«Κωλοτούμπα»: πράξη πρώτη

Η εβδομάδα ξεκίνησε δύσκολα: με την υπογραφή του ίδιου του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα (και όχι του αρμόδιου υπουργού Βαρουφάκη) στάλθηκαν στις Βρυξέλλες σχέδια για βαριά αύξηση της φορολογίας ως αντάλλαγμα για την παράταση, πρακτικά, των μνημονιακών ρυθμίσεων και ακόμη πιο πρακτικά την επανάληψη παροχής επαρκούς ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προς την Τράπεζα της Ελλάδος, ώστε να τροφοδοτούνται οι τράπεζες και το δημόσιο ταμείο και να αποφευχθεί η ανοικτή πτώχευση. Τα υπόλοιπα ήταν για τα... μάτια του κόσμου. Κανείς δεν πίστευε πλέον όσα ισχυριζόταν η Αθήνα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Παρά ταύτα, το ανώτατο επίπεδο των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων που ασχολιόντουσαν ακόμη με την «ελληνική ιδιαιτερότητα-παραδοξότητα» επιδείκνυε μεγάλη ανοχή. Γερμανία, Γαλλία, ΗΠΑ (διακριτικά), Ολλανδία (φωνακλάδικα) και Ιταλία (εξ ανάγκης), έπαιρναν μέρος στις συζητήσεις αν και στην πράξη το ζήτημα είχε αφεθεί εις χείρας Eurogroup και ειδικότερα του χαρισματικού και μειλίχιου προέδρου του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και, βεβαίως, του αρμόδιου (και πολύ φιλικού) επιτρόπου επί των Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί.

Η ελληνική κυβέρνηση λειτουργούσε σε πλήρη πανικό και ενέτεινε τη σύγχυση και την ανασφάλεια. Τυχαία αλλά και χαρακτηριστικά, σε εκείνη την πρόταση μιας ύστατης προσπάθειας διάσωσης το υπουργείο Οικονομικών είχε αφήσει άθικτη την προηγηθείσα για κάποια εικοσιτετράωρα «πρόταση» περί έκτακτης φορολόγησης όσων επιχειρήσεων είχαν κέρδη άνω του 1 εκατ. ευρώ, ενώ είχε στο μεταξύ συμφωνηθεί με τις Βρυξέλλες ότι η έκτακτη εισφορά θα αφορά κέρδη άνω των 500.000 ευρώ. «Μία πρόταση ήρθε στις 12.30, μία επόμενη στις 8 το πρωί και μία καινούργια πρόταση στις 10.00», είπε χαρακτηριστικά η κ. Λαγκάρντ, «και δεν ξέρω αν θα έρθει και κάποια άλλη», πρόσθεσε. Με tweet του λίγο αργότερα, ο στενός συνεργάτης του κ. Γιούνκερ, Μ. Σελμάγιερ, επιβεβαίωσε ότι την έλαβε και τη χαρακτήρισε «θετικό βήμα». Λεπτομέρειες…

Ακόμη και ο Βόλφανγκ Σόιμπλε είπε, χωρίς να το πολυπιστεύει βέβαια, ότι η πρόταση Τσίπρα αποτελεί «στέρεα και ευρεία βάση συζήτησης, αλλά χρειάζεται ακόμη δουλειά (...) προσπαθούμε να πετύχουμε συμφωνία αλλά δεν την έχουμε ακόμη πετύχει». Ευκαιρίας δοθείσης να σας μεταφέρω κάτι που γράφει ο Σόιμπλε στα απομνημονεύματά του (Η ζωή μου στην πολιτική, σελ. 593): Oι υπουργοί του Eurogroup «ήξεραν τι είχαν να περιμένουν από μένα. Μέχρι και ο Βαρουφάκης μου εκμυστηρεύτηκε αργότερα πως από τη δική του οπτική γωνία ήμουν ο μόνος που υπήρξε ειλικρινής μαζί του – κάτι που φυσικά δεν ήταν παρά μια από τις συνήθεις κακοήθειές του έναντι των συναδέλφων (υπουργών)».

Αν πιστεύετε ότι ο Σόιμπλε ήταν το (μόνο) εμπόδιο, καλό είναι να ανατρέξουμε στις δηλώσεις, εκείνης της μέρας, του Γερμανού πρώην υπουργού Εσωτερικών Φρίντριχ σύμφωνα με τον οποίο δεν είχε νόημα «να παρατείνεται μια χρεοκοπία για πολιτικούς λόγους (και ότι είναι) μεγαλύτερο κακό στην Ευρώπη εάν λέμε ψέμματα στον εαυτό μας» εξηγώντας με τον τρόπο αυτόν πως «η ελληνική κυβέρνηση δεν έδινε στους Γερμανούς βουλευτές τις εγγυήσεις που ζητούν ώστε να υπερψηφίσουν τη νέα συμφωνία».

