Oracle: Η μεγάλη στρατηγική κίνηση που απογοητεύει αναλυτές και επενδυτές

Oracle: Η μεγάλη στρατηγική κίνηση που απογοητεύει αναλυτές και επενδυτές

Λίγες μέρες μετά την ενθουσιώδη ανταπόκριση των επενδυτών στην ανακοίνωση των τριμηνιαίων αποτελεσμάτων της Oracle, η μεγάλη τεχνολογική εταιρεία έρχεται πάλι στο προσκήνιο. Η εξαγορά της Cerner θα τη βοηθήσει να μπει δυνατά στον χώρο των ηλεκτρονικών υπηρεσιών υγείας και της τεχνητής νοημοσύνης. Οι επενδυτές δεν φαίνονται ενθουσιασμένοι, καθώς θα προτιμούσαν να δουν την εταιρεία να συνεχίσει να αγοράζει με μανία τις μετοχές της και όχι να αυξάνει τον δανεισμό για μία εξαγορά.

Εδώ και πολλά χρόνια, η Oracle (ORCL NASDAQ), δεν εμφανίζεται συχνά στις πρωτοσέλιδα επενδυτικά νέα. Η μετοχή της ανεβαίνει σταθερά, κυρίως λόγω των συνεχών αγορών ιδίων μετοχών στις οποίες προβαίνει η εταιρεία και όχι λόγω των οικονομικών της επιδόσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της εταιρείας, τα τελευταία τέσσερα χρόνια το ύψος των αγορών ιδίων μετοχών έχει φθάσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια.

Μόνο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχουν αγοραστεί μετοχές αξίας 35 δισεκατομμυρίων και με την τελευταία ανακοίνωση των τριμηνιαίων αποτελεσμάτων της, η Oracle ανακοίνωσε την έναρξη ενός νέου προγράμματος αγοράς μετοχών, ύψους 10 δις δολαρίων. Για μία εταιρεία με χρηματιστηριακή αξία 240 δισεκατομμυρίων, αυτές οι αγορές βοηθούν στην εύκολη απορρόφηση των πωλήσεων και σίγουρα έχουν παίξει μεγάλο ρόλο στη σταθερά ανοδική πορεία της μετοχής τα τελευταία χρόνια.

Όταν λέμε σταθερά ανοδική πορεία, δεν εννοούμε όμως κάτι αντίστοιχο με την άνοδο των μετοχών άλλων μεγάλων εταιρειών του τεχνολογικού κλάδου. Από την αρχή του 2017, η τιμή της μετοχής έχει περίπου διπλασιαστεί, τη στιγμή που η μετοχή της Microsoft (MSFT NASDAQ) έχει πενταπλασιαστεί και της Salesforce (CRM NASDAQ) έχει τριπλασιαστεί. Η εξήγηση για την υστέρηση της Oracle είναι πολύ απλή και έχει άμεση σχέση με την ανάπτυξη των πωλήσεών της, η οποία την τελευταία πενταετία είναι πρακτικά μηδενική, σε αντίθεση με τις δύο άλλες επιχειρήσεις που αυξάνουν τις πωλήσεις τους με διψήφιο ποσοστό κάθε χρόνο.

Το πόσο απασχολεί την αγορά η έλλειψη ανάπτυξης της εταιρείας φάνηκε πριν μερικές εβδομάδες, όταν ανακοινώθηκαν τα τελευταία τριμηνιαία οικονομικά της αποτελέσματα. Η αύξηση των πωλήσεων σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020 ήταν της τάξης του 6%, πράγμα που κυριολεκτικά ενθουσίασε τους επενδυτές και προκάλεσε την άνοδο της μετοχής κατά 17% μέσα σε μία μέρα και την άνοδό της, για πρώτη φορά στην ιστορία της, πάνω από τα 100 δολάρια.

Τα καλά πράγματα (τουλάχιστον για τη μετοχή) όμως δεν κρατάνε πάντα πολύ. Στην περίπτωση της Oracle κράτησαν περίπου δεκαπέντε ημέρες. Στις 10 Δεκεμβρίου ανακοινώθηκαν τα καλά αποτελέσματα και στις 20 του μηνός ανακοινώθηκε η συμφωνία εξαγοράς της Cerner (CERN NASDAQ), η οποία θα αγοραστεί από την Oracle με τίμημα 28,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων που θα καταβληθεί σε μετρητά. Πριν αναφερθούμε περισσότερο στην εξαγορά, πρέπει να υπενθυμίσουμε πως η Oracle φτιάχνει κυρίως λογισμικό που βοηθά την οργάνωση της λειτουργίας μεγάλων επιχειρήσεων (enterprise software) με τον ετήσιο κύκλο εργασιών να ανέρχεται την τελευταία πενταετία κοντά στα 40 δις δολάρια.

Το πρόβλημα της εταιρείας είναι πως άργησε πολύ να ακολουθήσει την τάση υιοθέτησης του μοντέλου του cloud computing, που βοήθησε τις μεγάλες επιχειρήσεις να μειώσουν την ανάγκη αγοράς μηχανημάτων και ακριβού λογισμικού και μετέφερε το βάρος της οργάνωσης και ενημέρωσης (update) των συστημάτων σε εταιρείες όπως η Oracle. Έτσι ανταγωνίστριες όπως η Salesforce κατάφεραν να μεγαλώσουν πολύ πιο γρήγορα και να πάρουν πολύ μεγάλο μέρος της αγοράς. Η Oracle προσπαθεί τα τελευταία χρόνια να καλύψει το χαμένο έδαφος και να ανταγωνιστεί και τις εταιρείες που παρέχουν τη βασική υποδομή για το cloud computing, όπως την Amazon και τη Microsoft, και αυτές που παρέχουν τις υπηρεσίες τους πάνω σε αυτή την υποδομή.

