Με τα μάτια του Τραμπ (συνέχεια)

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τα πάντα στην οικονομία καταλήγουν στο νόμισμα. Η αξία ενός εκάστου νομίσματος, εδώ και πάμπολλα χρόνια, δεν ορίζεται από κάποια μετατροπή του σε χρυσό ή άλλες παρόμοιες αέναες «αξίες». Η εποχή (1963-66) που ο στρατηγός ντε Γκωλ έβαζε τον υπουργό Οικονομικών Ζισκάρ να φέρει πίσω το χρυσάφι της Γαλλίας μόνον γραφική ακούγεται. Ακόμη και οι αποφάσεις του Νίξον (1971-73), όταν υπό το βάρος της πολεμικής δαπάνης στο Βιετνάμ και της ανατρεπτικής αγοράς ευρωδολαρίων καταργούσε τη σταθερή μετατρεψιμότητα του δολαρίου και ζητούσε από τους Σαουδάραβες να τιμολογούν το πετρέλαιό τους σε δολάρια και να καταθέτουν σε αμερικανικές τράπεζες τα πετροδολάρια σε αντάλλαγμα της προστασίας που θα τους παρείχε η Αμερική, στρατιωτικής αλλά και καθεστωτικο-θρησκευτικής, έχουν πλήρως απορροφηθεί από το διεθνές σύστημα ανταλλαγών.

Στην πράξη, τόσο στον πρώτο γύρο Τραμπ, το 2018-2019 και πολύ πιο ζωηρά τώρα ξανά, όσοι έχουν συνταχθεί με τις πολιτικές του Αμερικάνου προέδρου, συζητούν την αναθεώρηση του διεθνούς ρόλου του δολαρίου. 

Τι κάνει, ακόμη σήμερα, το δολάριο; 

Προσφέρει ασφάλεια συναλλαγών. Με αποτέλεσμα να επιλέγεται από όλες, σχεδόν τις χώρες του κόσμου, όταν θέλουν να πουλήσουν και να αγοράσουν αγαθά. Μόνον εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε μικρό ακόμη βαθμό εκτός αυτής προτιμάται το ευρώ.

Προσφέρει ασφάλεια μεσομακροπρόθεσμης επένδυσης. Όλα τα κράτη, αλλά και επιχειρήσεις και εκατοντάδες ασφαλιστικά ταμεία, επενδύουν σε τίτλους δολαριακών χρεογράφων, κυρίως στο αμερικανικό δημόσιο χρέος αλλά και κάθε άλλη επαρκώς ασφαλή αξία.

Προσφέρει ασφάλεια αποθέματος έναντι κινδύνου ξαφνικής αναταραχής. Όλες οι κεντρικές/κρατικές τράπεζες αποκτούν δολάρια τα οποία κρατούν ως ρεζέρβα για να εξισορροπούν ανωμαλίες της αγοράς συναλλάγματος και «τρύπες» στο εμπορικό τους ισοζύγιο.

Προσφέρει όμως, όπως λογικά το υπενθύμισε πριν λίγες μέρες ο επικεφαλής των Οικονομικών Συμβούλων του Λευκού Οίκου, στρατιωτική ασφάλεια. Δηλαδή οι ΗΠΑ ξοδεύουν τεράστια ποσά για να είναι πανταχού παρούσες όταν η προστασία του ελεύθερου κόσμου ή των συμφερόντων του το απαιτήσει.

Όλα αυτά είναι «δημόσια αγαθά», σύμφωνα με την ομάδα Τραμπ, δηλαδή στηρίζουν τη Δύση και τις συμμαχίες της. Επιπλέον, όμως, κοστίζουν ή, σε κάθε περίπτωση, η ομάδα που κυβερνά τις ΗΠΑ, θέλει να τα τιμολογήσει.

«Χωρίς μεγάλους γεωπολιτικούς αντιπάλους, οι ηγέτες των ΗΠΑ πίστευαν ότι θα μπορούσαν να ελαχιστοποιήσουν τη σημασία της φθίνουσας αμερικανικής βιομηχανίας. Αλλά με την Κίνα και τη Ρωσία να είναι όχι μόνο εμπορικές απειλές αλλά και απειλές για την ασφάλεια, η ανάγκη να διαθέτουμε ισχυρή και καλά διαφοροποιημένη παραγωγική βάση είναι εξαιρετικά μεγάλη. Εάν δεν έχεις γραμμές εφοδιασμού που παράγουν όπλα και αμυντικά συστήματα, δεν έχεις εθνική ασφάλεια. Όπως υποστήριξε ο πρόεδρος Τραμπ, «αν δεν έχεις χάλυβα, δεν έχεις χώρα», γράφει ο διακεκριμένος σύμβουλος Μιράν. 

Σημειώστε εδώ ότι μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, σε μια από τις ιστορικά σπάνιες συνεδριάσεις ημέρα Σάββατο, τα βρετανικά νομοθετικά σώματα συζήτησαν το πρωί ώστε μέχρι το απόγευμα να έχει υπογράψει ο Βασιλιάς Κάρολος, την κρατικοποίηση της British Steel, του τελευταίου χαλυβουργείου της χώρας, το οποίο ήθελε να κλείσει άρον-άρον ο Κινέζος επενδυτής. Τα επιχειρήματα ασφαλείας ήσαν ακριβώς ίδια και αποτέλεσαν τη βάση της συμφωνίας που επιτεύχθηκε μεταξύ των μεγάλων κομμάτων του Ηνωμένο Βασιλείου.

