Στην τελική ευθεία ο προϋπολογισμός του 2026 – Στροφή σε δαπάνες, νέα μέτρα και στόχος η μείωση του χρέους
Shutterstock
Shutterstock

Στην τελική ευθεία ο προϋπολογισμός του 2026 – Στροφή σε δαπάνες, νέα μέτρα και στόχος η μείωση του χρέους

Στην τελική ευθεία μπαίνει η κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2026, με το προσχέδιο να κατατίθεται στη Βουλή στις αρχές Οκτωβρίου μαζί με το αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο.

Σε αντίθεση με το παρελθόν, η έμφαση δεν δίνεται αποκλειστικά στο ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος, αλλά κυρίως στη διαχείριση των πρωτογενών δαπανών, καθώς το «πακέτο» παροχών που ανακοινώθηκε στη ΔΕΘ απορροφά σχεδόν στο σύνολό του τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο. 

Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού ανέρχονται σε περίπου 1,7 δισ. ευρώ, ποσό που ουσιαστικά καθορίζει τα περιθώρια για πρόσθετες παρεμβάσεις το νέο έτος.

Παρά τον περιορισμένο χώρο, οι δημοσιονομικές επιδόσεις παραμένουν ιδιαίτερα ισχυρές. Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να ξεπεράσει αισθητά τον στόχο, πλησιάζοντας τα περσινά επίπεδα του 4,8% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση ήδη αναθεώρησε τον στόχο του 2025, από 2,5% του ΑΕΠ στο 3,2%, δηλαδή κατά 1,9 δισ. ευρώ υψηλότερα από τις αρχικές προβλέψεις. 

Η υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων ενισχύει την εικόνα, προσφέροντας ασφάλεια σε ένα πιο «σφιχτό» πλαίσιο, το οποίο όμως διαμορφώνεται πλέον με πιο ευνοϊκούς όρους για την Ελλάδα, καθώς τίθενται σε ισχύ οι νέοι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες.

Ο προϋπολογισμός θα ενσωματώνει όλες τις φορολογικές και κοινωνικές παρεμβάσεις που παρουσιάστηκαν στη ΔΕΘ. Μεταξύ αυτών, τη μεταρρύθμιση στη φορολογία εισοδήματος με ελαφρύνσεις για περίπου τέσσερα εκατομμύρια φορολογούμενους, κυρίως οικογένειες με παιδιά, τη μείωση κατά 50% του ΕΝΦΙΑ σε μικρούς οικισμούς έως 1.500 κατοίκους (με οριστική κατάργηση από το 2027), τη σταδιακή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, αλλά και τις αυξήσεις σε μισθούς δημοσίων υπαλλήλων και ενστόλων. Παράλληλα, θα προβλέπονται νέες αυξήσεις συντάξεων με βάση τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη.

Η εικόνα της επόμενης χρονιάς θα σκιαγραφηθεί στο αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο, το οποίο θα περιλαμβάνει και τους σχεδιασμούς για το 2027. Η Ελλάδα θα έχει τότε δικαίωμα να αυξήσει τις δαπάνες της κατά 3,1 δισ. ευρώ. 

Από αυτά, περίπου 1 δισ. θα κατευθυνθεί σε λειτουργικές δαπάνες και συντάξεις, 300 εκατ. σε μισθολογικές αυξήσεις στο Δημόσιο, ενώ άλλα 200 εκατ. έχουν ήδη προγραμματιστεί για δαπάνες όπως το clawback στον χώρο της Υγείας. Το υπόλοιπο, κοντά στα 600 εκατ. ευρώ, δημιουργεί τον χώρο για νέες παροχές, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού θα παραμείνει εντός στόχων και τα φορολογικά έσοδα θα συνεχίσουν να υπερβαίνουν τις προβλέψεις.

Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Για το 2026, προβλέπεται διάθεση πόρων ύψους 16,7 δισ. ευρώ, με στόχο να ενισχυθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.

Από το ποσό αυτό, 6,2 δισ. θα κατευθυνθούν σε συγχρηματοδοτούμενα έργα, 3,3 δισ. σε έργα με αποκλειστικά εθνικούς πόρους και 7,2 δισ. σε δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Στρατηγική επιδίωξη είναι η επιτάχυνση της υλοποίησης των έργων του ΤΑΑ, η πλήρης αξιοποίηση του νέου ΕΣΠΑ, αλλά και η συνέχιση έργων της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου, ώστε να αποφευχθούν απώλειες κοινοτικών πόρων.

Σημαντικό μέρος της κυβερνητικής στρατηγικής αφορά και το δημόσιο χρέος. Πάνω από μια δεκαετία μετά την κρίση, η Ελλάδα δεν κατέχει πλέον την πρώτη θέση στην Ευρώπη, καθώς η Ιταλία και η Γαλλία εμφανίζουν ταχύτερους ρυθμούς αύξησης του χρέους τους. 

Το 2024 το ελληνικό χρέος υποχώρησε στο 153,6% του ΑΕΠ, μειωμένο κατά 50 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2020, και η τάση αποκλιμάκωσης συνεχίζεται. Ενδεικτική είναι η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει τον Δεκέμβριο σε αποπληρωμή ύψους 5,3 δισ. ευρώ από το πρώτο πακέτο διάσωσης του 2010, χρησιμοποιώντας ταμειακά διαθέσιμα.

Στόχος είναι η πλήρης εξόφληση των δανείων του πρώτου μνημονίου έως το 2031, δέκα χρόνια νωρίτερα από τον αρχικό σχεδιασμό.

Ο προϋπολογισμός του 2026, επομένως, δεν περιορίζεται σε μια απλή άσκηση ισοσκελισμού αριθμών, αλλά επιχειρεί να συνδυάσει τη σταθερότητα με την ανάπτυξη και την κοινωνική στήριξη. Επικεντρώνεται στη συνετή διαχείριση δαπανών, την επιτάχυνση επενδύσεων και την ταχύτερη αποκλιμάκωση του χρέους, θέτοντας τις βάσεις για μεγαλύτερα περιθώρια παροχών και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών την επόμενη διετία.