Με την εξαγορά της Cerner η εταιρεία προσπαθεί να μεγαλώσει την παρουσία της στον παραπάνω τομέα, αλλά και να επεκταθεί στον χώρο του λογισμικού και των υπηρεσιών που ασχολούνται με τις ιατρικές υπηρεσίες, την οργάνωση νοσοκομείων, την τήρηση ιατρικών αρχείων ασθενών κ.α. Η Cerner είναι μία από τις τρεις μεγαλύτερες εταιρείες των ΗΠΑ στην παροχή τέτοιου τύπου υπηρεσιών. Ασχολείται κυρίως με την τήρηση των αρχείων του ιατρικού ιστορικού ασθενών, τη διαχείριση των κλινών ενός νοσοκομείου και την οργάνωση των τμημάτων επειγόντων περιστατικών και παρέχει αυτές τις υπηρεσίες αποκλειστικά μέσω των συστημάτων cloud.

Ο ετήσιος κύκλος εργασιών αναπτύσσεται με ρυθμό της τάξης του 4%-5% και αναμένεται για το 2021 να είναι κοντά στα 5,7 δις δολάρια. Από τα βασικά στοιχεία της Cerner είναι προφανές πως η Oracle δε «αγοράζει ανάπτυξη» με αυτή την κίνηση, αλλά την περαιτέρω δραστηριοποίησή της στον τομέα της υγείας και της παροχής ιατρικών υπηρεσιών, ο οποίος αναμένεται να αναπτυχθεί ταχύτατα τα επόμενα χρόνια. Η Oracle «ποντάρει» και στο γεγονός πως η Cerner έχει αρχίσει να εισαγάγει στις υπηρεσίες της και μεθόδους τεχνητής νοημοσύνης και μηχανικής μάθησης (Artificial intelligence, machine learning).

Σύμφωνα με υπολογισμούς της εταιρείας αναλύσεων MarketsandMarkets, η χρήση των δύο αυτών μεθόδων στην επεξεργασία των ιατρικών αρχείων θα γνωρίσει πολύ μεγάλη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια και τα έσοδα επιχειρήσεων σαν τη Cerner από αυτούς τους δύο τομείς θα φθάσουν από 7 δις δολάρια το 2022 τα 67 δισ. το 2027.

Είναι φανερό πως η κίνηση αυτή έχει στρατηγικό χαρακτήρα για την Oracle, και όπως κάθε τέτοια κίνηση θα περάσει καιρός μέχρι να φανεί αν ήταν σωστή ή όχι. Προς το παρόν όμως, η αγορά ψηφίζει αρνητικά. Παρά το γεγονός πως, κατά τη διοίκηση της Oracle, αυτή η κίνηση θα αυξήσει από την πρώτη χρονιά τα κέρδη της εταιρείας, οι επενδυτές δεν είναι καθόλου ενθουσιασμένοι, και η μετοχή της έχει σχεδόν χάσει όλα τα κέρδη της 10ης Δεκεμβρίου.

Διαβάζοντας τον διεθνή Τύπο αντιλαμβανόμαστε πως ο βασικός λόγος για τη δυσαρέσκειά τους δεν είναι το ότι το τίμημα της εξαγοράς μπορεί να θεωρείται αρκετά υψηλό (στις τεχνολογικές εταιρείες άλλωστε οι εξαγορές δεν είναι ποτέ φθηνές) αλλά το γεγονός πως ξεπερνά το απόθεμα μετρητών που έχει αυτή τη στιγμή η Oracle. Επειδή η εξαγορά θα γίνει με χρήση μετρητών, είναι σχεδόν προφανές πως για να μπορέσει να πληρώσει το τίμημα η εταιρεία θα πρέπει να δανειστεί από τις αγορές.

Ο καθαρός δανεισμός της Oracle είναι ήδη σχετικά υψηλός, κοντά στα 50 δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς η εταιρεία δανείζεται κυρίως για να προβαίνει σε αγορές ιδίων μετοχών. Αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από τους χρηματιστηριακούς αναλυτές και από τις μεγάλες εταιρείες αξιολόγησης όπως η Moody’s και η S&P που ήδη ανέφεραν πως θα χρειαστεί να κατεβάσουν την αξιολόγηση της Oracle, η οποία θα αρχίσει να πλησιάζει επικίνδυνα στην περιοχή του junk. Είναι εύκολο λοιπόν να συμπεράνουμε πως η εξαγορά της Cerner πιθανότατα θα σημάνει το – προσωρινό έστω – τέλος των γιγαντιαίων αγορών ιδίων μετοχών που στηρίζουν εδώ και χρόνια τη μετοχή της εταιρείας.

Μπορεί η προσπάθεια της Oracle να κάνει ένα άλμα με την ενσωμάτωση της Cerner να αποδειχθεί τελικά μία πολύ επιτυχημένη κίνηση, να τη μεταμορφώσει και να τη βοηθήσει να κερδίσει ένα μέρος του χαμένου εδάφους απέναντι στις μεγάλες ανταγωνίστριες της. Αλλά αυτό δε φαίνεται να ενδιαφέρει και πολύ τους επενδυτές, οι οποίοι νοιάζονται περισσότερο για το αν θα σταματήσουν οι αγορές ιδίων μετοχών. Αυτό σημαίνει πως είναι πολύ πιθανόν να δούμε τη μετοχή της να ταλαιπωρείται για καιρό από εδώ και στο εξής, εκτός αν σύντομα εκπλήξει και πάλι την αγορά με την ανάπτυξή της.