Πίσω στ’ αμερικάνικα κόλπα και τα όσα επικαλείται ο Steve Miran.

Το αμερικανικό ΑΕΠ ήταν, πριν από 60 χρόνια, το 40% του παγκόσμιου και τώρα είναι στο 26%. Τελευταία χρονιά που η Αμερική είχε εμπορικό πλεόνασμα ήταν το 1975 αλλά τώρα έχει έλλειμμα 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Το 60% των διεθνών νομισματικών αποθεματικών είναι σε δολάρια, 20% σε ευρώ και μόλις 2,5% στο κινεζικό γουάν, η ισοτιμία του οποίου παραμένει ελεγχόμενα «φθηνή» παρά το γεγονός ότι η Κίνα έχει το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα στον κόσμο.

Τι μπορούμε να κάνουμε κατά τον κ. Μιράν;

«Πρώτον, άλλες χώρες μπορούν να αποδεχτούν δασμούς στις εξαγωγές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες χωρίς αντίποινα, παρέχοντας έσοδα στο Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ για τη χρηματοδότηση της παροχής δημόσιων αγαθών. Δεύτερον, μπορούν να σταματήσουν τις αθέμιτες και επιβλαβείς εμπορικές πρακτικές ανοίγοντας τις αγορές τους και αγοράζοντας περισσότερα από την Αμερική. Τρίτον, μπορούν να ενισχύσουν τις αμυντικές τους προμήθειες από τις ΗΠΑ, αγοράζοντας περισσότερα όπλα made in USA και δημιουργώντας αμερικανικές θέσεις εργασίας. Τέταρτον, μπορούν να επενδύσουν και να εγκαταστήσουν εργοστάσια στην Αμερική. Δεν θα αντιμετωπίσουν δασμούς εάν φτιάχνουν τα πράγματά τους σε αυτήν εδώ τη χώρα. Πέμπτον, θα μπορούσαν απλώς να γράψουν επιταγές στο όνομα του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών».

Κάπου εδώ τελειώνουν τα «λογικά» επιχειρήματα και αρχίζει το «έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε».

Τι είναι σωστό και τι είναι λάθος σε αυτόν τον συλλογισμό θα φανεί, πέραν της θεωρητικής συζήτησης, στην πράξη. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος το οποίο, σε σημαντικό βαθμό, είναι ουδέτερο επειδή χρησιμεύει ως απόθεμα αξίας για το παγκόσμιο χρηματικό σύστημα. Ένα (μεγάλο) μέρος του όμως χρηματοδοτεί την υπερβάλλουσα κατανάλωση των Αμερικανών, δηλαδή τους πολύ υψηλούς μισθούς, τα τεράστια κέρδη και τις πανάκριβες υπηρεσίες, ειδικά όσες δεν αφορούν διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα. Το αμερικανικό κράτος πρέπει να συμμαζέψει το έλλειμμά του, όπως κάνουμε όλοι εμείς στην Ευρώπη, αλλά αυτό απαιτεί υψηλότερους εσωτερικούς φόρους, κάτι που η κυβέρνηση Τραμπ προφανώς και δεν θα επιχειρήσει ποτέ να κάνει.

(Είναι χαρακτηριστικό ότι ο επικεφαλής σύμβουλος σημειώνει με παράθεση σε πίνακα, πως το Ελληνικό Δημόσιο δανείζεται κατά 1,03 εκατοστιαία μονάδα φθηνότερα από το Αμερικανικό).

Εν κατακλείδι, είμαστε «έτοιμοι» να ζήσουμε έναν σοβαρό νομισματικό πόλεμο. Λογικά, και σε αυτό οι τραμπικοί έχουν δίκαιο, αν τα επιχειρήματα αυτόματης εξισορρόπησης του διεθνούς εμπορίου δούλευαν (παράδοξο Τριφίν), το δολάριο θα είχε υποτιμηθεί με μεγάλη ανατίμηση του ευρώ, το γουάν θα είχε γίνει ελεύθερα διεθνώς διαπραγματεύσιμο νόμισμα, τα διάφορα (συχνά κρυφά) εμπόδια εμπορίου ή πολλές κρυφές κρατικές ενισχύσεις θα είχαν περιοριστεί και γενικότερα ο διεθνής καπιταλισμός θα ήταν το τέλειο σύστημα σε έναν τέλειο κόσμο. Όλα αυτά όμως δεν ισχύουν παρά μόνον εν μέρει και υπό διαρκώς ανανεούμενες προϋποθέσεις. Επίκεινται επομένως διορθώσεις οι οποίες, ως γνωστόν, πραγματοποιούνται μέσω διαδοχικών κρίσεων. Άλλες δοκιμαστικές και άλλες ξεθεμελιωτικές.

Κρατηθείτε, σκεφτείτε, αντιδράστε. Εξυπνα όλα αυτά παρακαλώ και… βλέπουμε!