Βαγγέλη γερά, να φύγει η Δεξιά

Δεν γνωρίζουμε αν στο σύνθημα «Βαγγέλη γερά, να φύγει η Δεξιά», που ακούστηκε μετά από την είσοδο του πρώην εκπροσώπου τύπου της κυβέρνησης Καραμανλή και πρώην εκπροσώπου τύπου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ συμπυκνώνεται όλη η ιλαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται από την αντιπολίτευση, η κρισιμότητα των επερχόμενων εκλογών. 

Με προγράμματα «50 ημερών», με υποσχέσεις που ξεπερνούν και την πιο ξέφρενη φαντασία, όπως είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ, η τιμαριθμική προσαρμογή σε ετήσια βάση για τους μισθούς, η αύξηση 10% των μισθών στο δημόσιο τομέα, η μείωση του ΦΠΑ και του ΕΦΚ, η αύξηση του φορολογικού κόστους της επιχειρηματικότητας και η επάνοδος του κρατικού ελέγχου σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας όπως είναι οι τράπεζες και η ενέργεια, ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει ένα παράταιρο τόνο στην προεκλογική περίοδο.

Με τοξικές πολιτικές μεταγραφές τύπου Αντώναρου και Μυθριδάτη και με οικονομικές εξαγγελίες που διαταράσσουν την κανονικότητα, που με κόπο δομήθηκε από το 2020 μέχρι σήμερα εν μέσω πολλαπλών εξωγενών κρίσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ  υπόσχεται μια τυρβώδη κίνηση τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές. 

Η οικονομία ζητάει πάνω από όλα κανονικότητα. Κανονικότητα στο περιβάλλον της επιχειρηματικής δραστηριότητας, κανονικότητα στο ρυθμιστικό πλαίσιο, κανονικότητα στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, κανονικότητα στο πολιτικό κλίμα. H οικονομία απεχθάνεται την εντροπία. Αντιδρά αρνητικά στις πάσης φύσεων τριβές. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει σε παρουσιάσεις ή σε εισηγήσεις, πως ένα project πρέπει να έχει το σχήμα αυγού που κινείται μέσα σε ένα σωλήνα και όχι το σχήμα ενός πολύγωνου ή ενός τραπεζίου, που καθώς κινείται χτυπάει στα πλευρικά τοιχώματα; Όλοι επίσης θυμόμαστε από τα σχολικά θρανία, τα παραδείγματα στο μάθημα της Φυσικής, τη θεωρία της υδροδυναμικής και της αεροδυναμικής και τα πλεονεκτήματα των σωμάτων που έχουν χαμηλούς συντελεστές τριβής κατά τη διάρκεια της κίνησης τους. Η τυρβώδης κίνηση μόνο προβλήματα δημιουργεί.

Δυστυχώς, το ιδεολογικό υπόβαθρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και όχι μόνο, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη ρήση του Μάο περί της εκμετάλλευσης των χαοτικών καταστάσεων, όπως έχει αναφέρει και ο αρχηγός της σε συνέντευξη του. Έτσι και σήμερα, όπως συνέβη και στην περίοδο 2015 -2019, ο ΣΥΡΙΖΑ, τα απομεινάρια του Πάνου Καμμένου, τα υπολείμματα του βαθέως ΠΑΣΟΚ και τα πρώην εξαπτέρυγα του Κώστα Καραμανλή, κινούνται χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, με κινήσεις τακτικής που χαράσσονται στο γόνατο, με γνώμονα την αναταραχή, την ανάδειξη ρήξεων από το πουθενά, το κτίσιμο συγκρούσεων χωρίς λόγο και αιτία, καθώς και τη στόχευση σε θέματα  που δεν έχουν θέση σε μια καμιά σύγχρονη δημοκρατία και οικονομία.

Η αντιπολίτευση ακολουθεί μια πελατοκεντρική και ψηφοθηρική πολιτική,  λες και σχεδιάζει την πολιτική της με μόνο κριτήρια τη διέγερση μια σειράς οπισθοδρομικών εμμονικών ιδεών, την υπεράσπιση δομών, αντιλήψεων και στερεοτύπων του παρελθόντος που θα έπρεπε που είχαν  ξεπεραστεί μετά από την παραμονή της στην κυβερνητική εξουσία για μια τετραετία. Η θορυβώδης κατεδάφιση και αποκαθήλωση όλων των αριστερών τοτέμ που είχε ανασύρει κατά καιρούς, δεν δείχνει να την πτοεί.

Δυο παραμένουν οι σταθερές του ΣΥΡΙΖΑ, τις οποίες προτείνει σαν συγκολλητικούς δεσμούς με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η πρώτη είναι η εχθρικότητα απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία επικυρώνεται και μέσω της μεταγραφής Αντώναρου που έχει δομήσει το πολιτικό του προφίλ αφ’ ενός με την ιδιότητα του μέλους του «περιβάλλοντος Κ.Καραμανλή» και αφ’ ετέρου με την ιδιότητα του εχθρού του πρωθυπουργού. Και η δεύτερη σταθερά παραμένει η εχθρικότητα  προς την οικονομική ανάπτυξη, την δόμηση ενός υγιούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την ελεύθερη αγορά, την οποία επικυρώνει μέσω των προτάσεων περί κρατικών παρεμβάσεων.

Με Αντώναρο, με κρατισμό και δωρεάν χρήμα λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι πιθανοί πολιτικοί εταίροι του θέλουν να πιλοτάρουν την Ελλάδα σε μια από τις δύσκολες στιγμές μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με μια Δύση που δεν χαρακτηρίζεται από πολιτική και οικονομική συνοχή, όπως φάνηκε μετά από το προστατευτικό περιβάλλον που κτίζει ο Λευκός Οίκος και από τις επισκέψεις των Ευρωπαίων πολιτικών στην Κίνα. Με ένα κόσμο που αποδομεί στερεότυπα και κτίζει νέες συμμαχίες όπως φάνηκε με τη σύγκλιση Σαουδικής Αραβίας και ΙΡΑΝ, την στήριξη του OPEC προς τον Βλαδίμηρο Πούτιν και το άνοιγμα της Κίνας στη Λατινική Αμερική. Και σε ένα γειτονικό οικονομικό περιβάλλον στο οποίο η κυβέρνηση του Ισραήλ δέχεται εσωτερικές πιέσεις, η Αίγυπτος κινείται με πληθωρισμό 33% και η Τουρκία επιθυμεί να μετατραπεί στο «κινεζικό εργοστάσιο» της Ευρωπαϊκής αγοράς.   

Σε αυτόν τον πολύπλοκο κόσμο, που η παγκοσμιοποίηση συγκρούεται με την αποπαγκοσμιοποίηση, που ο βρυχηθμός του πληθωρισμού εξακολουθεί να ηχεί, που ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, που οι κεντρικές τράπεζες κάνουν ασκήσεις εύθραυστης ισορροπίας, που η παγκόσμια κοινωνική αναταραχή αυξάνεται σαν αποτέλεσμα της ακρίβειας και της ανέχειας, που ο ερχομός της τεχνητής νοημοσύνης αλλάζει τα πάντα με την ταχύτητα του φωτός, η απάντηση από τον ΣΥΡΙΖΑ που επιθυμεί να ηγηθεί μιας «προοδευτικής κυβέρνησης» είναι η μεταγραφή Αντώναρου και το χωρίς φειδώ μοίρασμα χρήματος για να φύγει η Δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη.