Στην αναβάθμιση του outlook για τις ελληνικές τράπεζες σε «σταθερό» από «αρνητικό» προχώρησε σήμερα η Moody'' s, αντικατοπτρίζοντας τη βελτίωση των προοπτικών χρηματοδότησης και κερδοφορίας για τους επόμενους 12-18 μήνες.
Η αναβάθμιση του outlook αντανακλά την εκτίμηση του οίκου αξιολόγησης, σύμφωνα με την οποία οι συνθήκες χρηματοδότησης και κερδοφορίας θα αρχίσουν να ομαλοποιούνται από μία πολύ αδύναμη βάση, ενώ διατηρούνται οι προκλήσεις λόγω του μεγάλου όγκου προβληματικών δανείων και της έλλειψης πιστώσεων.
«Καθώς οι αρνητικές πιέσεις θα μετριάζονται τους επόμενους 12-18 μήνες, εκτιμούμε ότι οι τράπεζες θα επιστρέψουν σε οριακή κερδοφορία τόσο το 2016 όσο και το 2017, δίνοντας τέλος σε μία πενταετία διαδοχικών ζημιών. Εκτιμούμε, ωστόσο, ότι οι τράπεζες θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη μείωση του τεράστιου όγκου προβληματικών δανείων και ότι η ποιότητα των κεφαλαίων θα παραμείνει σχετικά αδύναμη εξαιτίας του μεγάλου ποσοστού του αναβαλλόμενου φόρου, παρά τους ισχυρούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας».
Η Moody'' s αναμένει μικρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας που θα προσφέρει στήριξη στις επιδόσεις των τραπεζών, παρά το γεγονός ότι η κατανάλωση και οι νέες επενδύσεις αναμένεται να είναι περιορισμένες, με την ανεργία να διατηρείται σε υψηλό επίπεδο και τις τιμές των ακινήτων σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Ο οίκος προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,8% το 2017, ενώ το 2016 θα κλείσει με μηδενική αύξηση του ΑΕΠ. Εκτιμά παράλληλα ότι παρά τις προκλήσεις, το θετικό momentum της οικονομικής ανάπτυξης θα συμβάλλει στη μείωση των κινδύνων για το πιστωτικό προφίλ των τραπεζών.
Σύμφωνα με τη Moody'' s, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) θα διατηρηθούν σε πολύ υψηλό επίπεδο και θα μειωθούν σταδιακά από σχεδόν 45% του συνόλου των δανείων που ήταν τον Ιούνιο του 2016. Εκτιμάται δε, ότι οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν σημαντικές δυσκολίες στην επίτευξη του στόχου των ρυθμιστικών αρχών για μείωση των NPEs κατά 40% έως το τέλος του 2019. Η δημιουργία νέων καθυστερήσεων άνω των 90 ημερών έχει περιοριστεί σημαντικά το 2016, κυρίως μέσω της αναδιάρθρωσης δανείων και των διαγραφών, που δείχνει ότι οι τράπεζες ενδεχομένως έχουν φτάσει στο αποκορύφωμα των προβληματικών δανείων.
Επιπλέον, η μεγάλη έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε τίτλους του ελληνικού δημοσίου και δάνεια του δημόσιου τομέα (που αντιστοιχεί στο 65% της κεφαλαιακής τους βάση με στοιχεία Σεπτεμβρίου 2016) θα συνεχίσει να συνδέει το πιστωτικό τους προφίλ με αυτό του ελληνικού δημοσίου (Caa3 σταθερό), με αποτέλεσμα να επηρεάζονται από το πολιτικό ρίσκο και την αδύναμη δημοσιονομική θέση του δημοσίου.
Οι κεφαλαιακοί δείκτες είναι ισχυροί, όμως τα κεφάλαια που αντιστοιχούν στον αναβαλλόμενο φόρο υπονομεύουν την ποιότητα των συνολικών κεφαλαίων. Μετά τον τρίτο γύρο ανακεφαλαιοποίησης, η Moody'' s υπολογίζει τον μέσο δείκτη CET1 των ελληνικών τραπεζών στο 17%, με στοιχεία Ιουνίου 2016, που πληροί άνετα τις ρυθμιστικές απαιτήσεις. Παρ'' όλα αυτά, σχεδόν τα μισά από αυτά τα κεφάλαια είναι υπό τη μορφή DTAs, τα οποία ο οίκος θεωρεί κεφάλαια χαμηλότερης ποιότητας. Επιπλέον, ο οίκος εκτιμά ότι η κεφαλαιακή βάση των ελληνικών τραπεζών παραμένει σε κίνδυνο έναντι υψηλών πιστωτικών ζημιών, καθώς στην περίπτωση που δεν καταφέρουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα «κόκκινα» δάνεια θα μπορούσαν να προκύψουν επιπρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες.