Μετά τη ΔΕΘ

Μετά τη ΔΕΘ

Των Γιάννη Μαστρογεωργίου και Γιώργου Παπούλια*

Τα πολιτικά μηνύματα και η στρατηγική των δύο μεγάλων κομμάτων έτσι όπως αποκρυσταλλώθηκαν από την παρουσία των δύο αρχηγών είναι σαφή και θα καθορίσουν το πολιτικό σκηνικό εφεξής.

Ο Πρωθυπουργός δεν χωρά αμφιβολία ότι έχει σκοπό να παίξει το μεγάλο χαρτί της θητείας του που είναι το χρέος και μία – έστω και υποτυπώδη – συμφωνία με τους εταίρους μας για τη διαχείριση του. Η τακτική του κ. Τσίπρας είναι να πάρει κάτι…κάποτε…αλλά σχετικά σύντομα για το χρέος. Γνωρίζει ότι η προοπτική για κάτι τέτοιο δεν είναι εμφανής στο άμεσο μέλλον και για αυτό θα συνεχίσει την αργόσυρτη διαδικασία της διαπραγμάτευσης – αξιολόγησης – συζήτησης με τους Θεσμούς.

Είναι λογικό πως ο κ. Τσίπρας δεν ήθελε να στιγματιστεί η παρουσία στου στη ΔΕΘ από μία έμμεση παραδοχή ήττας στο σχεδιασμό για το χρέος. Αυτό το διεκπεραίωσε αντ αυτού ο κ. Δραγασάκης… Ο κ. Δραγασάκης τόνισε ότι δεν μπορεί να υπάρξει άμεσα μεγάλη απομείωση του χρέους και πως η διαδικασία ρύθμισής του εξ ορισμού πάει πέρα από το 2018. Κατόπιν αυτών η Κυβέρνηση προσανατολίζεται προς μία ακόμα «προσωρινή» λύση στη συζήτηση για το χρέος. Μία λύση παρόμοια με αυτή που υπογράμμισε ο Επίτροπος κ. Μοσκοβισί που δήλωσε ότι η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα απασχολήσει την Ε.Ε μόνο όταν θα έχει ολοκληρωθεί η Β' Αξιολόγηση και πως, ο ESM ήδη κάνει προσπάθειες να βελτιώσει το προφίλ αποπληρωμής του χρέους της Ελλάδας και να μειώσει τον κίνδυνο των επιτοκίων. Όπως επεσήμανε, η ΕΕ μπορεί να συζητήσει στο μεσοπρόθεσμο διάστημα την επέκταση της ωρίμανσης των δανείων του EFSF. Η κυβέρνηση λοιπόν θα προτάξει την σημαντικότητα και την επιτακτική ανάγκη βραχυπρόθεσμων διευθετήσεων για το χρέος, δηλαδή την επιδίωξη να διατηρείται η εξυπηρέτησή του σε διαχειρίσιμα επίπεδα, έως ότου υπάρξει μια γενικευμένη ρύθμιση για το ευρωπαϊκό χρέος.

Αυτό που εξετάζει ήδη ο ESM, δηλαδή ,παρεμβάσεις που δεν θα επιβαρύνουν τις χώρες της ευρωζώνης και που έτσι δεν θα προκαλέσουν αντιδράσεις από το Βερολίνο και όμορες δυνάμεις.

Είχαμε αναφέρει σε προηγούμενο Δελτίο, ότι η Β' Αξιολόγηση θα δρομολογηθεί μετά το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς προτεραιότητα του Κυβερνώντος κόμματος είναι η εξύφανση ενός νέου πειστικού αφηγήματος. Το νέο αυτό αφήγημα έχει στοιχεία από προηγούμενα (φταίνε οι προηγούμενοι) και νέα υλικά (μέτωπο της Μεσογείου – διαπραγμάτευση για το χρέος). Επειδή, όμως, χρειάζεται χρόνος για την έναρξη της διαπραγμάτευσης για το χρέος, καθώς οι εκλογές σε Γαλλία και Γερμανία μπλοκάρουν κάθε ουσιαστική συζήτηση, η Κυβέρνηση θα παίζει καθυστερήσεις σε όλα τα μέτωπα. Θα υλοποιεί σταδιακά, θα διαπραγματεύεται οριακά, θα συμφωνεί σε μερικά. Πρόκειται για ένα ακόμα ρίσκο που αναλαμβάνει ο Πρωθυπουργός, καθώς όσο περνά ο καιρός και αρχίζει η προεκλογική ατμόσφαιρα σε Γαλλία και Γερμανία να ηλεκτρίζεται, τόσο πιο δύσκολη θα γίνεται η προσπάθεια του για μία ουσιαστική συζήτηση για το χρέος.

