Τα οικονομικά μέτωπα του πολέμου

Τα οικονομικά μέτωπα του πολέμου

Πού θα φτάσει η αύξηση του πληθωρισμού στην Ελλάδα και ποια θα είναι η επίπτωση στο εισόδημα των πολιτών; Πόσο θα κοστίσει η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας; Θα αποφευχθεί η αύξηση των επιτοκίων στην Ευρώπη λόγω των εξελίξεων; Ποιο θα είναι το δημοσιονομικό κόστος στην Ελλάδα από τον πόλεμο στην Ουκρανία και κατά πόσο τίθεται υπό αμφισβήτηση ο στόχος για ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης; Τα οικονομικά μέτωπα του πολέμου όπως αφορούν και επηρεάζουν την Ελλάδα, έχουν ως εξής:

To «μέτωπο» του πληθωρισμού: Αναμφίβολα, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, όποιες και αν είναι οι εξελίξεις σε επίπεδο εχθροπραξιών, η Ευρώπη και η Ελλάδα θα γνωρίζουν τον υψηλότερο πληθωρισμό των τελευταίων 10ετιών. Με το πετρέλαιο πάνω από τα 100 δολάρια και το φυσικό αέριο στα ύψη, προβλέψεις ακόμη και για πληθωρισμό άνω του 7% σε μηνιαία βάση μπορούν κάλλιστα να επιβεβαιωθούν καθώς η σύγκριση θα γίνει με τα αντίστοιχα περυσινά και εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τιμών. Ο πολύ υψηλός πληθωρισμός μειώνει το διαθέσιμο εισόδημα αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι για πόσο χρόνο θα διατηρηθεί. Όσο μεγαλύτερο το χρονικό διάστημα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η ζημιά για το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων αλλά και για το ελληνικό ΑΕΠ.

Το μέτωπο της ενεργειακής επάρκειας: Το ζήτημα απασχολεί ήδη όλη την Ευρώπη, ειδικά τις χώρες που έχουν μεγάλη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Η Ελλάδα, καλύπτει περίπου το 35-40% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με το ρωσικό αέριο και σήμερα, στην ευρεία σύσκεψη που θα πραγματοποιηθεί το πρωί στο υπουργείο Ενέργειας, αναμένεται να σταλούν καθησυχαστικά μηνύματα για τη δυνατότητα της χώρας να καλύψει τις ανάγκες της χώρας. Το ζήτημα βέβαια δεν είναι μόνο η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας αλλά και το πόσο αυτή θα κοστίσει.

Το «μέτωπο» των επιτοκίων: Η ρωσική εισβολή έρχεται σε μια στιγμή που στο τραπέζι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μπαίνει το «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής ώστε να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός. Κεντρικοί τραπεζίτες μεταξύ των οποίων και ο διοικητής της ΤτΕ έθεσαν ανοικτά χθες θέμα διατήρησης της «χαλαρής» νομισματικής πολιτικής προκειμένου να μην θιγεί η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών οικονομιών. Ουσιαστικά, ζητούν να μην υπάρξει ρητορική που να παραπέμπει σε μια ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων από την πλευρά της ΕΚΤ. Αν αυτό συμβεί, αναμένεται να αποτυπωθεί θετικά στις αποδόσεις των ομολόγων, μεταξύ των οποίων και των ελληνικών.

Το «δημοσιονομικό» μέτωπο: Ο πόλεμος στην Ουκρανία, βρίσκει στην Ελλάδα σε μια περίοδο που θέλει να επιτύχει τη μείωση των πρωτογενών ελλειμμάτων και να επανέλθει σε μια κανονικότητα με λογικά πρωτογενή πλεονάσματα, επενδυτική βαθμίδα για τα ομόλογά της και άρση των μηχανισμών επιτήρησης που επιβλήθηκαν λόγω των μνημονίων. Όσο διαρκεί η έκρηξη τιμών ειδικά στην ενέργεια, τόσο δυσκολότερη γίνεται η επίτευξη αυτού του στόχου καθώς η στήριξη των νοικοκυριών για να ανταπεξέλθουν στις εξωφρενικές τιμές, απαιτεί πόρους. Είναι ξεκάθαρο στο οικονομικό επιτελείο ότι οι πόροι μόνο από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης δεν θα είναι αρκετοί για να στηριχτούν τα νοικοκυριά. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός επιδιώκει να υπάρξει ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του ζητήματος ώστε η στήριξη να μην προσμετρηθεί στα πρωτογενή ελλείμματα. Το σημερινό Eurogroup ενδεχομένως να ρίξει περισσότερο φως σε αυτό το μέτωπο.

Το «μέτωπο» της ανάπτυξης: Η Ελλάδα θέλει ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης και για το 2022 και βλέπει ότι έχει όλες τις προϋποθέσεις να το επιτύχει: αύξηση επενδύσεων, μεγάλα ανάκαμψη του τουρισμού και αύξηση της κατανάλωσης. Ωστόσο, η παρατεταμένη κρίση, θα θέσει υπό αμφισβήτηση τον στόχο. Μόνο η ζημιά από την αύξηση της αξίας των εισαγωγών ενέργειας μπορεί να είναι διαχειρίσιμη. Μεγάλης διάρκειας αβεβαιότητα, θα κάνει μεγαλύτερη ζημιά στο ΑΕΠ.