«Παράθυρο» για ενίσχυση των πολιτών τόσο κατά το τρέχον όσο και το επόμενο έτος, μέσω του μερίσματος ανάπτυξης, ανοίγει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική».
Όπως αναφέρει στο συγκεκριμένο σημείο της συνέντευξης, «συνεχίζουμε με σταθερά βήματα μπροστά. Με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη κάθε χρόνο η οικονομία θα ενισχύεται και θα διανέμεται ένα μέρισμα ανάπτυξης ιδιαίτερα σε όσους έχουν μεγαλύτερες ανάγκες, όπως έχει συμβεί πολλές φορές μέχρι σήμερα. Κι αυτό θα συμβεί τόσο το 2025 όσο και το 2026». «Η ανάπτυξη θα επιστρέψει στις τσέπες των πολιτών», διαβεβαιώνει.
Σε άλλο σημείο, ο Κ. Χατζηδάκης θίγει ζητήματα που σχετίζονται με το «βαθύ κράτος» και πως σκέπτεται να τα αντιμετωπίσει αυτά η κυβέρνηση (όσα δεν έχουν αντιμετωπισθεί ήδη). Όπως αναφέρει, «εκκρεμότητες υπάρχουν, όπως ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και η αντιμετώπιση σειράς ζητημάτων που έχουν να κάνουν με βαθύ κράτος. Πολλά από τα οποία έχουν, βεβαίως, αντιμετωπιστεί.
Αναφέρω χαρακτηριστικά τη ΔΕΗ και τον ΕΦΚΑ. Μένουν να αντιμετωπιστούν άλλα, όπως ο ΟΣΕ, αλλά και οι ιστορίες καθημερινής τρέλας, όπως το ότι οι κτηματικές υπηρεσίες ζητούν με οθωμανικά φιρμάνια την περιουσία των πολιτών, κόντρα στη νομολογία του Αρείου Πάγου, ή το ότι οι πολεοδομίες τρελαίνουν συχνά τον μέσο Έλληνα πολίτη όταν ο ίδιος προσφεύγει σε αυτές». «Με την αντιμετώπιση των κρατικών παθογενειών ασχολούμαι και θα ασχοληθώ προσωπικά. Είναι μια μεγάλη πρόκληση για εμένα», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Αναλυτικός σε θέματα οικονομικής πολιτικής, στην τρισέλιδη συνέντευξή του, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης υπογραμμίζει ότι «είμαστε στην τελική ευθεία για την ίδρυση του Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου. Επιλέγεται αυτές τις μέρες, με αξιοκρατικά κριτήρια, το Διοικητικό Συμβούλιο από το Υπερταμείο και θα ξεκινήσει αμέσως δουλειά.
Με το Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο στοχεύουμε να καλύψουμε το επενδυτικό κενό σε σχέση με τις πιο προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες, με επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, όπως η ενέργεια, η τεχνολογία, η βιοτεχνολογία και οι υπηρεσίες ύδρευσης» και θυμίζει ότι «το Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο ήταν κομμάτι της μεταρρύθμισης που προώθησα ως Υπουργός Οικονομικών, για την πιο αποτελεσματική λειτουργία του Υπερταμείου».
Ενώ εκτιμά ότι «από εδώ και πέρα η πρόοδος θα είναι ακόμα πιο ορατή στις θυγατρικές του Υπερταμείου, στις οποίες έχει υιοθετηθεί, με τον νόμο μας, το πετυχημένο μοντέλο της ΔΕΗ. Στο πλαίσιο αυτό, τίθεται σε προτεραιότητα η προώθηση των μεταρρυθμίσεων στις αστικές συγκοινωνίες, τα ΕΛΤΑ και την ΕΤΑΔ».
Αναλυτικά: «Στις αστικές συγκοινωνίες, μέσα στο 2025, συνεχίζεται η ανανέωση του στόλου των λεωφορείων της Αθήνας. Θα έχουμε, μέχρι το τέλος του 2025 1.000 νέα λεωφορεία στην Αθήνα. Θα γίνει, επίσης, πρόσληψη 600 νέων οδηγών λεωφορείων. Και επιπλέον, θα προχωρήσει η ανάταξη των συρμών του μετρό. Στα ΕΛΤΑ, θα αξιοποιηθεί χωρίς καθυστέρηση το εκτεταμένο δίκτυο σε απομακρυσμένες και νησιωτικές περιοχές για παρουσία της εταιρίας σε χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Στην ΕΤΑΔ, που έχει ήδη ανεβάσει ταχύτητες, προχωρεί η διαδικασία για την χαρτογράφηση 36.000 ακινήτων που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της, μέσω εργαλείου τεχνητής νοημοσύνης. Ο στόχος είναι η αποτίμηση 6.500 ακινήτων και η ωρίμανση 1.000 από αυτά μέσα στη διετία 2025-2026. Και η αξιοποίησή τους θα γίνει σε "πακέτα", για να μη συνεχιστεί η διαδικασία οικόπεδο-οικόπεδο στον αιώνα τον άπαντα».
Παράλληλα, «θα επιταχυνθεί περαιτέρω η αξιοποίηση μιας σειράς από εμβληματικά ακίνητα, όπως το Αχίλλειον στην Κέρκυρα, το Χιονοδρομικό Κέντρο Παρνασσού, το Παλατάκι στη Θεσσαλονίκη, το Ξενία Ουρανούπολης και το Τάε Κβο Ντο στο Φάληρο. Υπογραμμίζω το πολύ μεγάλο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε στον διαγωνισμό της ΕΤΑΔ για την αξιοποίηση της Ακτής Βουλιαγμένης.
Τα ακίνητα της ΕΤΑΔ ξεκίνησαν να κινούνται!», επισημαίνει και κλείνει τη συγκεκριμένη απάντησή του ως εξής: «Επιπλέον, στο πλαίσιο της ανάδειξης της δημόσιας περιουσίας, θα αξιοποιηθούν από το Υπερταμείο, με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα, τα 22 μικρά περιφερειακά αεροδρόμια, έτσι ώστε να αναβαθμιστούν αφενός οι υποδομές τους και αφετέρου το τουριστικό προϊόν της χώρας».