Από την άλλη, ο Αρχηγός της ΝΔ κατέστησε σαφές, ότι θα πάει σε μία μετωπική σύγκρουση με το ΣΥΡΙΖΑ και τον Πρωθυπουργό. Η εικόνα που εξέπεμψε ο κ. Μητσοτάκης ήταν ενθαρρυντική, κυρίως ως προς τις δόσεις ειλικρίνειας που θέλησε να προσδώσει στο λόγο του. Επειδή, όλα στην πολιτική είναι συγκριτικά, ο κ. Μητσοτάκης υπερίσχυσε του Πρωθυπουργού γιατί η προεκλογική αμετροέπεια του προγράμματος Θεσσαλονίκης πριν από δύο χρόνια, ήταν μία άμεση και εύκολη σύγκριση που ο Αρχηγός της ΝΔ δεν έχασε την ευκαιρία να την εκμεταλλευθεί προς όφελος του. Ο λόγος του κ. Μητσοτάκη ήταν έντονα φιλελεύθερος και αντιλαικίστικός, στήριξε το ιδεολογικό πλαίσιο που πιστεύει και ήταν σίγουρος για τις προτεραιότητες του. Το πρόβλημα, όπως έχουμε υπογραμμίσει και παλαιότερα, είναι το κουρασμένο σκαρί του κομματικού κορμού της ΝΔ που τρίζει σε κάθε προσπάθεια επιτάχυνσης…

Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσουμε και ένα κενό. Ο Πρόεδρος της ΝΔ δεν έδωσε κάποιο απτό στίγμα της εξωτερικής πολιτικής που προτίθεται να ακολουθήσει.

Σενάριο εκλογών;

Άποψη μας είναι ότι η βούληση της Κυβέρνησης είναι να αποφύγει τις εκλογές. Να συνεχίσει εωσότου έχει κάτι απτό και θετικό να παρουσιάσει στους πολίτες. Βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων όσο και αν αυτό φανεί παράδοξο, η Κυβέρνηση διατηρεί αξιοσημείωτη αντοχή. Στην έρευνα του ΠΑΜΑΚ για τον Σκάι προ 10 ημερών στην ερώτηση για την εκτίμηση αισιοδοξίας – απαισιοδοξίας των πολιτών, ένα διόλου ευκαταφρόνητο 28.5%, περίπου 1 στους 3 Έλληνες, δηλώνουν ότι η κατάσταση τους θα είναι ίδια το επόμενο διάστημα. Αυτό το ποσοστό υποκρύπτει μία έμμεση πεποίθηση μερίδας των πολιτών ότι πιάσαμε πάτο και δεν έχει παρακάτω. Μία τέτοια πεποίθηση συνιστά μεγάλο πλεονέκτημα για μία μνημονιακή κυβέρνηση, όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς φαίνεται ότι οι πολίτες σε κάποιο βαθμό έχουν ενσωματώσει και χωνέψει τα δύσκολα μέτρα, αποδεχόμενοι το αναπόφευκτό.

Οι αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ είναι αξιοπρόσεκτες. Το κόμμα δουλεύει ακόμα σε επίπεδο αντιδραστικής μικροαφήγησης. Για κάθε λάθος της Κυβέρνησης ανασύρεται από το παρελθόν ένα παρόμοιο λάθος των προηγούμενων. Η τακτική αυτή είναι πρόσκαιρα χρήσιμη, αλλά δεν μπορεί να έχει βάθος ούτε διάρκεια. Προς το παρόν συγκρατεί τις πιστές στο ΣΥΡΙΖΑ δυνάμεις της αστικής κυρίως παρουσίας του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα «διαβασμένο» κόμμα ως προς τις κοινωνικές αλλαγές και την πολιτική κινητικότητα που εξελίσσεται. Τουλάχιστον έως πρόσφατα τα έπιανε τα μηνύματα και τα εκμεταλλευόταν προς όφελος του. Δεν θα πράξει τα λάθη άλλων κυβερνήσεων που είτε υπερεκτίμησαν τις δυνάμεις τους είτε δεν αφουγκράστηκαν τα υπόγεια ρεύματα των αλλαγών και των μετατοπίσεων. Μόλις αντιληφθεί η Κυβέρνηση ότι βρίσκεται σε καθοδική και ανεπίστρεπτη πορεία πχ κάτω από το 20%, θα προκηρύξει εκλογές διάσωσης και περιορισμού της ζημιάς.

