Ο «αέρας» στις δημοσκοπήσεις και η στρατηγική απέναντι στην τριπλή πρόκληση

Ο «αέρας» στις δημοσκοπήσεις και η στρατηγική απέναντι στην τριπλή πρόκληση

Ένα τρίπτυχο προκλήσεων, με ξεχωριστές αναφορές στο εσωτερικό και το διεθνές περιβάλλον, έχει ενώπιον της η κυβέρνηση, που τους επόμενους μήνες καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην υλοποίηση των δεσμεύσεών της, τις προσδοκίες των πολιτών, αλλά και τη ρευστότητα στο παγκόσμιο σκηνικό.

Χαρακτηριστικό είναι ότι την ώρα, που στη Βουλή αποσφραγιζόταν η δικογραφία για τα Τέμπη, ανοίγοντας ένα νέο κύκλο πολιτικής αντιπαράθεσης, ο πρωθυπουργός βρισκόταν στο βήμα της συνόδου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, κάνοντας λόγο για καιρούς αβεβαιότητας και αναστάτωσης και για σταυροδρόμι τεκτονικών γεωπολιτικών και οικονομικών ανακατατάξεων, φέρνοντας σε πρώτο πλάνο την ανάγκη διατήρησης της σταθερότητας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε την παράταξή του ως «πυλώνα της πολιτικής σταθερότητας και δημιουργό της οικονομικής ευημερίας» στην Ελλάδα, καταθέτοντας την πρότασή του για την επόμενη ημέρα στην Ευρώπη που, όπως είπε, πρέπει να μετεξελιχθεί σε ένα «εργοστάσιο ανάπτυξης».

Σε ευρωπαϊκό περιβάλλον, ο κ. Μητσοτάκης επανάφερε το θέμα των μεταρρυθμίσεων, κάνοντας λόγο για «βαθιά μεταμόρφωση» της χώρας, αλλά και για δημοσιονομική υπευθυνότητα, που οδήγησε σε πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% το 2024. «Οι μεταρρυθμίσεις φέρνουν ευημερία» ήταν το «μότο» του πρωθυπουργού, ο οποίος ζήτησε εκ νέου βήματα για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, με ιδιαίτερη έμφαση στην ενέργεια, αλλά και την άμυνα, την ώρα που η χώρα κάνει ήδη χρήση της ρήτρας διαφυγής.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε κι ένα αμιγώς πολιτικό μήνυμα, με αποδέκτες και εντός συνόρων, καθώς στο εσωτερικό η πολιτική αντιπαράθεση διευρύνεται και εξελίσσεται πλέον και στο πεδίο της οικονομίας. «Πρέπει να πολεμήσουμε τους λαϊκιστές σε τοπικό επίπεδο και πρέπει να προβάλουμε ένα διαφορετικό όραμα για μια ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς που δεν θα αφήνει κανέναν πίσω» είπε χαρακτηριστικά, δίνοντας το ευρύ στίγμα και της συζήτησης, που θα ανοίξει τους επόμενους μήνες στο εσωτερικών, με αιχμή την οικονομία.

Η κυβέρνηση προχωρά με πρώτο χρονικό ορόσημο για το επόμενο διάστημα, τον Σεπτέμβριο και τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Με τις δημοσκοπήσεις να βάζουν θετικό πρόσημο στον αντίκτυπο των μέτρων, που έχουν ήδη ανακοινωθεί και ταυτόχρονα να καταγράφουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αναμένει να υπάρξει συνέχεια –το 82% των ερωτηθέντων στην έρευνα της Pulse δηλώνει ότι συμφωνεί με τη συνέχεια των μέτρων- η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να ανακτά έστω και με αργό ρυθμό δυνάμεις.

Απέναντί της, οι ανακατατάξεις στην αντιπολίτευση συνεχίζονται, με την Πλεύση Ελευθερίας να δείχνει σημάδια οριακής αποδυνάμωσης, διατηρώντας ωστόσο τη δεύτερη θέση, καθώς το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί έως τώρα να καταγράψει δυναμική και τον ΣΥΡΙΖΑ να παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλές επιδόσεις. Και σε αυτή την δημοσκόπηση, η «γκρίζα ζώνη» αναδεικνύεται σε καταλυτικό ρυθμιστή, μια ευρεία βάση στην οποία η κυβέρνηση στοχεύει να απευθυνθεί. 

Το κρίσιμο «μπρα ντε φερ» στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό εξελίσσεται ήδη στη Βουλή και αφορά στη δικαστική εξέλιξη, με πρωταγωνιστές πολιτικά πρόσωπα πλέον, της τραγωδίας των Τεμπών. Η δικογραφία είναι πλέον προσβάσιμη στους βουλευτές, με την κυβέρνηση να καθορίζει τη στρατηγική της, καθώς προεξοφλείται από την αντιπολίτευση η πρόταση για σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τον Κώστα Καραμανλή.

Επί της αρχής, η κυβέρνηση προτάσσει το «μοντέλο Τριαντόπουλου», δηλαδή την παραπομπή στη φυσική Δικαιοσύνη, που όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, αποτελεί οδηγό στη διερεύνηση του δυστυχήματος των Τεμπών.

«Κρατάμε τη μεγάλη εικόνα, ότι δηλαδή δεν πρόκειται να σταθούμε εμπόδιο στη διερεύνηση οποιασδήποτε πτυχής της υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη» δηλώνουν χαρακτηριστικά και απαντούν ότι αν επιλέξουν κάποια κόμματα να πολιτικοποιήσουν την υπόθεση θα κριθούν για τις επιλογές τους. Επισημαίνουν, δε –κι αυτό θα αποτελεί κεντρικό επιχείρημα για την κυβέρνηση-ότι τις τελευταίες εβδομάδες σταμάτησε η συζήτηση από την αντιπολίτευση για τα ξυλόλια και τη συγκάλυψη, καθώς κατέρρευσαν οι θεωρίες συνωμοσίας.

Παράλληλα, όμως, αναμένεται τα κυβερνητικά στελέχη να μην υποβαθμίσουν την περίπτωση της σύμβασης 717, σχολιάζοντας ότι πρόκειται για ένα «παρεπόμενο οικονομικής φύσεως ζήτημα».

Το Μέγαρο Μαξίμου θα επιμείνει στη διαμόρφωση μιας συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας, που θα αφορά στην οικονομία και την καθημερινότητα, με στόχο οι κοινοβουλευτικές εξελίξεις αυτή τη φορά να μην επισκιάσουν τις κυβερνητικές δράσεις.