Με φουλ τις μηχανές το Δημόσιο για δανεισμό από τις αγορές - Θα ξεπεράσει  τα 12 δισ. ευρώ το 2022

Με φουλ τις μηχανές το Δημόσιο για δανεισμό από τις αγορές - Θα ξεπεράσει  τα 12 δισ. ευρώ το 2022

«Ανεβάζει στροφές» ο δανεισμός του Δημοσίου σε μία προσπάθεια να καλυφθούν οι αυξημένες δαπάνες που έχει προκαλέσει στον Προϋπολογισμό η κρίση της πανδημίας. Μέσα σε ένα εξάμηνο - μετά και την επανέκδοση του 10ετούς ομολόγου που ανακοινώθηκε χθες -  το Δημόσιο θα έχει καλύψει πάνω από το 90% του ετήσιου στόχου δανεισμού για φέτος καθώς ήδη με τρεις με τις τρεις επιτυχημένες εξόδους στις αγορές έχει αντλήσει 8,5 δισ.ευρώ, ενώ με την επανέκδοση του 10ετούς το ποσό εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 11 δισ. ευρώ, όταν ο στόχος του Προϋπολογισμού είχε προσδιοριστεί στα 12 δισ. ευρώ.

Όταν συντάχθηκε ο Προϋπολογισμός το φθινόπωρο του 2020, το πακέτο για την ανακούφιση των συνεπειών από την κρίση του κορονοϊού υπολογίζονταν στα 7,5 δισ.ευρώ, ενώ πλέον έχει διπλασιαστεί και έχει  ξεπεράσει τα 15 δισ. ευρώ.

Ο  αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε ότι  με τον δανεισμό θα καλυφθεί ένα έλλειμμα (σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης)  της τάξεως των 11 δισ. ευρώ, το οποίο σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα είναι υψηλότερο. Παράλληλα το Υπουργείο Οικονομικών επιδιώκει σταθερά μετά την έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια, να διατηρεί υψηλά ταμειακά αποθέματα ασφάλειας για το Ελληνικό Δημόσιο. Στην παρούσα φάση το ύψος τους, μαζί με το λεγόμενο  «σκληρό μαξιλάρι», υπολογίζεται στα 30 δισ.ευρώ. Υπενθυμίζεται πάντως ότι τη χρονιά που μας πέρασε, ο δανεισμός του Δημοσίου έφθασε τα 12 δισ. ευρώ, ενώ το έλλειμμα εξαιτίας των έκτακτων αναγκών είχε αυξηθεί στα 16,1 δισ. ευρώ.

Ο υπερδανεισμός του Δημοσίου από τις αγορές είναι εφικτός χάρη στη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους, την οποία αναγνώρισε στην τελευταία του έκθεση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και μόλις χθες το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, αλλά κυρίως στηρίζεται «στις πλάτες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 

Μάλιστα σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία η ΕΚΤ φαίνεται ότι κατέχει περίπου το 41% των διαπραγματεύσιμων ελληνικών ομολόγων. Μόνο τον τελευταίο μήνα (Μάιο) η ΕΚΤ μέσα στον Μάιο αγόρασε ελληνικά ομόλογα αξίας περίπου 3,74 δισ.ευρώ. 

Έτσι η ΕΚΤ μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος (στο πλαίσιο του προγράμματος πανδημίας ΡΕΡΡ) κατέχει στο χαρτοφυλάκιο της  ομόλογα ονομαστικής αξίας 25,68 δις. ευρώ από το σύνολο των περίπου 62 δισ. ευρώ που είναι διαπραγματεύσιμα. Εκτιμάται ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να αυξηθεί τουλάχιστον κατά 10 δισ.ευρώ, δίνοντας έτσι «χώρο» στο Δημόσιο για νέες εκδόσεις ομολόγων.

Το μεγαλύτερο μέρος αυτών απορροφώνται, όπως είχε αποκαλύψει ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, από τις ελληνικές Τράπεζες. Τη χρονιά που μας πέρασε οι τοποθετήσεις τους σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου αυξήθηκαν κατά περίπου 12 δισ.ευρώ. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Εθνική Τράπεζα η οποία στο τέλος του 2020 κατείχε στο χαρτοφυλάκιο της ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ονομαστικής αξίας 20 δισ. ευρώ έναντι περίπου 4 δισ. ευρώ που είχε  πριν από την πανδημία.

Όλες οι συστημικές τράπεζες επωφελούνται επενδύοντας στις νέες εκδόσεις ομολόγων, καθώς στη συνέχεια τα χρησιμοποιούν ως collateral στην ΕΚΤ προκειμένου να λάβουν επιδοτούμενη, έως και 1%, ρευστότητα.

Τούτο αποτυπώνεται στη λογιστική κατάσταση της ΤτΕ όπου καταγράφεται σημαντική αύξηση δανεισμού των ελληνικών τραπεζών από το Ευρωσύστημα, ο οποίος πλέον υπερβαίνει τα 44 δισ. ευρώ. 

Ο δανεισμός του Δημοσίου μπορεί να «τρομάζει» καθώς επαναφέρει  οδυνηρές μνήμες του παρελθόντος. Ωστόσο, το Δημοσιονομικό  Συμβούλιο  είναι καθησυχαστικό αναφέροντας ότι σε ό,τι αφορά στα επόμενα έτη, καθοριστική αναμένεται να είναι η αναπτυξιακή επίδραση των πόρων που θα διοχετευτούν στην ελληνική οικονομία, κυρίως μέσω του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου περιόδου 2021-2027, καθώς και του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ, οι οποίοι αναμένεται να συμβάλουν στην καθοδική πορεία του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μετά το 2021, λόγω των υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον αποφαίνεται ότι μπορεί να διασφαλιστεί σε μεγάλο βαθμό η  ομαλή διαχείριση του ελληνικού χρέους καθώς και η τάση για ισχυρή αποκλιμάκωση του λόγου δημοσίου χρέους/ΑΕΠ μετά το 2021.

Διαβάστε ακόμα:

Νέα έξοδος της Ελλάδας στις αγορές με επανέκδοση 10ετούς ομολόγου