Η χρονική διάρκεια της καταγραφόμενης στις πρόσφατες μετρήσεις «αντοχής», θα εξαρτηθεί κι από την εξέλιξη και διαχείριση παλιών (προσφυγικό) αλλά και νέων (Attica Bank) βαρών. Υποθέσεις που αφενός επιβαρύνουν το ήδη τοξικό τοπίο όσων διαδραματίζονται στα νησιά του βορείου Αιγαίου, όπως τα πρόσφατα αποτρόπαια επεισόδια στη Μόρια, ρίχνοντας νερό στον τρεχούμενο μύλο της Χρυσής Αυγής και αφετέρου επισκιάζουν με σκανδαλώδη τρόπο την όποια χαραμάδα φωτός πήγε να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση από τον αμφιλεγόμενο διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών που βρίσκεται ακόμη σε …ταμειακή αλλά και θεσμική εκκρεμότητα. 

ΤτΕ: Το μαρτύριο της σταγόνας και η ασπίδα της ΕΚΤ

Η κλιμακούμενη διένεξη, τουλάχιστον έτσι όπως καταγράφεται σε επίπεδο δημοσιότητας, μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, εκτός όλων των άλλων, αναδεικνύει το μείζον πρόβλημα αποδοχής, σεβασμού και λειτουργίας των λεγόμενων «ανεξάρτητων» θεσμών, στην διοίκηση του κράτους και τη λειτουργία του πολιτεύματος στη χώρα μας, κατά τα πρότυπα των σύγχρονων δημοκρατιών της Ευρώπης και γενικότερα του αναπτυγμένου κόσμου.

Πριν ακόμα εκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση άλλωστε, είχε εκφράσει με κάθε τρόπο την κάθετη διαφωνία του με την παραμονή στην διοίκηση της ΤτΕ του τρέχοντος διοικητή, καθηγητή Γιάννη Στουρνάρα, προαναγγέλλοντας μάλιστα και την αντικατάσταση του, παρά τις σαφείς θεσμικές δικλείδες που ορίζει ο κανονισμός λειτουργίας των Κεντρικών Τραπεζών που συμμετέχουν στην Ευρωζώνη και υπάγονται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τελικώς, ως κυβέρνηση πια ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί και στην συγκεκριμένη εξαγγελία του, μπροστά στις σοβαρές επιπτώσεις που θα είχαν τυχόν «άτσαλες» κυβερνητικές ενέργειες από πλευράς ΕΚΤ αλλά ως ένα βαθμό  χάρη και στην επιμονή που επέδειξε ο πρώην υπουργός Οικονομικών.

Ταυτόχρονα όμως με αυτή την αναδίπλωση της απευθείας αντικατάστασης, ξεκίνησε και συνεχίζεται διαρκώς μέχρι και σήμερα, η διαδικασία πρόκλησης πιθανής …εθελούσιας αποχώρησης του κεντρικού τραπεζίτη, μέσα από την αξιοποίηση διαφόρων «εργαλείων» που διαθέτει στα χέρια της η εκάστοτε κυβέρνηση, ενός κράτος που εξαρτώνται ακόμα και στοιχειώδεις λειτουργίες του από την εκτελεστική εξουσία. Πολλές τέτοιες ενέργειες έχουν αναδειχθεί στο προσκήνιο, εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς αντίστοιχες δραστηριότητες στο παρασκήνιο, οι οποίες –μέχρι στιγμής τουλάχιστον- δεν έχουν πετύχει το σκοπό τους.