Η κατάσταση εκείνη την τραγική εβδομάδα αναδεικνύει την «ηλίθια αθωότητα» (με την Ντοστογιεβσκική έννοια...) της ομάδας που είχε τις τύχες της χώρας στα χέρια της, πριν δέκα χρόνια. Καμία ρεαλιστική κατανόηση των συσχετισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επιδεικτική αναισθησία έναντι των επιπτώσεων από μια νέα αύξηση φόρων στην ήδη ταλαιπωρημένη οικονομία, στοιχειώδης άγνοια των μηχανισμών χρήματος και αδιαφορία για τις επιπτώσεις των μπρος-πίσω συζητήσεων επί της ψυχολογία του πληθυσμού.

Εν μέσω παρόμοιας αβεβαιότητας και κινδύνων, η πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου συνέχιζε τον χαβά της. Κοπιάρω ρεπορτάζ εκείνης της μέρας: «Την κλήση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος σε επιτροπές της Βουλής με τρόπο τέτοιο που να της δίνει τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως ανακρίτρια και να κάνει χρήση της δυνατότητας ακόμη και «βίαιας προσαγωγής» του κ. Γ. Στουρνάρα για την πρόσφατη έκθεσή του για τη δημοσιονομική πολιτική σχεδιάζει η κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου υποστηριζόμενη από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, της Χρυσής Αυγής και των ΑΝΕΛ.»

Στο μεταξύ, σε άλλα νέα της ίδιας μέρας, ο «διοικητικής μεταρρύθμισης» υπουργός Κατρούγκαλος, που δεν είχε ακόμη αναλάβει την «ανάταξη» του ασφαλιστικού, ανακοίνωσε την «επάνοδο 6.000 απολυμένων και διαθέσιμων δημοσίων υπαλλήλων και την πρόσληψη 6.000 επιτυχόντων σε διαγωνισμούς ΑΣΕΠ μεταξύ 2009-2014». Αξίζει να σημειωθεί πως το αντίθετο συνέβαινε στον ιδιωτικό τομέα, αφού ο επιχειρηματικός κόσμο βλέποντας τους κινδύνους ανέστειλε προγραμματισμένες προσλήψεις και καταργούσε επενδυτικά σχέδια, έστω προσωρινά.

Σε άλλη κατεύθυνση, ο εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς ξεκαθάριζε με αφορμή το μνημόνιο συνεργασίας που είχε ήδη υπογράψει ο «παραγωγικής ανασυγκρότησης» υπουργός Λαφαζάνης με τον Ρώσο ομολογό του για την κατασκευή αγωγού αερίου που θα διατρέχει την ελληνική επικράτεια, «ότι δεν μπορεί να τίθενται ως όροι και προϋποθέσεις, παράμετροι και στοιχεία που είναι εκτός των συνθηκών του Ευρωπαϊκού Δικαίου και των Συμφωνιών μας στον τομέα της ενέργειας», αναφέροντας ότι «η χώρα μας δε θα δεχθεί οποιουσδήποτε όρους που εκφεύγουν του νομικού πλαισίου και των συμφωνιών της Ένωσης» είναι δηλαδή… παράνομο!

Παρά ταύτα, η ελπίδα, που πεθαίνει (υποτίθεται) τελευταία, ήταν ακόμη ζωντανή στο ξεκίνημα εκείνης της εβδομάδας. Αφού ο ίδιος ο Τσίπρας έβαλε την υπογραφή του σε ένα τόσο σκληρό πακέτο μέτρων, το οποίο βεβαίως θέριζε όσους είχαν μείνει όρθιοι μέσα στην ήδη τετραετή δημοσιονομική καταιγίδα (το 93% των μέτρων ύψους 8 δισ. αφορούσε φόρους και εισφορές), τουλάχιστον προσανατολιζόταν προς κάποιο συμβιβασμό. Σκεφθείτε πως η κυβέρνηση περιέλαβε στην πρότασή της μια από τις πιο «μισητές» προτάσεις της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ σύμφωνα με την οποία η πώληση μη-συνταγογραφουμένων φαρμάκως θα μπορούσε να γίνεται και εκτός φαρμακείων!

Η άμεση αντίδραση των αγορών ήταν θετική, με μείωση της πίεσης επί των αναλήψεων από τις τράπεζες, αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων, λόγω αγορών σε ελληνικούς τίτλους στην προοπτική υπέρβασης της κρίσης. Ακόμη και το Χρηματιστήριο κέρδιζε μονάδες!

Άρα, υπήρχαν προοπτικές εξομάλυνσης και αποφυγής της σχεδόν κερδοσκοπίας, που επέτρεπαν στην Ελλάδα να συνεχίσει τις συζητήσεις από καλύτερη θέση. Κι όμως, δυο μέρες αργότερα ο ίδιος άνθρωπος, ο Αλέξης Τσίπρας σκηνοθετώντας σε στυλ θεατράλε τον εαυτό του, προκειμένου να επιβεβαιώσει το brand name με το οποίο κέρδιζε τις εκλογές, υποχωρεί στην εσωκομματική πίεση που δεχόταν. Σε λίγα 24ωρα μάλιστα θα επιχειρήσει τη δεύτερη και πλήρως καταστροφική «κωλοτούμπα», που πρόσθεσε στο ήδη τεράστιο κόστος τόσα κι άλλα τόσα. Τα οποία, προφανώς, πληρώσαμε μέχρι τελευταίου ευρώ.