναι κατανοητή η ρήση του Πρωθυπουργού στο υπουργικό συμβούλιο ότι η κυβέρνηση δεν θα υποκύψει στους εκβιασμούς. Ο δρόμοι άλλα μας λένε.
Οι αγρότες δεν έχουν μόνο την «αγαθή» και ανυποψίαστη υποστήριξη της κοινωνίας, η οποία είναι αμφίβολο εάν έχει διαβάσει τα αιτήματά τους. Έχουν και τη συνηγορία των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Λογικό και αυτό, πόσο μάλλον για το ΠΑΣΟΚ που κάποτε τους είχε ανακηρύξει ως τη «ραχοκοκαλιά του Κινήματος». Μόνο που η στήριξη δεν μπορεί να παραγνωρίζει την πραγματικότητα και να μας την παρουσιάζει με παραμορφωτικό φακό, όταν έχουμε μάτια και βλέπουμε.
Τι τον ήθελε ο εκπρόσωπος τύπου Κώστας Τσουκαλάς τον εκθειασμό ότι «Οι αγρότες δείχνουν πολύ μεγάλη ωριμότητα και φαίνεται πως οι ίδιοι θα διευκολύνουν τη διέλευση, έχοντας αντιληφθεί ότι πρέπει να έχουν την κοινωνία μαζί τους»;
Μάλλον το είπε ως έμμεση προτροπή, ένα χάιδεμα για την «ωριμότητά» τους, επειδή το ΠΑΣΟΚ δεν έχει το σθένος να ταχθεί κατά των αποκλεισμών των δρόμων μήπως δυσαρεστήσει τους αγροτοσυνδικαλιστές. Ο ίδιος επανέλαβε και τη μόνιμη καραμέλα, που τη διαβάζουμε και στα άρθρα κάθε «προοδευτικού» αρθρογράφου, ότι η κυβέρνηση επιδιώκει τον «κοινωνικό αυτοματισμό».
Κατ’ αρχάς έχει άγνοια κινδύνου χρησιμοποιώντας τον φορτισμένο όρο. Τον «κοινωνικό αυτοματισμό» τον εισήγαγε στην πολιτική ζωή το δικό του κόμμα ως κυβέρνηση, όταν ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Ρέππας, δικαιολόγησε αντιδράσεις επαγγελματιών, πάλι κατά των αγροτών.
Είχε δίκιο ο Ρέππας. Ο κοινωνικός αυτοματισμός δεν διατάσσεται. Δημιουργείται αυτογενώς στο δρόμο, εκεί που ο πολίτης αγανακτεί από το τραμπούκικο κλείσιμο των δρόμων, από ανθρώπους που κατά τα άλλα απαιτούν να επιδοτηθούν από τους φόρους αυτών των οποίων εμποδίζουν τη μετακίνηση.
Δημιουργείται στα άδεια δωμάτια των χειμερινών προορισμών, αυτές τις κρίσιμες ημέρες που περίμεναν να είναι οι πλέον κερδοφόρες όλης της χρονιάς.
Δημιουργείται στις ταβέρνες, τα εστιατόρια, τα καφέ, που και αυτά περίμεναν με προσμονή τους επισκέπτες, καθότι αυτοί οι χειμερινοί προορισμοί δεν έχουν την χρονική έκταση των καλοκαιρινών. Περιμένουν τις γιορτές και τα τριήμερα.
Γεννιέται στις νταλίκες, στους ιδιοκτήτες τους και τους οδηγούς τους, όπως και στους επαγγελματίες που περιμένουν τα προϊόντα που καθυστερούν. Και βεβαίως γεννιέται στους έννοους πολίτες, οι οποίοι βλέπουν ότι όλες οι άλλες επαγγελματικές τάξεις, όταν απεργούν στερούν από την κοινωνία το προϊόν της εργασίας τους. Σχεδόν μόνο οι αγρότες της στερούν κάθε χειμώνα τους δρόμους.