Η κυριότερη –δημόσια τουλάχιστον- κατηγορία που προσάπτουν στον κ. Στουρνάρα κυβερνητικά στελέχη αλλά και κομματικά όργανα και ΜΜΕ που τον αντιμάχονται, είναι η συμμετοχή του στην κυβέρνηση Σαμαρά (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ) και η θητεία του στο Υπουργείο Οικονομικών, από την οποία όμως ο σημερινός διοικητής της ΤτΕ κατάφερε να κερδίσει τόσο την εμπιστοσύνη των θεσμών και των εταίρων όσο και να διατηρεί υψηλά ποσοστά δημοφιλίας -τουλάχιστον έτσι όπως καταγράφονται από τις μετρήσεις κοινής γνώμης. Οι δε καθημερινές σχεδόν αντιπαραθέσεις με μέλη των κοινοβουλευτικών ομάδων των τότε συγκυβερνώντων κομμάτων μάλλον απομάκρυναν το όποιο πολιτικό προφίλ συνεπαγόταν η θέση του, έναντι του τεχνοκρατικού, την στιγμή που σήμερα στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συμμετέχουν υπουργοί «μνημονιακών» κυβερνήσεων.

Άρα, πίσω από την κυβερνητική εμμονή απέναντι στην διοίκηση της ΤτΕ, ξεδιπλώνεται η θεσμική ανωριμότητα πλήρους ένταξης, αναγνώρισης και σεβασμού, ανεξάρτητων θεσμών, στη λειτουργία του κομματο-πρωθυπουργο-κεντρικού μας πολιτεύματος. Πλείστα παραδείγματα άλλωστε έρχονται να επιβεβαιώσουν την τεράστια σύγκρουση κουλτούρας και νοοτροπίας στο συγκεκριμένο τομέα (Γεν. Γραμματεία Εσόδων, ΕΣΡ, Διοικήσεις Νοσοκομείων, Οργανισμών κλπ) όπου δεν υπήρξαν οι δικλείδες ασφαλείας της ΕΚΤ και τελικώς επιβλήθηκε η «κομματική τάξη».

Η επιχείρηση διεμβολισμού της ΤτΕ και η προσπάθεια υπέρβασης της ευρωπαϊκής θεσμικής τάξης, μεγαλώνουν το έλλειμμα αξιοπιστίας της Ελληνικής Δημοκρατίας με μεγάλες συνέπειες για το επενδυτικό κλίμα που προσπαθεί να διαμορφώσει η χώρα.

Η νέα στρατηγική της ΕΕ

Μετά το Brexit η ΕΕ χρειάζεται ένα νέο σχέδιο πορείας. Την περασμένη εβδομάδα δύο γεγονότα έδωσαν το στίγμα της νέας αυτής πορείας. Η ομιλία του Προέδρου της Επιτροπής κ. Γιούνκερ στο Ευρωκοινοβούλιο και η Σύνοδος στην Μπρατισλάβα.

Πρόκειται για δύο ασπιρίνες…

Ο διπλασιασμός των κονδυλίων του επενδυτικού Ταμείου που πρότεινε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ασφαλώς θα αποτελέσει σημαντική εξέλιξη, αλλά δεν λύνει τα δομικά προβλήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπη σήμερα η ΕΕ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση όντως προσέφερε στους λαούς των κρατών μελών που την απαρτίζουν, μία μακρά περίοδο ασφάλειας και ευημερίας Πλην, όμως, αμφότερα τα στοιχεία αυτά τίθενται σήμερα υπό αμφισβήτηση και πιο πολύ η ευμάρεια των λαών της.

Στο οικονομικό πεδίο, χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, παρά την πρωτοφανή νομισματική χαλάρωση που εφαρμόζει η ΕΚΤ, και υψηλά επίπεδα χρέους και ελλειμμάτων ταλαιπωρούν τα Κράτη κυρίως του Νότου. Η Σύνοδος της Μεσογείου σε αυτό το σημείο πρέπει να τονίσουμε ότι δεν στάθηκε ικανή να προκαλέσει μία ουσιαστική εναλλακτική πρόταση στη Σύνοδο των ηγετών. Εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε ότι αποτέλεσε μία τυπική κοινωνική συνεύρεση.

Στο πεδίο της ασφάλειας, τόσο το κύμα ισλαμικής τρομοκρατίας όσο και η προσφυγική κρίση δοκιμάζουν τις θεμελιώδεις αρχές και αξίες της Ένωσης. 

