Ο Μπένζαμιν Νετανιάχου εξελέγη, για πρώτη φορά, πρωθυπουργός του Ισραήλ το 1996 και παραμένει πρωθυπουργός από το 2009, σχεδόν αδιάλειπτα, μέχρι σήμερα. Είναι ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του Ισραήλ.
Αυτό από μόνο του αποδεικνύει το μεγάλο πολιτικό του ταλέντο. Η δε πρωθυπουργία του έχει συνδεθεί με την οικονομική άνθιση του Ισραήλ, μακριά από τις σοσιαλιστικές αγκυλώσεις των πρώτων δεκαετιών από την ίδρυσή του.
Σε ένα πολυδιασπασμένο κομματικό σκηνικό, ο Νετανιάχου έχει καταφέρει να παραμένει στο επίκεντρο της ισραηλινής πολιτικής σκηνής, καθώς γύρω από τον ίδιο διαμορφώνονται εναλλασσόμενοι κυβερνητικοί συνασπισμοί, με κέντρο βάρος άλλοτε στα αριστερά και άλλοτε στα δεξιά του.
Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με το τελευταίο του επίτευγμα. Είναι γνωστό ότι η προσωπική του χημεία με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δεν είναι η καλύτερη δυνατή.
Είναι, επίσης, αλήθεια ότι ο Τραμπ επιχείρησε να τον παρακάμψει στις σχέσεις του με τους Άραβες συμμάχους της Αμερικής αλλά και για την επόμενη μέρα στη Συρία.
Όμως, εν τέλει ο Νετανιάχου φαίνεται να έχει τον τελευταίο λόγο. Με μια ριψοκίνδυνη αλλά καλά σχεδιασμένη κίνηση, η επίθεση που εξαπέλυσε στο Ιράν, εγκλώβισε την Αμερική του Τραμπ σε μια πορεία που οδηγεί νομοτελειακά στην παρέμβαση των Αμερικανών σε βάρος του Ιράν.
Η στρατιωτική επιτυχία των Ισραηλινών, που έχουν το πάνω χέρι στη σύγκρουση με το Ιράν, αλλά και η δεξιοτεχνία του Νετανιάχου στην αξιοποίηση του φιλο-ισραηλινού λόμπυ στην Ουάσινγκτον μπορεί να οδηγήσουν σε μια μεγάλη και ιστορική στρατηγική νίκη του Ισραήλ και σε μια αναδιάταξη της Μέσης Ανατολής υπέρ του.
Ο Νετανιάχου γνωρίζει την αμερικανική πολιτική σκηνή όσο λίγοι και συνομιλεί απευθείας με γερουσιαστές, βουλευτές και διαμορφωτές της κοινής γνώμης.
Ο αυτόνομος ρόλος του έφερε, και στο παρελθόν, πολλούς Αμερικανούς προέδρους σε δύσκολη θέση. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο συνδιαλέγεται με τον Τραμπ είναι αξιοπρόσεχτος. Αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι ο πρόεδρος Τραμπ ήρθε στην εξουσία με σημαία να φέρει την ειρήνη στον κόσμο και να μην κάνει επεμβάσεις και πολέμους στο εξωτερικό, όπως έκαναν οι προκάτοχοί του.
Τώρα όλες αυτές οι δεσμεύσεις, που κινητοποίησαν τη βάση των υποστηρικτών του, αμφισβητούνται. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τραμπ βρίσκεται σε δύσκολη πολιτικά θέση καθώς οφείλει να απολογείται στο μέρος της βάσης του που δεν θέλει ξένους πολέμους ακόμα και για χάρη του Ισραήλ.
Από την άλλη, η ευκαιρία που δημιούργησε το Ισραήλ είναι πολύ μεγάλη για να μείνει αναξιοποίητη και ανολοκλήρωτη.
Ζητούμενο παραμένει ο μακροπρόθεσμος στρατηγικός σχεδιασμός και το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο. Πολλοί στη Δύση εμφανίζονται απροβλημάτιστοι για την ιστορία της Μέσης Ανατολής αλλά και τη σωρεία αποτυχημένων ξένων επεμβάσεων σε τρίτες χώρες στο παρελθόν.
Ποια θα είναι η επόμενη μέρα; Κανείς δεν ξέρει. Regime change ή state destruction;
Αλλαγή καθεστώτος ή καταστροφή μιας χώρας; Το καθεστώς των μουλάδων στο Ιράν, που ευθύνεται, σε μεγάλο βαθμό, για την καχεξία μεγάλου μέρους της Μέσης Ανατολής, ουδέποτε ήταν πιο αποδυναμωμένο, από την εποχή που είχε δεχτεί επίθεση από το Ιράκ το 1980.
Θα αντέξει ή θα καταρρεύσει; Και τι θα το διαδεχτεί; Και πως θα λειτουργήσουν οι φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό του πολυεθνικού Ιράν με τη μεγάλη αζέρικη, κουρδική και αραβική μειονότητα;
Και πόσο σοβαρά μπορεί να πάρει κανείς τον τρέχοντα σχεδιασμό, όταν ήδη ο γιος του Σάχη προβάλει ως διάδοχη κατάσταση; Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά υπάρχει επίγνωση και πρόβλεψη για την αποφυγή των κινδύνων που η επόμενη μέρα της στρατιωτικής νίκης μπορεί να φέρει.
*Δημήτρης Καιρίδης, Βουλευτής ΝΔ στη βόρεια Αθήνα και πρώην υπουργός