Ο πυρήνας των προτάσεων Γιούνκερ είναι μία αναμασημένη πρόθεση: «περισσότερη Ευρώπη». Η βούληση περί δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατού, περί «ευρηματικής ευελιξίας στην εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων, έρχονται αντιμέτωπες με την πραγματικότητα της άρνησης Κρατών να συναινέσουν σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες του παρελθόντος. Είναι αδύνατο να προχωρήσει η ιδέα ενός ευρωπαϊκού στρατού ή ενός ταμείου Άμυνας, όσο τα ευρωπαϊκά συμφέροντα θα περιορίζονται στις εθνικές προτεραιότητες των ισχυρότερων χωρών μελών.

Είναι αδύνατον η ΕΕ να αποκτήσει κοινά αποδεκτούς κανόνες δημοσιονομικής πολιτικής όταν χώρες με δυσθεώρητο ύψος χρέους και ελλείμματα, όπως η Ιταλία του κ. Ρέντσι ζητά χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας, ώστε να διευρύνει ακόμα περισσότερο το έλλειμμα! Από πού θα βρει τα χρήματα; Με τι κόστος; Αν οι αγορές αντιληφθούν έναν ακόμα δημοσιονομικό εκτροχιασμό στην ΕΕ, ποιες θα είναι οι συνέπειες άραγε για τις οικονομίες της Ευρωζώνης;

Στην Μπρατισλάβα η στρατηγική δυστοκία επικράτησε. Το όραμα των ηγετών περιορίστηκε στην εξέλιξη της ΕΕ σε μια ένωση ασφάλειας. Δεν στάθηκε ικανή να προκαλέσει συζήτηση και αλλαγή της ρότας σε κάτι βαθύτερο όμως για τους πολίτες. Έχουν αφήσει αυτή τη συζήτηση να εκκρεμεί μέχρι το Δεκέμβριο .

Ας διευρύνουμε τη σκέψη μας. Ο στόχος θα πρέπει να είναι όχι μόνο η ΕΕ, αλλά η Ευρώπη στο σύνολό της. Και η αποστολή θα πρέπει να είναι η ευελιξία όχι μόνο εντός των συνθηκών, αλλά και μέσα από μια νέα δομή στην οποία μπορεί να οργανωθεί η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ευέλικτη ολοκλήρωση είναι πλέον μία οραματική και τεκμηριωμένη λύση, εάν όλες οι χώρες δεν μπορούν να συμφωνήσουν.

Πρώτο και αδιαπραγμάτευτο επίπεδο ενοποίησης θα είναι για τα δικαιώματα και τη Δημοκρατία, όπως ορίζονται από το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Το επόμενο επίπεδο ολοκλήρωσης θα είναι η οικονομική ολοκλήρωση, όπως κατοχυρώνεται σήμερα στην ενιαία αγορά της ΕΕ και η σύνδεσή της με τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, που περιλαμβάνει τα κράτη μέλη της ΕΕ συν την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν τη Νορβηγία και την Ελβετία.

Το ανώτερο επίπεδο ολοκλήρωσης θα πρέπει να περιλαμβάνει τη νομισματική ένωση, δομές πολιτικής και εσωτερικής ολοκλήρωσης (Σένγκεν, ασφάλεια, άμυνα).

Είναι πιθανό τα επόμενα χρόνια να δούμε μια πανευρωπαϊκή ένωση που θα περιλαμβάνει το σύνολο των κυρίαρχων χωρών της ηπείρου σε διαφορετικά επίπεδα ολοκλήρωσης. Αυτό, όμως, που είναι σίγουρο είναι ότι απαιτείται η μετεξέλιξη του σημερινού χαλαρού πολιτικού και οικονομικού μορφώματος, είτε αυτή αφορά μόνο την Ευρωζώνη είτε συνολικότερα την Ευρώπη.

Αμερικανικές εκλογές: Όλα είναι πιθανά

Ο τελευταίος μήνας έφερε ανακατατάξεις και προβληματισμούς τόσο στους υποψηφίους, όσο και στους δημοσκόπους. 

Η διαφορά μεταξύ Κλίντον - Τραμπ σε εθνικό επίπεδο, μειώθηκε από τις 6-7.6% στο 1.8%, έως και την ισοπαλία. Παράλληλα, μια σειρά δημοσκοπήσεων σε πολιτειακό επίπεδο και κυρίως στις Πολιτείες-κλειδιά, δείχνουν άνοδο των ποσοστών του Τραμπ, επικράτηση σε ορισμένες από αυτές, έστω και με μικρή διαφορά. Τα δε συγκεντρωτικά polls of polls, εξακολουθούν να δείχνουν περισσότερες πιθανότητες επικράτησης της Κλίντον, ορισμένα με μια πτώση, όπως από 90% σε 61% (fivethirtyeight) και άλλα με λιγότερο από 83% σε 73% (NYT The Upshot).

Οι περισσοτέροι αναλυτές συμφωνούν ότι η μάχη θα χαθεί - αν χαθεί - από την Χιλλαρυ Κλίντον και τις αδυναμίες της εκστρατείας της, παρά θα κερδηθεί από τον Τραμπ. Μία από τις προεκτάσεις της ασθένειας της Κλίντον είναι το γεγονός ότι θα ρίξει το βάρος στην επιλογή για Αντιπρόεδρο. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους δύο υποψήφιους Αντιπροέδρους είναι ότι ο υποψήφιος με την Κλίντον έχει και προηγούμενη στρατιωτική εμπειρία με ό,τι αυτό σημαίνει.

Εκτός των προεκτάσεων με την διαχείριση της περιπέτειας της υγείας της ή την προσβλητική έκφραση που χρησιμοποίησε για τους ψηφοφόρους του Τραμπ, -deplorable (φαύλοι) -  αυτό που παρατηρήθηκε είναι η μείωση της απήχησης της στους νέους.  Το  1/3 των κάτω των 35 ετών δηλώνει ότι θα προτιμήσει υποψήφιο εκτός Δημοκρατικών & Ρεπουμπλικάνων. Από αυτούς δε που θα ψηφίσουν συστημικα κόμματα, μόλις το 30% δηλώνει πρόθεση να ψηφίσει την Κλίντον. Ο Ομπαμα είχε επικρατήσει με διπλάσιο ποσοστό σε αυτή την ομάδα.  Όσο δε ανακάμπτουν τα ποσοστά του Τραμπ, η αυτοσυγκράτηση του θα υποχωρεί. Χαρακτήρισε τον Robert Gates, δηλωμένο ρεπουμπλικάνο, στέλεχος που έχει υπηρετήσει 4 Πρόεδρους και πρώην Υπουργό Άμυνας σαν  ένα κλόουν :"an  absolute clown", γιατί εξέφρασε την άποψη ότι είναι επικίνδυνος και ακατάλληλος για την θέση του Προέδρου των ΗΠΑ,  σε άρθρο του στην WSJ που επίσης περιείχε κριτική και στην Κλίντον, όχι όμως με τέτοια ένταση.

Όσο οι μέρες των εκλογών πλησιάζουν, δεν είναι τυχαίο ότι ενεργοποιούνται ενεργά στην εκστρατεία των Δημοκρατικών τα δυνατά χαρτιά απήχησης στους πιο αριστερόστροφους νέους, οι γερουσιαστές Sanders και Warren.  Ταυτόχρονα το βαρύ πυροβολικό, η δημοφιλής Μισέλ Ομπάμα, άρχισε τις προεκλογικές της εμφανίσεις δυναμικά υπέρ της Κλίντον, από την άλλη ο ίδιος ο Πρόεδρος Ομπαμα απευθυνόμενος στους αφροαμερικανους, δήλωσε όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται: "Θα είναι προσβολή στην υστεροφημία μου αν δεν ψηφίσετε", "Το όνομα μου μπορεί να μην είναι στο ψηφοδέλτιο, η πρόοδος που έχουμε κάνει όμως ειναι".

Αναμένουμε λοιπόν το πρώτο και πάντα καθοριστικό debate μεταξύ των δυο υποψήφιων την ερχόμενη Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου. Φαίνεται τελικά ότι θα είναι μεταξύ των δυο αφού κάνεις άλλος υποψήφιος δεν φτάνει το 15% στις δημοσκοπήσεις, ποσοστό που επιτρέπει την είσοδο στα εθνικά debates.

 

*Ο κ. Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι Διευθυντής του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Ο κ. Γιώργος Παπούλιας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Συνεργάτης του Δικτύου.

** Το liberal.gr σε συνεργασία με το Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, δημοσιεύει το μηνιαίο Δελτίο Πολιτικής Ανάλυσης του "Δικτύου", αλλά και μελέτες πάνω στα ζητήματα που συνθέτουν το πλαίσιο των σύγχρονων εξελίξεων σε Ελλάδα και Ευρώπη.